|
Το παρακάτω λαμπρό κείμενο με τον θεσπέσιο τίτλο/παρότρυνση "Να ξεριζώσουμε το σύστημα", είναι η προγραμματική και διεκδικητική πλατφόρμα των παγκόσμιων κινητοποιήσεων ενάντια στην κλιματική κρίση, που οργανώνουν (και) τον φετινό Σεπτέμβριο οι “Παρασκευές για το Μέλλον” (Fridays For Future), το νεανικό κίνημα που ξεκίνησε το 2018 η τότε 15χρονη Σουηδή Γκρέτα Τούνμπεργκ. Το κείμενο αυτό ξεχωρίζει για τουλάχιστον δύο λόγους: Καταρχήν, επειδή εκφράζει και εμπνέει εκατομμύρια νεαρές και νεαρούς διαδηλωτές που αναμένεται να κατακλύσουν τους δρόμους χιλιάδων πόλεων σε όλο τον κόσμο στις 24 Σεπτεμβρίου 2021 (ένα χρόνο πριν την πανδημία, τον Σεπτέμβριο 2019, οι διαδηλωτές και διαδηλώτριες είχαν ξεπεράσει τα 7,5 εκατομμύρια). Και κατόπιν, επειδή επικεντρωνόμενο φέτος στους φτωχούς και καταφρονεμένους του κόσμου μας, δηλαδή στα 2/3 της ανθρωπότητας, επανασυνδέεται με τις καλύτερες παραδόσεις των κοινωνικών αγώνων και κινημάτων, προσφέροντας το οξυγόνο του έμπρακτου διεθνισμού και ανθρωπισμού σε μια εποχή που ασφυκτιά από τον κυνισμό των κυβερνώντων, την βαθειά κρίση των ανθρωπιστικών αξιών και τις εθνικιστικές και ρατσιστικές βαρβαρότητες. |
Fridays for Future - Παρασκευές για το Μέλλον
Στις 24 Σεπτεμβρίου, θα απεργήσουμε για να ζητήσουμε διαθεματική κλιματική δικαιοσύνη! Έλα μαζί μας!
Uproot The System –
Να ξεριζώσουμε Το Σύστημα
Είμαστε στο μέσο μιας κλιματικής κρίσης,της μαζικής εξάλειψης ειδών, μιας παγκόσμιας υγειονομικής πανδημίας, κοινωνικο-οικονομικών κρίσεων ανισότητας, και πολλών άλλων. Το παρόν σύστημα πασχίζει να προβάλει τις φωνές των πιο προνομιούχων μέσα από ένα ρατσιστικό αφήγημα περί λευκών σωτήρων, που παρουσιάζει τους λαούς του Παγκόσμιου Νότου σαν υπανάπτυκτους, φτωχούς, και άφωνους. Οι βιομηχανικές χώρες του Παγκόσμιου Βορρά έκαναν το ίδιο για αιώνες μέσα από την αποικιοκρατία, τον ιμπεριαλισμό, τη διαιώνιση των συστημικών ανισοτήτων και την εμμονή τους στην αιώνια ανάπτυξη. Ωστόσο, οι άνθρωποι στον Παγκόσμιο Νότο ή στις πλέον πληττόμενες περιοχές δεν είναι υπανάπτυκτοι, φτωχοί ή άφωνοι, αλλά πολεμάνε τις συνέπειες της αποικιοκρατίας και της νεοαποικιοκρατίας παρόλο που τους εξαναγκάζουν με κάθε μέσο να σιωπούν. Είναι δυνατοί, γενναίοι και συνειδητοί καθώς αγωνίζονται και πολεμάνε για αιώνες τις αιτίες που βρίσκονται στη ρίζα αυτών των κρίσεων, δηλαδή τα συστήματα καταπίεσης και αδικίας που δημιούργησαν οι πιο πλούσιοι του Παγκόσμιου Βορρά.


Στα «παλιά καλά χρόνια» κάθε σοβαρή συζήτηση για την πολιτική της Αριστεράς στη συγκυρία, συνολικά ή για τα σημαντικά ζητήματα που τη συνθέτουν, ξεκινούσε από το ερώτημα: πού βαδίζουμε; Πού οδηγούνται τα πράγματα και πώς τείνει να διαμορφωθεί η συγκυρία; Ύστερα ήρθε η κρίση του μαρξισμού ως μαζικής ιδεολογίας αλλά και ως «κανονιστικού πλαισίου» στο πλαίσιο του οποίου νοεί και παράγει γραμμή για τη συγκυρία η Αριστερά, και όλα άλλαξαν, μέσα από μια μακρόχρονη διαδικασία αποδόμησης και παρακμής αυτού που κάποτε αποκαλούνταν διαλεκτική σκέψη ή και πολιτική διαλεκτική. Για να φτάσουμε στα νεότερα χρόνια και στην παρούσα συγκυρία, όπου κριτήριο πολιτικής είναι πλέον ένας παβλοφικού χαρακτήρα, ανακλαστικός και ρηχός αντικυβερνητισμός – που εν τέλει, χωρίς να το θέλει, αλλά και χωρίς να το υποψιάζεται, επί της ουσίας, συχνά, δεν είναι καν αντικυβερνητισμός. 



Η 
Τον Αϊνστάιν(1) τον έχουν ακουστά οι πάντες, αλλά το όνομα του Λεβ Λαντάου(2) το γνωρίζουν μόνο κάποιοι ειδήμονες των θετικών επιστημών. Ωστόσο, και οι δυο τους έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά: Κατέχουν περίοπτες θέσεις στον μικρό κατάλογο με τις πιο ξεχωριστές μεγαλοφυίες του περασμένου αιώνα. Διακρίθηκαν για την ελευθερία της σκέψης τους και τον αντικομφορμισμό της ζωής τους. Και κυρίως, μοιράζονται πολιτικές τοποθετήσεις από αυτές που, όχι άδικα, θεωρούνται “εξτρεμιστικές”, επαναστατικές και ανατρεπτικές της (κάθε) καθεστηκυίας τάξης! Και για τις οποίες, “φυσικά”, κανείς δεν σας μίλησε ποτέ…
Ωστόσο, αυτή η “ένοχη αμνησία” δεν χρησιμεύει σε τίποτα μια και η (ελληνική) ομαδική παράκρουση εκείνων των εφιαλτικών χρόνων είναι πάντα παρούσα, θρονιασμένη στην καρδιά της ελληνικής κοινωνικής και πολιτικής επικαιρότητας. Και αυτό όχι μόνο επειδή πολλοί από τους σφαγείς της Σρεμπρενίτσα έμελλε να γίνουν αργότερα γνωστότεροι σαν βουλευτές και στελέχη της Χρυσής Αυγής. Ούτε επειδή πάρα πολλοί από τους ενθουσιώδεις θαυμαστές των δολοφόνων του Σαράγεβο βρέθηκαν στις επόμενες δεκαετίες στις πρώτες γραμμές των ποικίλων “εθνικιστικών” και λοιπών ρατσιστικών εξάρσεων. Η πελώρια πληγή που άνοιξε τότε, παραμένει πάντα ανοιχτή καθώς το ρατσιστικό και εθνικιστικό δηλητήριο που έσταξε η τότε ενθουσιώδης ταύτιση με τους φασίστες δολοφόνους πέρασε τελικά και, δυστυχώς, εξακολουθεί να κυκλοφορεί στις φλέβες της ίδιας της κοινωνίας!





