Αναδημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο του Πάνου Κοσμά επειδή απαντάει σε μια σειρά -μόνιμα αναπάντητων- ερωτημάτων και προβληματισμών που προκαλεί η πανδημία, και επειδή με αυτές τις απαντήσεις του σώζει τη τιμή της ελληνικής αριστεράς. Στις τόσες σωστές επισημάνσεις και τοποθετήσεις αυτού του κειμένου, θα προσθέταμε μόνο μία που είναι ίσως και η πιο σημαντική: Την ολοκληρωτική απουσία της παραμικρής διεθνιστικής ευαισθησίας από τη στάση όλων των αποχρώσεων της ελληνικής αριστεράς στο ζήτημα της Covid 19: Ούτε λέξη, και φυσικά ούτε μια κινητοποίηση, για τους φτωχούς και καταφρονεμένους του κόσμου μας, για αυτά τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας (!) που στερείται εμβολίων και αργοπεθαίνει επειδή οι πατέντες τους είναι ιδιοκτησία λίγων απάνθρωπων φαρμακευτικών εταιριών που προστατεύονται με κάθε μέσο από τις δυτικές κυβερνήσεις. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με μια σκανδαλώδη έλλειψη ανθρωπιστικών αντανακλαστικών. Έχουμε να κάνουμε και με την πλήρη αδυναμία κατανόησης της στοιχειώδους αλήθειας ότι όσο δεν θα απελευθερώνονται οι πατέντες και δεν θα εμβολιάζονται αυτά τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας, ο κοροναϊός θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να μεταλλάσσεται διαρκώς, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται συνεχώς ο στόχος της πλήρους εξόδου από την φονική πανδημία και τις καταστροφικές της συνέπειες…
Γιώργος Μητραλιάς
Εκτός από την κυβέρνηση,
υπάρχει και η πανδημία!
Ή γιατί τόσο η κυβέρνηση όσο και η Αριστερά απορρίπτουν τον καθολικό υποχρεωτικό εμβολιασμό!
«ΠΟΥ και Φάουτσι προειδοποιούν για εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους μη εμβολιασμένων έως τον Δεκέμβριο»
Η Ελλάδα ηγείται του νέου κύματος θυμάτων της πανδημίας διεθνώς, ούσα μακράν πρώτη σε θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκων
(Από τις ειδήσεις των ημερών)
«Δεν είμαστε στην Ιπποκράτεια ηθική που ο γιατρός μπορεί να κάνει ό,τι θέλει για το καλό του ασθενούς. Είμαστε στη φιλελεύθερη αντίληψη ότι ο ασθενής αποφασίζει τι θέλει να κάνει και δεν θα πιέζεται».
(Θ. Πλεύρης, ο νέος υπουργός Υγείας, προφανώς πριν υπουργοποιηθεί)
Του Πάνου Κοσμά
Στα «παλιά καλά χρόνια» κάθε σοβαρή συζήτηση για την πολιτική της Αριστεράς στη συγκυρία, συνολικά ή για τα σημαντικά ζητήματα που τη συνθέτουν, ξεκινούσε από το ερώτημα: πού βαδίζουμε; Πού οδηγούνται τα πράγματα και πώς τείνει να διαμορφωθεί η συγκυρία; Ύστερα ήρθε η κρίση του μαρξισμού ως μαζικής ιδεολογίας αλλά και ως «κανονιστικού πλαισίου» στο πλαίσιο του οποίου νοεί και παράγει γραμμή για τη συγκυρία η Αριστερά, και όλα άλλαξαν, μέσα από μια μακρόχρονη διαδικασία αποδόμησης και παρακμής αυτού που κάποτε αποκαλούνταν διαλεκτική σκέψη ή και πολιτική διαλεκτική. Για να φτάσουμε στα νεότερα χρόνια και στην παρούσα συγκυρία, όπου κριτήριο πολιτικής είναι πλέον ένας παβλοφικού χαρακτήρα, ανακλαστικός και ρηχός αντικυβερνητισμός – που εν τέλει, χωρίς να το θέλει, αλλά και χωρίς να το υποψιάζεται, επί της ουσίας, συχνά, δεν είναι καν αντικυβερνητισμός.






Η 
Τον Αϊνστάιν(1) τον έχουν ακουστά οι πάντες, αλλά το όνομα του Λεβ Λαντάου(2) το γνωρίζουν μόνο κάποιοι ειδήμονες των θετικών επιστημών. Ωστόσο, και οι δυο τους έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά: Κατέχουν περίοπτες θέσεις στον μικρό κατάλογο με τις πιο ξεχωριστές μεγαλοφυίες του περασμένου αιώνα. Διακρίθηκαν για την ελευθερία της σκέψης τους και τον αντικομφορμισμό της ζωής τους. Και κυρίως, μοιράζονται πολιτικές τοποθετήσεις από αυτές που, όχι άδικα, θεωρούνται “εξτρεμιστικές”, επαναστατικές και ανατρεπτικές της (κάθε) καθεστηκυίας τάξης! Και για τις οποίες, “φυσικά”, κανείς δεν σας μίλησε ποτέ…
Ωστόσο, αυτή η “ένοχη αμνησία” δεν χρησιμεύει σε τίποτα μια και η (ελληνική) ομαδική παράκρουση εκείνων των εφιαλτικών χρόνων είναι πάντα παρούσα, θρονιασμένη στην καρδιά της ελληνικής κοινωνικής και πολιτικής επικαιρότητας. Και αυτό όχι μόνο επειδή πολλοί από τους σφαγείς της Σρεμπρενίτσα έμελλε να γίνουν αργότερα γνωστότεροι σαν βουλευτές και στελέχη της Χρυσής Αυγής. Ούτε επειδή πάρα πολλοί από τους ενθουσιώδεις θαυμαστές των δολοφόνων του Σαράγεβο βρέθηκαν στις επόμενες δεκαετίες στις πρώτες γραμμές των ποικίλων “εθνικιστικών” και λοιπών ρατσιστικών εξάρσεων. Η πελώρια πληγή που άνοιξε τότε, παραμένει πάντα ανοιχτή καθώς το ρατσιστικό και εθνικιστικό δηλητήριο που έσταξε η τότε ενθουσιώδης ταύτιση με τους φασίστες δολοφόνους πέρασε τελικά και, δυστυχώς, εξακολουθεί να κυκλοφορεί στις φλέβες της ίδιας της κοινωνίας!






