Πατριαρχία και Καπιταλισμός

 

Της Denise Comanne

Πρωτότυπος τίτλος “How Patriarchy and Capitalism Combine to Aggravate the Oppression of Women”

http://www.cadtm.org/How-Patriarchy-and-Capitalism-Combine-to-Aggravate-the-Oppression-of-Women

Η Denise Comanne (1949-2010) δούλεψε για τελευταία φορά πάνω στο συγκεκριμένο κείμενο στις 27 Μαΐου 2010, μια μέρα πριν πεθάνει. Έπαθε καρδιακή προσβολή αμέσως μετά την αποχώρησή της από ένα συνέδριο για την 50ή επέτειο της ανεξαρτησίας του Κονγκό.

Βλ.: A vibrant internationalist, feminist and revolutionary voice has fallen silent: Denise Comanne  (1949-2010)

Η Denise Comanne σχεδίαζε να βελτιώσει περαιτέρω το κείμενο αυτό ως μέρος της ομαδικής εργασίας με την Επιτροπή Ενάντια στο Χρέος (Comité pour l'abolition des dettes illégitimes1) για να ενισχύσει τη δέσμευση της επιτροπής προς το φεμινισμό.

Στην ιστοσελίδα της CADTM, το κείμενο είχε περισσότερες από 13.000 επισκέψεις στη γαλλική έκδοση, περισσότερες από 96.000 επισκέψεις στην αγγλική έκδοση και περισσότερες από 16.000 επισκέψεις στα Ισπανικά. Έχει επίσης αναδημοσιευτεί και σε άλλους ιστοτόπους.

Πατριαρχία

Η καταπίεση των γυναικών συναντάται από αρχαιοτάτων χρόνων: υπήρχε πριν από τον καπιταλισμό, το οποίο είναι επίσης ένα σύστημα καταπίεσης, αλλά έχει περισσότερο παγκόσμιο χαρακτήρα. Η πατριαρχία μπορεί να οριστεί με απλούς όρους ως η καταπίεση και η αντικειμενοποίηση των γυναικών από τους άνδρες. Εκτός από την αυστηρά οικονομική μορφή της, η καταπίεση αυτή εκφράζεται με διάφορους τρόπους, ιδίως μέσω της γλώσσας, των συγγενικών σχέσεων, των στερεοτύπων, της θρησκείας και του πολιτισμού. Η μορφή καταπίεσης ποικίλλει ανάλογα με το αν ζει κάποια στο Βορρά ή στο Νότο, σε αστική ή αγροτική περιοχή.

Η εξέγερση ενάντια σε αυτή την καταπίεση ή το αίσθημα της εκμετάλλευσης δεν οδηγεί απαραίτητα και στην αμφισβήτηση της ίδιας της πατριαρχίας (αντίστοιχα, ούτε η καταπιεσμένη εργατική τάξη αποφασίζει απλώς να θέσει τέρμα στον καπιταλισμό ·ωστόσο, είναι σίγουρα πιο εύκολο να αντιδράσει κάπ@ εναντίον της καταπίεσης που υφίσταται από το αφεντικό παρά από τ@ σύντροφό τ@). Προτού μπορέσουν να διατυπωθούν τέτοιες ερωτήσεις, πρέπει πρώτα να παραμεριστούν οι πιο κοινές εξηγήσεις, είτε έχουν τη βάση τους στη φυσιολογία (διαφορετικά αναπαραγωγικά όργανα ή εγκέφαλος) είτε στην ψυχολογία (η μια φύση ορίζεται ως περισσότερο παθητική, υπάκουη, ναρκισσιστική κλπ.), για να φτάσουμε σε μια πολιτική κριτική της πατριαρχίας ως ένα δυναμικό σύστημα εξουσίας, ικανό να διαιωνίσει τον εαυτό του και το οποίο αντιστέκεται σθεναρά σε οποιαδήποτε αλλαγή της βασικής αρχής της ανδρικής υπεροχής 2

Φεμινισμός επομένως είναι η συνείδηση της καταπίεσης αυτής και, έχοντας αντιληφθεί ότι πρόκειται για ένα σύστημα, να εργαστείς για να την αταστρέψεις και να συμβάλεις στη χειραφέτηση (ή απελευθέρωση) των γυναικών.

Χαρακτηριστικά της πατριαρχίας 3

Η ανδρική κυριαρχία δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα σύνολο πράξεων διάκρισης, σε ατομικό επίπεδο. Είναι ένα συνεκτικό σύστημα που διαμορφώνει κάθε πτυχή της ζωής, συλλογική ή / και ατομική.

1) Οι γυναίκες υφίστανται «υπερεκμετάλλευση» στο χώρο εργασίας τους, εκτελώντας επιπλέον πολλές ώρες οικιακής εργασίας· οι δουλειές του σπιτιού ωστόσο δεν έχουν το ίδιο κύρος με την αμειβόμενη εργασία. Σε διεθνές επίπεδο, οι στατιστικές δείχνουν ότι εάν ληφθεί υπόψη τόσο η αμειβόμενη επαγγελματική εργασία των γυναικών όσο και η οικιακή εργασία, οι γυναίκες είναι «υπερβολικά απασχολημένες» (“overworked”) σε σύγκριση με τους άνδρες. Ο διαχωρισμός όσον αφορά τις δουλειές του σπιτιού και τις οικογενειακές ευθύνες είναι το ορατό πρόσωπο (χάρη στον φεμινισμό) μιας κοινωνικής τάξης που βασίζεται στον έμφυλο καταμερισμό της εργασίας, δηλαδή μια κατανομή καθηκόντων μεταξύ ανδρών και γυναικών, σύμφωνα με την οποία υποτίθεται ότι οι γυναίκες αφιερώνονται πρώτα και κύρια και «φυσικά» στην οικιακή και ιδιωτική σφαίρα, ενώ οι άνδρες αφιερώνουν το χρόνο και τον κόπο τους σε παραγωγικές και δημόσιες δραστηριότητες.

Αυτή η διανομή, που απέχει πολύ από το να είναι «συμπλη ρωματική», έχει δημιουργήσει μια ιεραρχία δραστηριοτήτων στις οποίες οι «ανδρικές» δραστηριότητες έχουν υψηλή αξία και οι «γυναικείες», χαμηλή. Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ κατάσταση ισότητας. Η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών έχει ασκήσει τόσο παραγωγική δραστηριότητα (με την ευρεία έννοια του όρου) όσο και διάφορα οικιακά καθήκοντα.

2) Η κυριαρχία χαρακτηρίζεται από την πλήρη ή την μερική απουσία δικαιωμάτων. Οι παντρεμένες γυναίκες στην Ευρώπη του 19ου αιώνα δεν είχαν σχεδόν κανένα δικαίωμα. Τα δικαιώματα των γυναικών στη Σαουδική Αραβία σήμερα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα (γενικά, οι γυναίκες που ζουν σε κοινωνίες όπου η θρησκεία είναι κρατική υπόθεση, έχουν πολύ περιορισμένα δικαιώματα).

Τα δικαιώματα των γυναικών στο Δυτικό Κόσμο έχουν αυξηθεί σημαντικά, εν μέρει υπό την επίδραση της ανάπτυξης του καπιταλισμού, ο οποίος τις χρειαζόταν να εργάζονται και να καταναλώνουν «ελεύθερα», αλλά ακόμη περισσότερο, ως αποτέλεσμα των δικών τους αγώνων.

Οι γυναίκες συνέχισαν να αγωνίζονται συλλογικά για περισσότερους από δύο αιώνες για να αποκτήσουν το δικαίωμα ψήφου, εργασίας, συνδικαλισμού, ελεύθερης άσκησης της μητρότητας, και για το δικαίωμα στην πλήρη και απόλυτη ισότητα στον χώρο εργασίας, την οικογένεια και τη δημόσια σφαίρα.

3) Η κυριαρχία συνοδεύεται πάντα από τη βία, η οποία μπορεί να είναι σωματική, ηθική ή επί ιδεών και αντιλήψεων. Η σωματική βία μπορεί να είναι συζυγική βία, βιασμός ή ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων: αυτού του είδους η βία μπορεί να φτάσει μέχρι και το φόνο. Η ηθική ή ψυχολογική βία μπορεί να είναι προσβολή ή εξευτελισμός. Στον τομέα των ιδεών, οι βίαιες πράξεις παρουσιάζονται με διάφορους τρόπους, όπως στους μύθους ή σε διάφορες μορφές λόγου. Για παράδειγμα, ανάμεσα στους Baruya (εθνοτική ομάδα από τη Νέα Γουινέα) όπου η αρρενωπότητα κυριαρχεί παντού, το γυναικείο γάλα δεν θεωρείται προϊόν του γυναικείου σώματος, αλλά μετασχηματισμός του σπέρματος. Προφανώς, αυτή η αναπαράσταση του γάλακτος ως «υποπροϊόν» του σπέρματος είναι μια μορφή ιδιοποίησης από τους άνδρες της αναπαραγωγικής δύναμης των γυναικών. Είναι επίσης ένας τρόπος κωδικοποίησης της υποταγής των γυναικών κατα την αναπαράσταση του σώματος.

4) Οι σχέσεις που βασίζονται στην κυριαρχία συνοδεύονται συχνά από μια διαλεκτική που παρουσιάζει τις κοινωνικές ανισότητες ως φυσικές. Σκοπός της συγκεκριμένης διαλεκτικής είναι να κάνει τους ανθρώπους να αποδεχτούν αυτές τις ανισότητες ως κάτι το αναπόφευκτο: έχουν φυσική προέλευση και δεν μπορούν να αλλάξουν

Αυτός ο τύπος λόγου μπορεί να βρεθεί στις περισσότερες κοινωνίες. Για παράδειγμα, οι Αρχαίοι Έλληνες αναφέρονταν στις κατηγορίες του «ζεστού» και «κρύου», και «ξηρού» και «υγρού» για να κάνουν διάκριση μεταξύ «αρρενωπότητας» και «θηλυκότητας». Ο Αριστοτέλης προσφέρει την ακόλουθη εξήγηση: "Το αρσενικό είναι ζεστό και ξηρό, σχετίζεται με τη φωτιά και τη θετική τιμή. Το θηλυκό είναι κρύο και υγρό, σχετίζεται με το νερό και έχει αρνητική τιμή (...)." Πρέπει να έχει να κάνει, λέει, με τη διαφορετική φύση στην ικανότητά τους να «μαγειρεύουν» αίμα ([…]to ‘cook’ blood]: η έμμηνος ρύση των γυναικών είναι η ελλιπής και ατελής μορφή του σπέρματος. Η τέλεια / ατελής, καθαρή / ακάθαρτη σχέση που δημιουργεί ο Αριστοτέλης μεταξύ σπέρματος και εμμήνου ρύσεως (και επομένως μεταξύ αρσενικού - θηλυκού), έχει την προέλευσή της σε μια θεμελιώδη βιολογική διαφορά.

Επομένως, μια μορφή κοινωνικής ανισότητας που κωδικοποιείται στην κοινωνική οργάνωση της ελληνικής πόλης-κράτους (οι γυναίκες δεν ήταν πολίτες) μεταγράφεται ως φυσική, μέσα από την αναπαράσταση του σώματος.

Σε άλλες κοινωνίες, άλλες «φυσικές» ιδιότητες σχετίζονται με άνδρες και γυναίκες, με αποτέλεσμα επίσης μια ιεραρχική ταξινόμηση των δύο φύλων. Για να αναφέρω ένα παράδειγμα, στην κοινωνία των Inuit, το κρύο, το ωμό και η φύση συνδέονται με τους άνδρες, ενώ το ζεστό, το μαγειρεμένο και ο πολιτισμός σχετίζονται με τις γυναίκες. Ακριβώς το αντίθετο ισχύει στις δυτικές κοινωνίες, στις οποίες ο άνδρας συνδέεται με τον πολιτισμό και η γυναίκα με τη φύση. Μπορούμε λοιπόν να παρατηρήσουμε ότι με διαφορετικές «φυσικές» ιδιότητες (κρύο και ζεστό για τις γυναίκες, για παράδειγμα), το τελικό αποτέλεσμα είναι πάντα μια ιεραρχική κοινωνική τάξη ανδρών και γυναικών, και όποια και αν είναι η «φυσική» ποιότητα, η θέση των γυναικών είναι πάντα λιγότερο καλή.

Ο στόχος μου δεν είναι να αρνηθώ ότι υπάρχουν βιολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ωστόσο, η παρατήρηση μιας διαφοράς δεν σημαίνει αυτόματα και την αποδοχή ότι υπάρχει ανισότητα. Ομοίως, όταν ένα σύνολο «φυσικών διαφορών» διογκώνεται μέσα σε μια κοινωνία, όχι μεταξύ ατόμων αλλά μεταξύ κοινωνικών ομάδων, πρέπει να υποψιαζόμαστε ότι υπάρχει μια κοινωνική σχέση ανισότητας κρυμμένη πίσω από τη συζήτηση περί διαφοράς.

Αυτή η διαλεκτική της «πολιτογράφησης» δεν αφορά συγκεκριμένα τη σχέση κυριαρχίας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί στην κατάσταση των μαύρων. Για παράδειγμα, ορισμένες διαλεκτικές δικαιολογούν τις διάφορες μορφές εκμετάλλευσης και καταπίεσης των μαύρων με αναφορά στην εκ γενετής «τεμπελιά» τους. Ένας παρόμοιος ισχυρισμός έγινε για τους εργάτες τον 19ο αιώνα: εκείνη την εποχή, η αδυναμία τους να ξεφύγουν από τη φτώχεια εξηγούνταν από το γεγονός ότι ήταν στη «φύση» τους να είναι μέθυσοι, από τον πατέρα στον γιο.

Αυτός ο τύπος λόγου τείνει να μετατρέψει τα άτομα που εμπλέκονται στις κοινωνικές σχέσεις σε «είδη» με οριστικές «ιδιότητες». Καθώς αυτές οι ιδιότητες έχουν φυσική προέλευση, δεν μπορούν να αλλάξουν, γεγονός που δικαιολογεί και νομιμοποιεί την ανισότητα σε σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης.

5) Εάν δεν υπάρχουν κοινωνικοί αγώνες, η διαλεκτική που βασίζεται στην «πολιτογράφηση» μπορεί να εσωτερικευθεί εύκολα από τους καταπιεσμένους. Για παράδειγμα, όσον αφορά τις γυναίκες, υπάρχει η συνήθης ιδέα σύμφωνα με την οποία επειδή κυοφορούν και γεννούν παιδιά, είναι «εκ φύσεως» πιο προικισμένες από τους άνδρες για τη φροντίδα τους, τουλάχιστον όσο είναι νέες. Ωστόσο, οι νέες γυναίκες είναι συχνά τόσο απροετοίμαστες όσο ο σύζυγός τους τις πρώτες ημέρες μετά τη γέννηση ενός παιδιού. Από την άλλη πλευρά, συχνά έχουν προετοιμαστεί ψυχολογικά (μέσω της εκπαίδευσης και των κανόνων που έχουν διαποτίσει την κοινωνία) για αυτήν τη νέα ευθύνη, η οποία θα απαιτήσει από αυτές να μάθουν νέες δεξιότητες. Αυτή η κατανομή καθηκόντων σχετικά με τα μικρά παιδιά (που σημαίνει ότι οι γυναίκες είναι σχεδόν αποκλειστικά υπεύθυνες για την φροντίδα τους) δεν είναι καθόλου «φυσική». Είναι ένα ζήτημα κοινωνικής οργάνωσης, μια συλλογική επιλογή της κοινωνίας, ακόμα κι αν δεν διατυπώνεται ρητά. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: κυρίως οι γυναίκες πρέπει να κάνουν ό, τι μπορούν για να «συμφιλιώσουν» την επαγγελματική εργασία και τις οικογενειακές ευθύνες, εις βάρος της υγείας και της επαγγελματικής τους κατάστασης, ενώ οι άνδρες στερούνται της συχνής επαφής με τα παιδιά τους.

Αυτή η πολιτογράφηση των κοινωνικών σχέσεων κωδικοποιείται ασυνείδητα (διακριτικά) στη συμπεριφορά του κυρίαρχου και του κυριαρχούμενου, και τους ωθεί να ενεργήσουν αντίστοιχα: στις μεσογειακές κοινωνίες, για παράδειγμα, οι άνδρες πρέπει να υπακούσουν στη λογική της τιμής (ανά πάσα στιγμή, πρέπει να είναι έτοιμοι να αποδείξουν την «αρρενωπότητά» τους), ενώ οι γυναίκες πρέπει να συμμορφώνονται με τον κώδικα της διακριτικότητας και της υπακοής έχοντας αναλάβει την φροντίδα των άλλων.

Το αποτέλεσμα αυτού του λόγου «πολιτογράφησης», που εκφράζεται από τον κυρίαρχο, είναι ότι άτομα και των δύο φύλων κατηγοριοποιούνται, έχουν μια μοναδική ταυτότητα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, διώκονται ή απλώς υφίστανται κακομεταχείριση, στο όνομα της κοινωνικής τους προέλευσης, το χρώμα του δέρματός τους, το φύλο τους, το σεξουαλικό τους προσανατολισμό, κ.λπ. Στις δυτικές κοινωνίες, ο λευκός, μεσαίας τάξης, χριστιανός, ετεροφυλόφιλος άνδρας υπήρξε, και εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό το σημείο αναφοράς. Μόνο ένα άτομο με αυτούς τους τύπους χαρακτηριστικών θα μπορούσε (μπορεί) να προσποιείται ότι είναι ένα πλήρες άτομο που μπορεί να μιλήσει εκ μέρους της ανθρωπότητας. Όλοι οι άλλοι - οι μαύροι, οι Εβραίοι, οι τσιγγάνοι, οι ομοφυλόφιλοι, οι μετανάστες εργαζόμενοι και τα παιδιά τους, και οι γυναίκες (που στην πραγματικότητα μπορούν να επιβαρυνθούν με πολλά από τα παραπάνω «βάσανα») - έπρεπε, και πρέπει ακόμα και σήμερα, να δικαιολογήσουν εαυτούς τους για την πρόσβαση στα ίδια δικαιώματα με την κυρίαρχη ομάδα.

Πώς εμπλέκεται ο Καπιταλισμός

Στο παρελθόν, όταν ρωτούσαν τα παιδιά στα σχολικά ερωτηματολόγια τι επαγγέλλονταν οι γονείς τους, τους έλεγαν να αφήσουν ένα κενό για τις μητέρες τους,αν ήταν νοικοκυρές. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερο έμβλημα από αυτό το «κενό» για την αόρατη εργασία των γυναικών στην οικιακή σφαίρα στις καπιταλιστικές κοινωνίες πριν από την αναβίωση του φεμινισμού στα τέλη της δεκαετίας του '60. Οι φεμινίστριες ήταν εκείνες που επέστησαν την προσοχή στη σημασία και την ποικιλομορφία της μη αμειβόμενης γυναικείας οικιακής εργασίας.

Θα ήταν δύσκολο να υπολογίσουμε την αόρατη συνεισφορά των γυναικών, η οποία συνήθως δεν λαμβάνεται υπόψη με όρους νομισματικής αξίας, καθώς δεν αποφέρει ούτε αγορά ούτε πώληση. Ωστόσο, το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (UNDP) στην έκθεση του 1995 την αξιολόγησε σε περίπου 11,000 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτός ο αριθμός πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε σχέση με τον αριθμό της παγκόσμιας παραγωγικότητας, που εκτιμάται ότι ανέρχεται περίπου σε 23.000 δισεκατομμύρια δολάρια, προκειμένου να σχηματισθεί μια ιδέα για τη συνεισφορά των γυναικών στην ανθρωπότητα στο σύνολό της. (UNDP, 1995, σελ. 6).

Σε αυτά τα 11.000 δισεκατομμύρια δολάρια θα πρέπει να προστεθεί η συμβολή των γυναικών στην οικονομία σε νομισματικούς όρους (για παράδειγμα με τη μορφή αμειβόμενης απασχόλησης). Τέλος, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι γενικά οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες για την ίδια ή ισοδύναμη εργασία.

Οι οικιακές εργασίες περιλαμβάνουν τις εργασίες που αναπαράγουν το εργατικό δυναμικό - εργασίες που εκτελούνται εντός του οικογενειακού σπιτιού. Το 80% αυτών των οικιακών καθηκόντων εκτελούνται από γυναίκες, και μακράν το μεγαλύτερο ποσοστό αυτής της εργασίας από τις γυναίκες είναι ΜΗ ΑΜΕΙΒΟΜΕΝΟ. Κατά κάποιο τρόπο, το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε ποτέ προβλέψει τη μετατροπή των οικιακών καθηκόντων σε επαγγελματική απασχόληση που αμείβεται με μισθό ή / και εμπορεύσιμα προϊόντα. Για να επιτευχθεί ένας τέτοιος άθλος χρειάστηκε, μέσα από τις πατριαρχικές αξίες που θεμελιώνουν την κοινωνία μας, οι άνδρες και οι γυναίκες να δέχονται και να αναπτύσσουν την ιδέα ότι οι γυναίκες έχουν προδιάθεση για τα οικιακά.

Το ζήτημα της οικιακής εργασίας των γυναικών στον ιδιωτικό τομέα είναι επομένως κεντρικό σε οποιαδήποτε ανάλυση της κατάστασής τους.

Η τάση του καπιταλιστικού συστήματος να αναδιοργανώνει την οικονομία σε παγκόσμια κλίμακα προς ίδιον όφελος έχει άμεσες επιπτώσεις στις σχέσεις μεταξύ των φύλων. Η ανάλυση των μεθόδων του δείχνει ότι, αφενός, το καπιταλιστικό σύστημα τρέφεται από ένα προϋπάρχον σύστημα καταπίεσης - την πατριαρχία - και από την άλλη, συνδυάζει πολλά από τα καθοριστικά χαρακτηριστικά του. Η καταπίεση των γυναικών είναι ένα εργαλείο που επιτρέπει στους καπιταλιστές να διαχειρίζονται ολόκληρο το εργατικό δυναμικό προς όφελός τους. Τους δίνει επίσης τη δυνατότητα να δικαιολογήσουν τις πολιτικές τους, όταν φαίνεται πιο επικερδές να μετατοπίσουν την ευθύνη για την κοινωνική πρόνοια από το κράτος και τους συλλογικούς θεσμούς στην «ιδιωτικότητα» της οικογένειας. Με άλλα λόγια, όταν οι καπιταλιστές χρειάζονται επιπλέον εργασία, καλούν τις γυναίκες που εργάζονται για χαμηλότερες αμοιβές από τους άνδρες, κάτι που φέρνει στη συνέχεια και την παρενέργεια της μείωσης των μισθών γενικά. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος αναγκάζεται να παρέχει υπηρεσίες για τη διευκόλυνση της απασχόλησης των γυναικών ή να τους επιτρέπει να παραμερίσουν ορισμένες από τις ευθύνες τους. Στη συνέχεια, όταν δεν χρειάζονται πλέον τη εργασία των γυναικών, τις στέλνουν σπίτι, πίσω στην «σωστή θέση» τους, με πατριαρχικούς όρους.

Δεν υπάρχει ακόμη χώρα στον κόσμο, ακόμη και μεταξύ των πιο προηγμένων σε αυτόν τον τομέα, όπου η αμοιβή των γυναικών να είναι ίση με εκείνη των ανδρών. Πράγματι, ορισμένες βιομηχανικές χώρες χάνουν σοβαρά έδαφος σε συγκριτικούς όρους ανθρώπινης ανάπτυξης, όσον αφορά αυτό το κριτήριο: Ο Καναδάς έχει πέσει από την 1η στην 9η θέση στην παγκόσμια κατάταξη, το Λουξεμβούργο έχει υποχωρήσει δώδεκα θέσεις, η Ολλανδία δεκαέξι και η Ισπανία είκοσι έξι ( UNDP, 1995). Οι επαγγελματικοί κλάδοι όπου οι γυναίκες αποτελούν πλειοψηφία σε τομείς όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, υποτιμώνται.

Όταν ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση, εισάγονται μέτρα λιτότητας σύμφωνα με τα οποία οι γυναίκες είναι οι πρώτες που αποκλείονται από κοινωνικές παροχές, όπως παροχές ανεργίας, για παράδειγμα, όταν υπάρχουν. Αλλού, ωθούνται σε πολύ χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, όπως η εργασία στις ελεύθερες ζώνες. Στο Μεξικό στον τομέα αυτό οι μισθοί των γυναικών μειώθηκαν από 80% σε σχέση με το μόλις 57% αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών. Μπορεί επίσης να προτιμήσουν να κάνουν μια καλή δουλειά για πενιχρές αμοιβές μέσα στο πλήθος των θέσεων εργασίας στον άτυπο τομέα της οικονομίας, πέρα από τα όρια των «παραλυμένων» Κρατικών κανονισμών.

Τα δικαιώματα των γυναικών στο χώρο εργασίας υπονομεύονται από χιλιάδες κυβερνητικά τεχνάσματα. Υπάρχει φυσικά η «επιλογή» της μερικής απασχόλησης που εκτείνεται από συμβόλαια για τις μισές έως και μηδενικές ώρες εργασίας, όπου η γυναίκα εργαζόμενη παραμένει στη διάθεση του αφεντικού για να εργάζεται από μηδέν έως οποιονδήποτε αριθμό ωρών, όπως απαιτείται κατά περίσταση. Αυτό παρά το γεγονός ότι σχεδόν όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η πλειονότητα των εργαζομένων γυναικών θα ήθελε μια εργασία πλήρους απασχόλησης. Η αυξανόμενη μείωση των υπηρεσιών, όπως βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, ή η ιδιωτικοποίηση άλλων, όπως δομές για ηλικιωμένους, έχει οδηγήσει σε πολλές παγίδες τις εργαζόμενες γυναίκες. Η «ισότητα στην εργασία» έφερε ως αρνητική συνέπεια την εισαγωγή περισσότερης νυχτερινής εργασίας για τις γυναίκες. Φυσικά ήταν σωστό να δημιουργηθούν ίσες συνθήκες εργασίας για τις γυναίκες στις υπηρεσίες ασφάλειας και υγείας, και ούτω καθεξής· αλλά αυτό που διακυβεύθηκε επίσης με αυτά τα λεγόμενα ισότιμα μέτρα ήταν να επιτραπή στις γυναίκες να εργάζονται σε επικίνδυνες νυχτερινές βάρδιες, για παράδειγμα. Δεν υπάρχει κάποια αυστηρή επιταγή για την κατασκευή αυτοκινήτων κατά τη διάρκεια της νύχτας. Τα νέα μέτρα για την καθιέρωση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών θα έπρεπε τότε - με σαφείς φεμινιστικούς όρους - να εξαλείψουν τη νυχτερινή εργασία για τους άνδρες. Επιπλέον, για τις περισσότερες γυναίκες η νυχτερινή εργασία, απαράδεκτη κατ 'αρχήν, καθιστά τη ζωή υπερβολικάσκληρή τις περισσότερες φορές, ενόψει της εργασίας που πρέπει να συνεχίσουν να κάνουν οι γυναίκες στην οικιακή σφαίρα.

Επομένως, το ζήτημα της γυναικείας εργασίας στην παραγωγή ή στη δημόσια σφαίρα, είναι εξίσου βασικό.

Για τη διαχείριση αυτού του ζητήματος, ο καπιταλισμός χρησιμοποιεί την πατριαρχία ως μοχλό για την επίτευξη των στόχων του, ενώ ταυτόχρονα την ενισχύει.

Το γεγονός ότι οι γυναίκες υποβιβάστηκαν - από την πατριαρχία - σε οικιακά καθήκοντα επιτρέπει στους καπιταλιστές να δικαιολογήσουν την υπερβολική εκμετάλλευση και την υποπληρωμή των γυναικών με το επιχείρημα ότι η δουλειά τους είναι λιγότερο παραγωγική από την ανδρική. Επικαλούνται αδυναμία, την έμμηνο ρύση, απουσία λόγω εγκυμοσύνης και άδεια μητρότητας, θηλασμό και φροντίδα ασθενών παιδιών και ηλικιωμένων συγγενών. Εδώ είναι που ο μισθός της γυναίκας υποτιμάται ως «επιπλέον εισόδημα». Ακόμα και σήμερα, με ισάξια προσόντα και για τις ίδιες ώρες, οι γυναίκες πληρώνονται περίπου 20% λιγότερο από τους άνδρες. Αυτό αποτελεί διπλό κέρδος για τους καπιταλιστές. Από τη μία πλευρά, έχουν μια φθηνότερη, πιο ευέλικτη ομάδα εργασίας που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή να απολυθεί σύμφωνα με τις διακυμάνσεις της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, αυτό τους επιτρέπει να μειώσουν γενικά τα ποσοστά αμοιβής.

Το γενικό ζήτημα της εργασίας των γυναικών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα αντικατοπτρίζει είτε την καταπίεσή τους, όπως για παράδειγμα όταν οι πολιτικές της ακροδεξιάς ή ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός τίς αναγκάζουν να παραμείνουν στο σπίτι· ή την απελευθέρωσή τους, όπως στην περίπτωση των προοδευτικών πολιτικών για ίση αμοιβή, της δημιουργίας θέσεων εργασίας και δωρεάν δημοσίων υπηρεσιών.

******

Έχοντας επισημάνει δεόντως τη σημασία της οικιακής εργασίας, ο τρέχων φεμινιστικός «ταξικός αγώνας» δίνει την ακόλουθη ανάλυση4:

• Η καταπίεση των γυναικών προηγήθηκε του καπιταλισμού, αλλά ο τελευταίος την έχει τροποποιήσει βαθιά.

Οι οικιακές εργασίες, με την πραγματική τους έννοια, δημιουργήθηκαν με τον καπιταλισμό. Αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό την εμπορική παραγωγή μικρής κλίμακας στους τομείς της γεωργίας και της βιοτεχνίας με τη μεγάλη βιομηχανία, ο καπιταλισμός έκανε τον διαχωρισμό μεταξύ των τόπων παραγωγής (στο χώρο εργασίας) και της αναπαραγωγής (η οικογένεια) όλο και πιο διακριτό, αναθέτοντας στις γυναίκες τον ρόλο της ευθύνης για τα οικιακά. Αυτή η νέα ιδεολογία της νοικοκυράς, η οποία ξεκίνησε από την αστική τάξη, έφερε περιφρόνηση για τη γυναίκα που «έπρεπε» να εργαστεί, χωρίς να έχει σύζυγο για να την στηρίξει. Αυτή η ιδεολογία δεν περιορίστηκε στην αστική τάξη, αλλά διαδίδεται και μολύνει και το αναδυόμενο εργατικό κίνημα. Ωστόσο, σε αντίθεση με τη δημοφιλή πεποίθηση, οι γυναίκες των κατώτερων τάξεων δεν σταμάτησαν ποτέ να εργάζονται, παγιδευμένες στον ιστό των αντιφάσεων που συνδέονται με τα καθήκοντά τους εντός της οικογένειας και των δύσκολων συνθηκών εργασίας τους. Γι' αυτό πιστεύουμε ότι η εκφορά καπιταλισμού και πατριαρχικής καταπίεσης πρέπει να αναλυθεί ως ενιαίο φαινόμενο.

Ο καπιταλισμός είναι ένας δυναμικός και επιθετικός τρόπος παραγω γής ο οποίος, ως τέτοιος διεισδύει σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις. Για παράδειγμα, ο καπιταλισμός δεν δίστασε να κάνει μαζικές εκκλήσεις για πολύ φθηνή γυναικεία και παιδική εργασία στις αρχές του 19ου αιώνα, προκειμένου να αυξήσει την παραγωγή και επομένως, τα κέρδη. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η ίδια αυτή αναζήτηση μεγιστοποίησης των κερδών οδήγησε τον καπιταλισμό να υπονομεύσει (τουλάχιστον εν μέρει) την πατρική και συζυγική εξουσία, καθιστώντας τις εργαζόμενες γυναίκες «ελεύθερες» να πουλήσουν την εργασία τους χωρίς την άδεια του συζύγου τους και να γίνουν ολοκληρωμένες καταναλώτριες.

Αυτή η έκκληση για γυναικεία εργασία υπέστη νέες εξελίξεις στις αρχές της δεκαετίας του '60, και ξανά σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα. Με τη μετεγκατάσταση παραδοσιακών ή πρωτοποριακών βιομηχανιών, στη Βόρεια Αφρική, τη Λατινική Αμερική ή την Ασία, οι εργοδότες, σε αναζήτηση κερδών, προσλαμβάνουν νέες γυναίκες στην αγορά εργασίας. Αυτές οι νέες, εκμεταλλεύσιμες, εργαζόμενες γυναίκες κατάφεραν ωστόσο να  αποκτήσουν κάποια οικονομική ανεξαρτησία από τους άνδρες της οικογένειας, με αποτέλεσμα να διεκδικήσουν την ελευθερία τους σε πολλούς τομείς.

Ταυτόχρονα στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όλο και περισσότερες από τις δραστηριότητες που είχαν προηγουμένως διατηρηθεί εντός της οικογένειας έχουν εξωτερικευθεί, και τις οποίες έχουν αναλάβει πρωτίστως οι δημόσιες υπηρεσίες όπως σχολεία και ιδρύματα υγείας ή καλύπτονται όλο και περισσότερο μέσω της αγοράς: βιομηχανία ρούχων, γευμάτων και ούτω καθεξής.

• Η καταπίεση των γυναικών είναι χρήσιμη στο καπιταλιστικό σύστημα.

Ο καπιταλισμός, ενώ ευνοεί μια ορισμένη χειραφέτηση των γυναικών χάριν του κέρδους, παραμένει ωστόσο προσκολλημένος στον παραδοσιακό οικογενειακό θεσμό.

Γιατί;

⧫ Στις κοινωνίες μας, η οικογένεια παίζει θεμελιώδη ρόλο στην αναπαραγωγή των διαχωρισμών, καθώς και της ιεραρχίας, μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών τάξεων και φύλων στα οποία ανατίθενται διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές λειτουργίες. Στο όνομα της «μητρικής» ιδιότητας, οι γυναίκες πρέπει να αναλάβουν όλα τα καθήκοντα που σχετίζονται με τη συντήρηση και αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού και της οικογένειας. Όσο για τους άντρες, υποτίθεται ότι είναι πάντα οι κύριοι οικονομικοί προμηθευτές. Όλα αυτά καθιστούν δυνατό, στο πλαίσιο του επαγγελματικού διαχωρισμού και στο όνομα των λεγόμενων συμπληρωματικών ρόλων, βάσει διακρίσεων να συνεχίσουμε να υπο-αμείβουμε τις γυναίκες.

⧫ Η οικογένεια παίζει επίσης το ρόλο της στη «ρύθμιση» της αγοράς εργασίας. Σε περιόδους οικονομικής επέκτασης, όπως συνέβαινε για περίπου τριάντα χρόνια έως τις αρχές της δεκαετίας του 1970, οι γυναίκες καλούνται μαζικά ως φθηνό εργατικό δυναμικό σε αρκετές μεταποιητικές βιομηχανίες όπως τα ηλεκτρονικά, και ως μισθωτές στη βιομηχανία υπηρεσιών. Αλλά σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, όπως και τα τελευταία τριάντα χρόνια, οι εργοδότες και το κράτος υπονοούν αδιάκοπα ότι οι γυναίκες θα έπρεπε - εν μέρει ή πλήρως - να αποσυρθούν από την αγορά εργασίας για να αφιερωθούν στη «φυσική» τους κλίση ως μητέρες. Όταν υπάρχουν ενδείξεις οικονομικής ανάκαμψης (έστω βραχύβιας), ορισμένες συλλογικές επενδύσεις λαμβάνονται και πάλι υπόψη, όχι όσον αφορά την ισότητα των φύλων, αλλά για να «απελευθερώσουν» τη γυναικεία εργασία και να την υποβάλουν σε ευέλικτα χρονοδιαγράμματα.

⧫ Ανά πάσα στιγμή, η γυναικεία οικιακή εργασία επιτρέπει στο κράτος να εξοικονομήσει από άποψη συλλογικών εγκαταστάσεων, και στους εργοδότες να μειώσουν τους μισθούς. Εάν οι γυναίκες δεν θεωρούνταν στ’ αλήθεια οι κύριες υπεύθυνες για τις οικιακές εργασίες, τότε θα έπρεπε να έχει εισαχθεί σημαντική μείωση του χρόνου εργασίας για όλους και σημαντική ανάπτυξη κοινωνικών δομών.

⧫ Η λειτουργία της εξουσίας που διαδραματίζει η οικογένεια έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τις πρόσφατες εξελίξεις στην κοινωνική θέση της γυναίκας· έχει μεταβληθεί σε μια «συναισθηματική», θα λέγαμε, λειτουργία. Ωστόσο, οι υποστηρικτές της καπιταλιστικής κοινωνικής τάξης δεν διστάζουν να υπερασπιστούν μια οικογενειακή δομή που βασίζεται σε ιεραρχικές διαφορές μεταξύ των φύλων. Για παράδειγμα, οι πιο δυναμικοί υποστηρικτές της παραδοσιακής οικογένειας θεωρούν ότι η αποκατεστημένη πατρική εξουσία πρέπει να αποτελέσει φραγμό στις πιθανές εκρήξεις οργής μεταξύ των περιθωριοποιημένων νέων στις φτωχότερες αστικές περιοχές.

⧫ Τέλος, και αυτό στην αρχή φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με το προηγούμενο σημείο, η οικογένεια προσφέρει ένα τεράστιο πλεονέκτημα: είναι ένας σχετικά ευέλικτος θεσμός (οι μορφές του έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά τα τελευταία τριάντα χρόνια). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δικλίδα ασφαλείας για τους περιορισμούς με τους οποίους έρχονται αντιμέτωποι οι μισθωτοί στο χώρο εργασίας. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να επιλέξουν ούτε την εργασία τους, ούτε τις συνθήκες εργασίας τους. Σε περιόδους ανεργίας, οι «επιλογές» είναι πιο περιορισμένες. Αλλά όταν οι άνθρωποι «επιλέγουν» έναν σύζυγο, όταν «επιλέγουν» να έχουν παιδιά, νατρώνε αυτό το φαγητό και όχι το άλλο, να αγοράσουν τη συγκεκριμένη μάρκα αυτοκινήτου, να κάνουν διακοπές στην τάδε χώρα (για όσους μπορούν να το αντέξουν
οικονομικά), ίσως νιώθουν ότι ανακτούν μέρος της ελευθερίας που έχουν χάσει εκτός της οικογένειας. Η διαφήμιση στόχο έχει να συντηρεί αυτήν την ψευδαίσθηση. Η αίσθηση αυτή της ελευθερίας περιορίζεται ακόμη από βασικούς παράγοντες: οικονομικούς πόρους, φύλο και ηλικία. Επειδή εξακολουθούν να θεωρούνται υπεύθυνες για τις οικιακές δουλειές και καθώς η ενδοοικογενειακή βία συνεχίζει να αποτελεί συχνό φαινόμενο, οι γυναίκες γνωρίζουν πολύ καλά τα όρια της ελευθερίας τους. Τα παιδιά το ίδιο, δεδομένου ότι ορισμένα (ιδιαίτερα τα κορίτσια) υπόκεινται στον αυταρχισμό των γονιών τους, εάν όχι σε σωματική τιμωρία.

Όλα αυτά τα στοιχεία εξηγούν γιατί η οικογένεια εξακολουθεί να αποτελεί θεμελιώδες στήριγμα για την καπιταλιστική κοινωνία.

Επομένως, σε αντίθεση με αυτό που φαίνεται να πιστεύουν ορισμένες φεμινίστριες, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί η απελευθέρωση των γυναικών (όλων των γυναικών, όχι μόνο μιας μικρής μειονότητας) σε ένα καπιταλιστικό σύστημα. Γι' αυτό θεωρούμε απαραίτητο, ανεξάρτητα από τις συγκρούσεις, να συνδυάσουμε τον αγώνα των γυναικών ενάντια στην πατριαρχική καταπίεση και τον αγώνα των μισθωτών ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. Ως παράδειγμα για το πόσο δύσκολη μπορεί να είναι μια τέτοια σύγκλιση: ορισμένοι άνδρες συνδικαλιστές δεν θεωρούν «σωστό» να εργάζονται γυναίκες σε εργοστάσια ή δεν είναι οι ίδιοι έτοιμοι να συμμετάσχουν στον αγώνα των γυναικών, υποστηρίζοντας ότι μέσω ενός «παγκόσμιου» (μέσω δηλαδή, των ανδρών ) αγώνα οι γυναίκες έχουν πιθανότητες να επωφεληθούν. Επιπλέον, ορισμένοι άντρες εξακολουθούν να απολαμβάνουν τον ρόλο του «κυρίαρχου αρσενικού» στο σπίτι.

Ιστορική Αναδρομή

1. Στην αρχή ...

Η θέση των γυναικών στις λεγόμενες πρώιμες κοινωνίες (προϊστορικοί χρόνοι)

Οικονομίες επιβίωσης (π.χ. κυνηγοί-συλλέκτες)

Δεν υπήρχε συσσώρευση, αλλά μια συνεχής αναζήτηση πόρων, για λόγους επιβίωσης. Η «εργασία» όλων ήταν απαραίτητη για να διασφαλιστεί η επιβίωση της φυλής. Κανείς δεν θα μπορούσε να ιδιοποιηθεί πόρους χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη συλλογική επιβίωση. Αυτό λειτούργησε ως κοινωνική ισότητα.

Ποια ήταν/είναι η θέση των γυναικών μεταξύ κυνηγών-συλλεκτών; Σύμφωνα με όσα διαβάζουμε σε έργα ανθρωπολόγων και ιστορικών:

● Στην πρωτόγονη ομάδα, παρατηρούμε κινητοποίηση μεταξύ ανδρών και γυναικών, με ελευθερία και χωρίς διακρίσεις

● Ωστόσο, όπου το κυνήγι κυριαρχούσε στην οργάνωση της κοινωνίας, έγινε πρακτική η απαγωγή γυναικών για την εξασφάλιση της απαραίτητης αναπαραγωγής ανδρών

● Άλλες περιπτώσεις, όπως η σημασία των θεών στη μυθολογία, τείνουν να δείχνουν ότι οι γυναίκες είχαν κοινωνική αναγνώριση

Οι πρώτες αγροτικές κοινότητες: συνεργατική οργάνωση της εργασίας

Η κοινωνική ισότητα των φύλων και η συλλογική ιδιοκτησία των πόρων και των μέσων παραγωγής ήταν ακόμη ο κανόνας, με τη γη, επίσης μια συλλογική ιδιοκτησία για κοινή χρήση.

Τέτοιες κοινωνίες είχαν κάποιου είδους καταμερισμό εργασίας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Οι γυναίκες είχαν συγκεκριμένα καθήκοντα όπως το όργωμα των χωραφιών, την κεραμική και την ύφανση, αλλά μια τέτοια διάκριση φύλου δεν είχε ως αποτέλεσμα την καταπίεση των γυναικών ή τον αποκλεισμό τους από τη δημόσια σφαίρα και τον περιορισμό τους στον οικογενειακό κύκλο.

Όχι μόνο οι γυναίκες συμμετείχαν σε παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική οργάνωση:

● Ήταν μέλη του τοπικού συμβουλίου

● Ορισμένες κοινωνίες ήταν μητριαρχικές (γραμμή καταγωγής μέσω μητέρων)

● Σε ορισμένες κοινωνίες η εκπαίδευση των παιδιών ήταν συλλογική ευθύνη

Ωστόσο, σε κάποιες από αυτές τις κοινωνίες, παρατηρούνταν οι άντρες να αναλαμβάνουν την εξουσία, ώστε να ελέγχουν την αναπαραγωγή και, συνεπώς, να διατηρούν τον αριθμό των παραγωγών (producers). Η «κυκλοφορία των γυναικών» έπρεπε να ρυθμιστεί έτσι ώστε να αποφευχθεί η εξαφάνιση ορισμένων ομάδων, είτε βίαια μέσω απαγωγής, είτε μη-βίαια μέσω «ανταλλαγών» ή εμπορίου.

2. Η κοινωνική πλεονασματική παραγωγή και η εμφάνιση κοινωνικών τάξεων.

Αρχαίες κοινωνίες.

Η συσσώρευση πόρων, η ανάπτυξη παραγωγικών δυνάμεων και εργαλείων (ο χρόνος που δεν απαιτείται πλέον για επιβίωση, μπορούσε να αφιερωθεί στο σχεδιασμό και την κατασκευή εργαλείων), οδήγησε σε πλεονασματική παραγωγή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κοινωνικών τάξεων, αφού ορισμένοι θεώρησαν αυτό το πλεόνασμα ως ιδιοκτησία τους και θέλησαν να το αυξήσουν.

Ταυτόχρονα (στην Αρχαιότητα, περίπου το 3.500 π.Χ.) παρατηρούμε την ανάπτυξη της δουλείας - πρώτα από κρατούμενους από κατακτημένες περιοχές και λαούς· αργότερα επίσης λόγω χρεών - και του Κράτους. Η αποστολή του Κράτους ήταν να εγγυηθεί ότιοι άρχουσες τάξεις θα μπορούσαν να διατηρήσουν την κυριότητα του κοινωνικού πλεονάσματος μέσω θεσμών που αποκλείουν άλλα μέλη της κοινότητας από πολιτικές λειτουργίες: η εξουσία ανήκε σε κληρονομικούς άρχοντες, βασιλιάδες ή ευγενείς. Δημιούργησαν έναν στρατό, μια δημόσια διοίκηση, μια δικαστική εξουσία και παραγωγούς ιδεολογίας (ακαδημαϊκούς, δασκάλους) που σκοπό είχαν να διασφαλίσουν ότι η κυριαρχία εκείνων που συγκέντρωσαν τον πλούτο είναι αποδεκτή από όλους.

Για παράδειγμα, οι Αιγύπτιοι Φαραώ βασίζονταν στους γραμματείς για να υπολογίσουν το ποσό των συγκομιδών που θα συλλέγονταν, έτσι ώστε ένα μέρος του να μπορεί ναδιατηρηθεί για τις άρχουσες τάξεις, καθώς και στον κλήρο που δίδασκε ότι οποιαδήποτε εξέγερση εναντίον του Φαραώ - εκπροσώπου του Θεού στη γη - θα τιμωρηθεί μετά θάνατων.

Η θέση των γυναικών άλλαξε ριζικά:

● γενικευμένη πατριαρχικότητα: η νέα έννοια της κληρονομιάς και η μετάδοση της περιουσίας μέσω των αρρένων απογόνων οδήγησαν στη σημασία της γέννησης αρρένων απογόνων των οποίων η γενεαλογία δεν ετίθετο υπό αμφισβήτηση. Οι γυναίκες στη συνέχεια έγιναν μέρη αυτής της ιδιοκτησίας, αφού θεωρούνταν πρωτίστως μητέρες, και ταυτόχρονα οι πατέρες απέκτησαν απόλυτη εξουσία πάνω στα παιδιά τους (βλέπε Ρωμαϊκό νόμο και την απαγωγή γυναικών, για παράδειγμα την ιστορία της μάχης μεταξύ Ορατίων και Κυριτών).

● ο γάμος έγινε πηγή περιουσίας και πλούτου: για παράδειγμα, η τιμή της νύφης που στις μητρικές κοινωνίες συνήθως αποτελούνταν από ένα απλό δώρο, ήταν τώρα προσφορά βοοειδών ή γης.

Καθώς οι αρχαίες κοινωνίες αναπτύχθηκαν, οι πλούσιοι ιδιοκτήτες απέκτησαν δημόσιες ευθύνες και πολιτικές ιδιότητες· οι γυναίκες αποκλείστηκαν από αυτές τις ιδιότητες (δεν είχαν δικαίωμα ψήφου) και κατέστησαν υπεύθυνες για το σπίτι, έτσι ώστε οι άνδρες να μπορούν να απαλλαγούν από οποιεσδήποτε οικιακές εργασίες για να αναλάβουν τις ευθύνες τους στη δημόσια σφαίρα, καθώς και από την ευθύνη της ανατροφής των παιδιών για τη διασφάλιση της μεταβίβασης της περιουσίας.

Θα μπορούσε να αντιταχθεί κανείς ότι αυτό αφορούσε μόνο τις γυναίκες των κυβερνώντων τάξεων. Πράγματι, οι άλλες γυναίκες εργάζονταν στους αγρούς, στην μεταποίηση ή στα μεταλλεία αργύρου (για παράδειγμα, στην Αθήνα). Αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εργαζόμενες γυναίκες ήταν επίσης υπεύθυνες για τις δουλειές του νοικοκυριού επειδή δεν υπήρχε πλέον συνεργατική οργάνωση εργασίας (η οικογένεια παρέμεινε μονάδα παραγωγής) - και τους ανατέθηκε επιπλέον ο ρόλος της αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού.

Έτσι αναπτύχθηκε η έννοια των γυναικών ως υπεύθυνων για την ιδιωτική σφαίρα «εντός της οικίας». Αυτή είναι η αρχή του εγκλεισμού των γυναικών στην οικογένεια (διαφέρει από την έννοια της «νοικοκυράς»): γυναίκες ως τεκνοποιούς - υπεύθυνες για τη μετάδοση περιουσίας… ή για την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού.

3. Προκαπιταλιστικές κοινωνίες. Φεουδαρχικές κοινωνίες

Η κατάσταση των γυναικών άλλαξε με την πάροδο του χρόνου.

Στις αγροτικές κοινωνίες υπήρχε ακόμη καταμερισμός εργασίας μεταξύ των δύο φύλων.

Σημειώνεται ότι οι γυναίκες:

● είχαν ακόμη τη ιδιότητα της αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού. Η εξουσία του πατέρα πάνω στην οικογένεια αντιστοιχούσε επίσης στον έλεγχο της αναπαραγωγής

● εξειδικεύονταν στις οικιακές δουλειές ενώ ασχολούνταν επίσης με παραγωγικές δραστηριότητες. Πράγματι, η οικογένεια εξακολουθούσε να είναι μια μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης, με τις δύο ιδιότητες να συνδέονται στενά, με ορισμένα αγαθά που προορίζονται για οικογενειακή κατανάλωση και άλλα για ανταλλαγή.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η κατάσταση των γυναικών είχε στην πραγματικότητα διακυμάνσεις και αντιφάσεις: κρατούνταν εντός σπιτιού και αποκλείστηκαν από τη δημόσια ζωή, αλλά η οικογένεια ήταν μια μεταβαλλόμενη οντότητα. Για παράδειγμα, η χηρεία και ο δεύτερος γάμος ήταν συχνά φαινόμενα. Οι διευρυμένες οικογένειες ή η οικογενειακή ανασύνταξη χρειάστηκαν για να συνεχίσουν να επιβιώνουν και να παράγουν· υπήρχαν δεσμοί αλληλεγγύης. Έτσι, κατά καιρούς, οι γυναίκες υπέστησαν λιγότερη πίεση: πχ. η εκπαίδευση των παιδιών μπορούσε να είναι συλλογική. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναγνωρίστηκε η παραγωγική εργασία τους: πχ. οι γυναίκες μπορούσαν να είναι μέλη συντεχνιών και εταιρειών.

4. Η περίοδος του εμπορικού καπιταλισμού και της εργοστασιακής ανάπτυξης

Καθώς ο εμπορικός καπιταλισμός σχηματίστηκε, ακολουθούμενος από τον εκμηχανισμό, η κατάσταση των γυναικών επιδεινώθηκε. Επιπλέον, ο ρόλος της οικογένειας επρόκειτο να αλλάξει με το σχηματισμό του αστικού Κράτους.

Με την ανάπτυξη της μεταποίησης, εργαζόμενοι / παραγωγοί διαχωρίστηκαν από τα μέσα παραγωγής τους· τεχνίτες μίσθωσαν την εργασία τους, αλλά δεν είχαν πλέον τα δικά τους εργαλεία.

Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε με την «οικιακή βιομηχανία». Οι έμποροι ενοικίασαν εξοπλισμό παραγωγής (για παράδειγμα, έναν αργαλειό ύφανσης) στην οικογένεια, τους έφεραν τις πρώτες ύλες και θα επέστρεφαν για να παραλάβουν το τελικό προϊόν με αντάλλαγμα τους μισθούς.

Μια άλλη συνέπεια της ανάπτυξης της βιομηχανικής παραγωγής ήταν ότι η οικογένεια μετατράπηκε από μονάδα παραγωγής σε μονάδα κατανάλωσης.

Προηγουμένως, οι οικογένειες αγροτών παρήγαγαν τις βιοτικές τους ανάγκες. Στη διαδικασία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τα προϊόντα που κάποτε παρήχθησαν μέσα σε οικογένειες τώρα παράγονταν εκτός σπιτιού.Έκτοτε, η οικιακή εργασία υποτιμήθηκε, θεωρήθηκε ότι δεν παράγει αγαθά που θα προορίζονταν για ανταλλαγή και δεν αναγνωρίζονται πλέον ως κοινωνικά απαραίτητα.

Πολύ αργότερα, αυτή η υποτίμηση θα επηρέαζε όλα τα επαγγέλματα που συνδέονται με καθήκοντα που θεωρούνται ως γυναικεία εργασία εντός της οικογενείας: καθάρισμα - φροντίδα - διδασκαλία…

Μόλις η γυναικεία εργασία είχε υποτιμηθεί κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, η αστική τάξη άρχισε να χρησιμοποιεί τις γυναίκες για συμπληρωματική εργασία, με χαμηλότερες αμοιβές, για να ασκήσει πίεση στους άντρες μισθωτούς και διαιρώντας έτσι τη μελλοντική εργατική τάξη, είτε στην οικιακή βιομηχανία που υπήρχε ακόμη, ή σε εργοστάσια.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοχή της εφεδρικότητας της γυναικείας εργασίας (ανάθεση μόνιμου υποστηρικτικού ρόλου στους μισθούς και την εργασία των γυναικών και των κοριτσιών), ήταν απαραίτητο να ανατεθούν με σαφήνεια τα οικογενειακά καθήκοντα στις γυναίκες ως βασικά τους καθήκοντα.

Από τον 18ο αιώνα, η «εστίαση στην οικογένεια» έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της αστικής κοινωνίας.

Αυτό αντιπροσώπευε μια νέα αντίληψη της οικογένειας και του ρόλου των γυναικών: οι φιλοδοξίες της μπουρζουαζίας καθώς έγινε η κυρίαρχη τάξη, δημιούργησαν μια νέα εστίαση στο παιδί, γιατί τα παιδιά επρόκειτο να ενσαρκώσουν την αναζήτηση για ολοένα και περισσότερο κύρος. Πιο χειροπιαστά, αυτό σήμαινε τον περιορισμό του αριθμού των γεννήσεων «για την καλύτερη φροντίδα των παιδιών» και την απόλαυση μιας πιο έντονης οικιακής ζωής. Από αυτή την άποψη, οι αστικοί γάμοι ήταν πάνω από όλα επιχειρηματικές ρυθμίσεις και η οικογένεια έγινε επίσης το μέσο μετάδοσης κοινωνικών κανόνων. Αυτή τη στιγμή, (τον 18ο αιώνα) αυτό το αστικό οικογενειακό μοντέλο υπήρχε μόνο στις κυρίαρχες τάξεις. Αυτό θα άλλαζε.

5. Η βιομηχανική επανάσταση και η προλεταριοποίηση των γυναικών

Την εποχή του εκμηχανισμού των εργοστασίων κατά τη βιομηχανική επανάσταση, η αστική τάξη υποστήριξε το αστικό οικογενειακό μοντέλο για την εργατική τάξη:

● Πυρηνική οικογένεια (γονείς και παιδιά)

● Οι γυναίκες έπρεπε να διασφαλίσουν την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού: οι άνδρες πρέπει να ξεκουραστούν και να είναι έτοιμοι να διασφαλίσουν την παραγωγή. Τα παιδιά, ως μελλοντικοί παραγωγοί, δεν μπορούσαν πλέον να τρέχουν στους δρόμους και τα χωράφια: έπρεπε να προετοιμαστούν για τη σειρά τους να κατέβουν τα ορυχεία.

Αυτού του είδους η οικογένεια οριζόταν όλο και περισσότερο ως ιδιωτική σφαίρα, μια μονάδα κατανάλωσης, και είχε εκπαιδευτικό ρόλο στην αναπαραγωγή των προτύπων της κυρίαρχης ιδεολογίας: σεβασμός της καθιερωμένης τάξης και της ιδιωτικήςιδιοκτησίας. Μέσα στην οικογένεια της εργατικής τάξης, ο πατέρας θα μπορούσε να κυβερνήσει ως άρχων και να αφήσει την εξωτερική πολιτική εξουσία σε άλλους.

Ωστόσο, αυτά τα σχέδια συγκρούστηκαν με την πραγματικότητα της βιομηχανικής επανάστασης, η οποία έκανε και τις γυναίκες προλετάριους. Πράγματι, τη στιγμή της βιομηχανικής επέκτασης του 19ου αιώνα, όλοι κινητοποιήθηκαν για να εργαστούν σε ορυχεία ή στην κλωστοϋφαντουργία- συμπεριλαμβανομένων των γυναικών και των παιδιών.

Περιορίστηκαν σε εργασίες που ήταν συχνά επικίνδυνες, για χαμηλότερους μισθούς.

Η οικογένεια της εργατικής τάξης διαλύθηκε από:

● Την κινητικότητα των εργαζομένων

● Οικογένειες που διέθεταν χώρους εντός του σπιτιού σε μετανάστες

● Περιφέρειες εργατικών τάξεων όπου αναπτύχθηκαν κοινότητες

● Διαφορετικές ώρες εργασίας, που σημαίνει ότι τα μέλη μιας οικογένειας βλεπόντουσαν ελάχιστα ή καθόλου

Όλα αυτά αποτελούσαν μια σειρά κινδύνων για την αστική τάξη που δεν είχε πλέον τον έλεγχο της κατάστασης. Σε αντίδραση, προσπάθησαν να βρουν τρόπους για ηθική βελτίωση, ως μέσου για να ανακτήσουν τον έλεγχο των εργαζομένων:

● Προσπάθειες για μεταρρύθμιση της οικογένειας: η αστική τάξη προώθησε την εικόνα της νοικοκυράς ως ηθικού κηδεμόνα. Αυτή η ιδεολογία σήμαινε ότι όλες οι γυναίκες, ανεξάρτητα από το αν ήταν μέρος του εργατικού δυναμικού, έπρεπε να θεωρήσουν την οικιακή ζωή ως κύρια ευθύνη τους.

● Η δημιουργία δημόσιων σχολείων είχε μια ιδεολογική λειτουργία βλ. Jules Ferry και διδασκαλία του ήθους) και μια οικονομική λειτουργία (κατάρτιση ειδικευμένων εργαζομένων) στα τέλη του 19ου αιώνα και κυρίως στις αρχές του
20ου αιώνα.  

Αυτό σημαίνει ότι:

● Οι γυναίκες ήταν επίσης υπεύθυνες για μια «ηθική επιρροή» στους άνδρες (για παράδειγμα, τα αφεντικά παρακαλούσαν τις γυναίκες να ασκήσουν πίεση στους συζύγους τους να μην απεργήσουν, στο όνομα της «επιβίωσης» της οικογένειας)·

● Η δουλειά τους θεωρήθηκε ως «δεύτερη δουλειά»: η κύρια ευθύνη τους που δεν ήταν η παραγωγή, σήμαινε ότι ο μισθός τους ήταν ένας επιπλέον μισθός μετά τον μισθό του συζύγου· η έννοια του συμπληρωματικού εργατικού δυναμικού υπονοούσε ότι προσλήφθηκαν ή απολύθηκαν σύμφωνα με τις τρέχουσες οικονομικές ανάγκες·

● Η εργασία που πραγματοποιείται από τις γυναίκες θα αλλάζει σταδιακά και θα επικεντρώνεται στις «γυναικείες δουλειές», ως επέκταση του ρόλου τους στην οικογένεια. Τέτοιες εργασίες θα παρέμεναν χαμηλά αμειβόμενες καθώς θεωρήθηκαν ως επέκταση μη παραγωγικών δραστηριοτήτων και υποτιμόνταν λόγω της σύνδεσής τους με τις οικογενειακές δουλειές.

Η μαζική είσοδος γυναικών σε εργοστάσια θα μπορούσε να συμβάλει στη χειραφέτησή τους. Για να εμποδίσει αυτήν τη χειραφετητική διαδικασία, η αστική τάξη όχι μόνο κατέφυγε στον «εγκλεισμό» των γυναικών στην οικογένεια, αλλά η χαμηλά αμειβόμενη εργασία των γυναικών χρησιμοποιήθηκε επίσης ως μέσον για να χωρίσει τους εργαζόμενους. Για παράδειγμα, η απόλυση ανδρών για να προσλάβουν στη θέση τους γυναίκες και παιδιά να εργάζονται νυχτερινές βάρδιες, στις χειρότερες των συνθηκών.

6. Η κατάσταση την παραμονή του Α 'Παγκοσμίου Πολέμου ...

Πολλές γυναίκες εργάστηκαν και έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης σε μεγάλο βαθμό, στο πλαίσιο συμπληρωματικής εργασίας.

Δόθηκε περίοπτη θέση στην οικογένεια: οι γυναίκες έπρεπε να είναι υπεύθυνες για την οικογένεια, που αποτελούσε:

● τον τόπο όπου το εργατικό δυναμικό αναπαράγεται και συντηρείται 

● μια μονάδα κατανάλωσης 

● τον χώρο όπου ασκείται ο ιδεολογικός έλεγχος (αυτή η εκπαιδευτική λειτουργία μοιράστηκε με τα σχολεία που επίσης αναπαράγουν το εργατικό δυναμικό και την ιδεολογία της άρχουσας τάξης).

7. Αλλαγές στον 20ο αιώνα

Η μαζική είσοδος των γυναικών σε εργοστάσια, και αργότερα σε γραφεία, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη χειραφέτηση.

Σιγά-σιγά, οι γυναίκες έχουν επιτύχει νομική ισότητα, π.χ. το δικαίωμα ψήφου το 1948 στο Βέλγιο.

Από το 1945, όλο και περισσότερες γυναίκες έχουν εργαστεί, για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. Ο αγώνας των γυναικών για χειραφέτηση αναπτύχθηκε, το γυναικείο κίνημα διαμορφώθηκε και επιτεύχθηκε πρόοδος, πχ:

● η απεργία των γυναικών στο Εθνικό Εργοστάσιο Όπλων (NF) στο Herstal (Βέλγιο) το 1966: ήταν το πρώτο βήμα προς την ίση αμοιβή… που ακόμα αναμένεται να επιτευχθεί 

Και από το 1968, σημειώθηκε περαιτέρω πρόοδος, όπως:

● αντισύλληψη, αποποινικοποίηση της άμβλωσης 

● γυναίκες διαμαρτύρονται για τον διπλό φόρτο εργασίας5 

● παροχή δημόσιων εγκαταστάσεων 

● εκπαίδευση, πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρόσβαση στα επαγγέλματα.

Οι γυναίκες κινητοποιήθηκαν σε συνδικάτα και πολιτικά κόμματα 

Οι γυναίκες εργάζονται όλο και περισσότερο, αλλά σε περιόδους κρίσης, ειδικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, μπορεί κανείς να δει ότι για άλλη μια φορά, όπως τη δεκαετία του 1930, οι γυναίκες θεωρούνται ως συμπληρωματικό εργατικό δυναμικό και έχει δοθεί περισσότερη έμφαση στην οικογένεια και τον ρόλο των γυναικών στο σπίτι.

Στην πραγματικότητα:

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η αύξηση της εργασίας μερικής απασχόλησης (το 1995, το 88% των εργαζομένων μερικής απασχόλησης ήταν γυναίκες) έχει παρουσιαστεί ως μέσο για τον συνδυασμό επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.

Επιπλέον, τα διαλείμματα σταδιοδρομίας και η γονική άδεια σημαίνουν λιγότερες ώρες εργασίας.

Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν το 40% του εργατικού πληθυσμού, αλλά το 28% εργάζεται υπό συνθήκες μερικής απασχόλησης, δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζόμενων γυναικών.

Πολλές γυναίκες έχουν δεχθεί θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης υπό τον όρο ότι θα λάβουν πρόσθετο επίδομα «ανεργίας» για ακούσια εργασία μερικής απασχόλησης.

Από τη στιγμή που οι θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης συμπληρώθηκαν από γυναίκες, το επίδομα αυτό αποσύρθηκε.

Ενδιαφέροντα διαχείρισης:

● διπλή διαχείριση της εργασίας: κατά την αναδιάρθρωση, ο ιδιοκτήτης επιβάλλει μερική απασχόληση σε ... γυναίκες

● ευελιξία: αριθμός ωρών και ευέλικτος προγραμματισμένος χρόνος ανάλογα με τη ζήτηση και τις ανάγκες παραγωγής.

Η προπαγάνδα της διοίκησης και της κυβέρνησης αναβίωσε την έννοια του δευτερεύοντος μισθού ενθαρρύνοντας τις οικογένειες να περιοριστούν γύρω από έναν μισθό, το εισόδημα του άνδρα. Σε χώρες όπως το Βέλγιο, αυτό έχει οδηγήσει σε περικοπές χαμηλότερων επιδομάτων ανεργίας για τις γυναίκες και αποκλεισμό πολλών ανέργων γυναικών που ζουν με τον μισθό ενός άνδρα· περικοπές στις συντάξεις των γυναικών · επιδοτήσεις για την πρόσληψη εργαζομένων μερικής απασχόλησης · η ενθάρρυνση οικογενειών μονού εισοδήματος (οι μισθοί που κερδίζουν οι άνδρες) μέσω φορολογικών κινήτρων (ένα εισόδημα, διαιρεμένο μεταξύ ενός ζευγαριού, χρεώνεται λιγότερο συνολικό φόρο από το άθροισμα των δύο εισοδημάτων · αυτό ονομάζεται επίδομα εξαρτώμενου ατόμου).

Υπάρχει μια ιδιαίτερη απειλή για την απασχόληση των γυναικών, η οποία καθιστά επίσης δυνατή τη μείωση των δημόσιων δαπανών (οι δημόσιες εγκαταστάσεις είναι ένας άλλος στόχος που πρέπει να προστεθεί στα παραπάνω).

Παρά τα πολύ εύθραυστα επιτεύγματα των γυναικών, οι άνδρες δυσφορούν.  

Αισθάνονται άβολα, απειλούνται και, για παράδειγμα, νιώθουν ότι δοκιμάζεται ο ρόλος τους ως πατέρες (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πατριαρχία περιλαμβάνει επίσης την κυριαρχία πατέρα/παιδιού), ή ακόμη βλέπουν αυτές τις ντροπαλές φεμινιστικές νίκες να επιτίθενται στο καθεστώς τους. Ένα ρεύμα σκέψης επιδιώκει να ενώσει τους άνδρες ενάντια στη φεμινιστική τάση: αυτό είναι το λεγόμενο κίνημα των «δικαιωμάτων των ανδρών». Αυτό δείχνει τη μεγάλη ικανότητα της πατριαρχίας να προσαρμόζεται στις κοινωνικές αλλαγές. Είναι ένα αντιδραστικό κίνημα, επιζήμιο για τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ γυναικών και ανδρών. Σε σχέση με αυτό, οι γυναίκες και οι άνδρες φεμινιστές πρέπει να εγείρουν το ερώτημα: «Τι είδους άντρας μπορεί να συγκρουστεί με την πατριαρχία και να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στον αγώνα των γυναικών για χειραφέτηση;»

Η μετάφραση του αρχικού κειμένου από τα γαλλικά στα αγγλικά έγινε από τους Vicki Briault, Francesca Denley, Marie Lagatta, Charles La Via, Christine Pagnoulle.

Μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά/Επιμέλεια- Νικολαΐδου Ιωάννα

Σημειώσεις

1 https://www.cadtm.org/

2 Jean Batou και Magdalena Rosende στο Solidarités, http://www.solidarites.ch/solinf/123/10.php3

3 Αυτό το μέρος της εκπαιδευτικής ενότητας βασίζεται στο έργο της France Arets, The Origins of Patriarchy, Private Property and the Nation, στο École Che Guevara, « Understanding the world to take action, taking action to change the world », Léon Lesoil ASBL

4 Αυτό το «ριζοσπαστικό» ρεύμα του φεμινισμού (βλ. C. Delphy σε ένα επιδραστικό άρθρο με τίτλο «L’ennemi Principal» (The Principal Enemy) [1970]) προέβαλε ότι υπάρχει ένας τρόπος οικιακής παραγωγής διαχωρισμένος από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Σύμφωνα με αυτήν την ανάλυση, όλες οι γυναίκες, οποιασδήποτε κοινωνικής τάξης, είναι θύματα άμεσης εκμετάλλευσης από άνδρες εντός της οικογένειας, και οι γυναίκες, όπως και οι άνδρες, απαρτίζουν ομόφυλες τάξεις. Στον αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, οι γυναίκες αντιτίθενται στην τάξη των ανδρών, όπως και οι εργαζόμενοι αντιτίθενται στους εργοδότες, μέσα από την ταξική πάλη. Τα πολιτικά συμπεράσματα αυτής της ανάλυσης ήταν ξεκάθαρα: σε αυτήν την ταξική πάλη, οι γυναίκες πρέπει να ενωθούν για να πολεμήσουν τον κύριο εχθρό τους, την πατριαρχία. Ο C. Delphy δεν έδειξε άμεσο ενδιαφέρον ή δυνατότητα σύνδεσης του παραδοσιακού ταξικού αγώνα με τον αγώνα των «έμφυλων τάξεων».

5 (Σ.τ.Μ.) ως διπλός φόρτος εργασίας (double shift/double burden/double duty) ορίζεται ο φόρτος εργασίας των ατόμων που πρέπει να εργαστούν για να κερδίσουν τα προς το ζην, και παράλληλα είναι υπεύθυνα για μεγάλο μέρος απλήρωτης οικιακής εργασίας.