Τα τρία σενάρια της νέας αρχιτεκτονικής του ευρώ 

Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ

Η συνεχιζόμενη κρίση χρέους ανέδειξε την λανθασμένη αρχιτεκτονική του ευρώ. Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα δημιουργήθηκε με πολιτικά κυρίως κριτήρια και λιγότερο οικονομικά. Επιχείρησε να «ενώσει» την Ευρώπη, βορρά με νότο, δύση με πρώην κομμουνιστική ανατολή, με όχημα ένα κοινό νόμισμα το οποίος υποτίθεται θα γεφύρωνε το χάσμα και θα μετρίαζε τους εθνικισμούς.

Το κοινό νόμισμα άλλωστε γεννήθηκε μέσα από τον γαλλογερμανικό συμβιβασμό των Μιτεράν-Κολ. Ο πρώτος φοβόταν αναβίωση του γερμανικού εθνικισμού μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και πίστευε ότι η νομισματική ένωση θα μπορούσε να ήταν το πρώτο βήμα για ευρύτερη πολιτική ένωση της Ευρώπης. Ο δεύτερος προκειμένου να εγκαταλείψει η Γερμανία την ασφάλεια του γερμανικού μάρκου, ήθελε τη Γαλλία να δεσμευτεί στην αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία. Η συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992 γινόταν η προϋπόθεση για να ενταχθεί μια χώρα στο ευρώ-με τα πολιτικά κριτήρια πάντως να μετρούν περισσότερο από τα στενά νομισματικά-οικονομικά, όπως φαίνεται εκ των υστέρων στην ελληνική περίπτωση. Ύστερα ήλθε και η «βίβλος» του ευρώ, το Σύμφωνο Σταθερότητας που προσάρμοζε το Μάαστριχτ στις νέες συνθήκες.

Η νέα αρχιτεκτονική του ευρώ, στηρίζεται σε τρία σενάρια. Αυτό το οποίο φαίνεται να κερδίζει έδαφος είναι η προσπάθεια «γερμανοποίησης» της Ευρώπης, που προωθούν το δίδυμο Μέρκελ-Σόϊμπλε με τον ακόμη πιο σφικτό έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών.


Mέρκελ-Σόιμπλε

Το σχέδιο Μέρκελ-Σόιμπλε αποκλείει το ενδεχόμενο «μοιρασιάς» του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης, είτε με τη μορφή έκδοσης ομολόγων, είτε με τη μορφή δημιουργίας «ταμείου ανακούφισης», κοινών τραπεζικών εγγυήσεων ή αναδρομική ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μέσω του μηχανισμού στήριξης.

Το γερμανικό σχέδιο επικεντρώνεται στην πλήρη παράδοση της εθνικής κυριαρχίας, με τη μορφή αυστηρότερου ελέγχου και δημιουργίας Ευρωπαίου «υπερεπιτρόπου» με δικαίωμα βέτο επί των εθνικών προϋπολογισμών ακόμη και αν αυτοί έχουν ψηφιστεί από τα κοινοβούλια- δηλαδή οι Βρυξέλλες(βλέπε Βερολίνο) θα αγνοούν την εκφρασμένη λαϊκή βούληση όπως αυτή διαμορφώνεται από τους κομματικούς συσχετισμούς στα εθνικά κοινοβούλια. Το σχέδιο αυτό έχει τη στήριξη των άλλων «βορείων» του κλαμπ της υψηλής αξιολόγησης ΑΑΑ, της Ολλανδίας και της Φινλανδίας.

Ο Φιλανδός πρωθυπουργός Γιούρκι Κατάϊνεν δεν δίστασε σε πρόσφατες δηλώσεις του να δώσει ηθική διάσταση στο θέμα, λέγοντας: «Στη Φινλανδία, ο κόσμος ρωτά αν είναι σωστό να πληρώνουμε το λογαριασμό που έρχεται από τα <λάθη> πολιτικών άλλων χωρών. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι δεν είναι δίκαιο». Το μέλος του συμβουλίου της Μπούντεσμπανκ Αντρέας Ντόμπερτ μιλώντας στο Δουβλίνο δεν δίστασε να μιλήσει ακόμη και με «θρησκευτικούς» όρους, υποστηρίζοντας ότι η ευρωζώνη πρέπει «να καλύψει αμαρτίες του παρελθόντος», αναλαμβάνοντας για παράδειγμα μέρος του τραπεζικού χρέους της Ιρλανδίας. «Όλα τα άλλα ισοδυναμούν με δημοσιονομική μεταβίβαση».

 

Κατά Σόιμπλε

Στις προτάσεις Σόιμπλε αντέδρασαν ήδη αρνητικά οι κυριότεροι εκπρόσωποι του «νότου», ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι και ο Ιταλός ομόλογος του Μάριο Μόντι. Αλλά και η Γαλλία που ισορροπεί μεταξύ «βορρά» και «νότου», κάθε άλλο παρά καλοβλέπει τις γερμανικές ιδέες, οι οποίες αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές του γαλλικού συντάγματος, προβάλλοντας προς το παρόν το επιχείρημα της μακρόσυρτης διαδικασίας που απαιτεί η αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών, προκειμένου να προχωρήσουν τα κράτη σε εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. «Δεν νομίζω ότι οι Γερμανοί θα καταφέρουν να επιβάλλουν το δικαίωμα του βέτο στους προϋπολογισμούς χωρίς αντάλλαγμα τα ευρώ-ομόλογα. Αυτό είναι ίσως που η Μέρκελ θέλει, αλλά δεν είναι αυτό που θα πετύχει», υποστηρίζει ο Ζαν Πιζανί-Φερί, οικονομολόγος στο οικονομικό ινστιτούτο των Βρυξελλών Bruegel.

Οι άλλες δύο «εναλλακτικές» προτάσεις είναι η μία ή με τον άλλο τρόπο μοιρασιά του ευρωπαϊκού χρέους. Το συμβούλιο οικονομικών εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης του Βερολίνου έχει προτείνει τη δημιουργία ενός προσωρινού «ταμείου ανακούφισης» που θα εκδίδει κοινά ευρωομόλογα για να βοηθήσει τις χώρες των οποίων το χρέος ξεπερνά το όριο του 60% του ΑΕΠ-ήταν ένα από τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ για ένταξη στο ευρώ, το οποίο αγνοήθηκε προκειμένου να τεθεί γρηγορότερα σε εφαρμογή η Οικονομική και Νομισματική Ένωση.

Το σχέδιο φέρεται να το ευνοεί ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ. Μία άλλη παραλλαγή της πρότασης κάνει λόγο για διάσωση των τραπεζών των «προβληματικών» χωρών, χωρίς τα χρέη τους να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Το σχέδιο αυτό βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ισπανία, χωρίς ωστόσο ακόμη σαφή απόφαση αν και πως θα «διασωθεί» η χώρα.

Μία πιο προχωρημένη πρόταση προς ένα είδος «ομοσπονδοποίησης», προβλέπει τη δημιουργία κοινής ευρωπαϊκής υπηρεσίας διαχείρισης χρέους, που θα εκδίδει ένα ποσοστό ομολόγων για λογαριασμό των κρατών μελών. Η πρόταση αυτή φαίνεται να έχει τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Οι τρεις προτάσεις εστιάζονται ωστόσο στη διαχείριση ενός μακρινού μέλλοντος, την ώρα που η κρίση και η ύφεση βουλιάζει τις κοινωνίες στην απόγνωση. Θα «προκάνουν» οι Ευρωπαίοι ηγέτες ή το εγχείρημα του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος θα ενταφιάσει κάθε απόπειρα και εκδοχή ενοποίησης της Ευρώπης; Ζήτημα, τι ειρωνεία(!), που άρχισε να συζητιέται ήδη την εποχή του μεσοπολέμου ως απάντηση στα δεινά που είχε ήδη ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος προκαλέσει.

 

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Ελλάδα αύριο" 03/11/2012