Ραγδαία αύξηση των μεγάλων πυρκαγιών παγκοσμίως

2016-05-15 01 Soaring large fires worldwide  O πλανήτης καίγεται - κυριολεκτικά. Η πυρκαγιά στην περιοχή του Φορτ Μακ Μάρεϊ στον Καναδά που μαινόταν επί οκτώ ημέρες καταστρέφοντας το 20% των κατοικιών κι εκτοπίζοντας πάνω από 100.000 ανθρώπους, είναι η τελευταία μιας σειράς από πύρινες λαίλαπες που έχουν ξεσπάσει σε σύντομο χρονικό διάστημα η μία από την άλλη, σε μια Γη που κάθε χρόνο γίνεται και πιο θερμή.

 Νωρίτερα, αυτόν τον χρόνο, μεγάλες φωτιές ξέσπασαν σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη, την Τασμανία στην Αυστραλία, την Οκλαχόμα και το Κάνσας στις ΗΠΑ, ενώ πέρυσι οι φωτιές στην Αλάσκα και την Καλιφόρνια έκαψαν 40 εκατ. στρέμματα γης - αριθμός-ρεκόρ. Υπήρχαν περιπτώσεις που οι πυρκαγιές μαίνονταν ανεξέλεγκτες για ολόκληρες εβδομάδες, στην Καλιφόρνια και την Αλάσκα, την πολιτεία η οποία επλήγη περισσότερο. Πέρυσι επίσης, τεράστιες πυρκαγιές έπληξαν τη Σιβηρία, τη Μογγολία και την Κίνα, ενώ στη Βραζιλία η περίοδος των πυρκαγιών έχει αυξηθεί κατά έναν μήνα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. «Όσο περισσότερο ανεβαίνει η θερμοκρασία τόσες περισσότερες φωτιές ξεσπούν», δίνει μία εξήγηση για την αύξηση των πυρκαγιών παγκοσμίως ο Μάικ Φλάνιγκαν, καθηγητής δασολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα στον Καναδά. Μάλιστα, στην περιοχή, το θερμόμετρο έφτασε την προηγούμενη εβδομάδα στους 30 βαθμούς Κελσίου, ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες για Μάιο στον Καναδά.

  Ο καθηγητής Φλάνιγκαν και άλλοι ειδικοί λένε πως η αύξηση των πυρκαγιών οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων η κλιματική αλλαγή, τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη γη και τις μεθόδους κατάσβεσης. Ωστόσο, η αύξηση της θερμοκρασίας είναι από τους κυριότερους λόγους για την αύξηση των πυρκαγιών, συμπέρασμα με το οποίο συμφωνεί και μελέτη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις αρχές του χρόνου. «Η φωτιά στο Φορτ Μακ Μάρεϊ της Αλμπέρτα», εξηγεί ο Τζόναθαν Οβερπεκ, καθηγητής κλιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, «αποτελεί θαυμάσιο παράδειγμα που το συναντάμε όλο και πιο συχνά: η υπερθέρμανση σημαίνει ότι το χιόνι λιώνει γρηγορότερα, τα εδάφη στεγνώνουν γρηγορότερα και η εποχή των πυρκαγιών ξεκινάει νωρίτερα».  

 Παγκοσμίως, η περίοδος των φωτιών αυξήθηκε περίπου 19% από το 1979 έως το 2013, σύμφωνα με μελέτη του Μαρκ Κόχραν, καθηγητή οικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Ντακότα. Οι φωτιές αυξάνονται σταδιακά, ωστόσο στα τέλη της δεκαετίας του '90 και στις αρχές του 21ου αιώνα, «βρεθήκαμε ξαφνικά αντιμέτωποι με τεράστιες φωτιές που δεν μπορούμε να ελέγξουμε», λέει ο καθηγητής. Εκτιμήσεις Αλλά και ο περιβαλλοντολόγος Παρκ Γουίλιαμς από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια συμφωνεί πως οι φωτιές έχουν αυξηθεί σημαντικά κυρίως εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας. Οι φωτιές, σύμφωνα με τον Γουίλιαμς, σε ορισμένες περιοχές όπως η Ινδονησία και ο Καναδάς, είναι τεράστιες όταν εκδηλώνεται το Ελ Νίνιο (με κλιματικούς όρους, το Ελ Νίνιο αποτελεί μέρος των διακυμάνσεων που παρουσιάζει η επιφανειακή θερμοκρασία του Ειρηνικού και του Ινδικού ωκεανού εντός της τροπικής ζώνης), οπότε κι ανεβαίνει η θερμοκρασία. Αλλού, λένε οι επιστήμονες, η θερμοκρασία και η υγρασία -πολύ υψηλές θερμοκρασίες και ελάχιστη υγρασία- είναι οι κύριοι παράγοντες των φωτιών. Καθώς ζεσταίνεται ο αέρας, ξεραίνονται γρηγορότερα τα δέντρα με αποτέλεσμα να πιάνουν φωτιά ευκολότερα, ενώ επίσης η αύξηση των κεραυνών -έχει εκτιμηθεί πως για κάθε έναν βαθμό Κελσίου άνοδο της θερμοκρασίας, οι κεραυνοί αυξάνονται κατά 12%- συντελεί επίσης στην αύξηση των πυρκαγιών.      

 Αν και το 2015 ήταν, σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ), με διαφορά το θερμότερο έτος στα μετεωρολογικά χρονικά από το 1880 που τηρούνται στοιχεία, οι προβλέψεις είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες για το 2016 αφού τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι στιγμής είναι ο πιο ζεστός χειμώνας που έχει καταγραφεί στον πλανήτη Γη. Η Μετεωρολογική Υπηρεσία της Βρετανίας, μάλιστα, προβλέπει ότι -μετά το 2014 και το 2015 που το θερμόμετρο σημείωσε επίπεδα - ρεκόρ- το 2016 θα είναι το τρίτο στη σειρά πιο ζεστό έτος στα μετεωρολογικά χρονικά, με τη μέση παγκόσμια θερμοκρασία να φθάνει περίπου 1,1 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.

ΠΗΓΗ: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών