ΤΟ ΧΡΕΟΣ ή Η ΖΩΗ - Κεφάλαιο 3,4

ΤΟ ΧΡΕΟΣ ή Η ΖΩΗ 

Υπό τη διεύθυνση των Damien Millet και Eric Toussaint 

ΜετάφρασηΛουίζα Μιζάν

Κεφάλαιο 3

Η δυναμική επάνοδος του ΔΝΤ

 

2013-04-26 01 Toussaint3Η μεγάλη διεθνής κρίση, που ξεκίνησε το 2007-2008 στις ΗΠΑ προτού εξαπλωθεί σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη, έδωσε την ευκαιρία στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρώπη, τον οποίο είχε διαδραματίσει πάνω από τριάντα χρόνια νωρίτερα στις περισσότερες υπό ανάπτυξη χώρες. Αφού είχε υποστεί δυσφήμηση μετά την κοινωνική καταστροφή που είχαν επιφέρει οι πολιτικές του στο Νότο, το ΔΝΤ επωφελήθηκε ωστόσο από την κρίση για να ξαναβάλει πόδι στο Νότο γενικεύοντας τις ίδιες επιβλαβείς πολιτικές.

 

Η ίδια λογική λειτουργεί σήμερα στο Νότο: το ΔΝΤ γίνεται ο πιστωτής σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης και, πέρα από τις συμβουλές που έριχνε εδώ κι εκεί, επεμβαίνει πλέον άμεσα στην οικονομική πολιτική στην καρδιά της γηραιάς ηπείρου. Μακριά από το να υπηρετεί τα συμφέροντα των πληθυσμών που πλήττονται από την κρίση, το ΔΝΤ βρίσκεται στην υπηρεσία των μεγάλων δυνάμεων και πολυεθνικών εταιριών, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται οι μεγάλες χρηματοοικονομικές εταιρίες παίζοντας κεντρικό ρόλο. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας την περίοδο 1997-2000, είχε ήδη οδηγηθεί σε αυτό το συμπέρασμα στην αρχή της δεκαετίας του 2000: «Αν εξετάσει κανείς το ΔΝΤ θεωρώντας ως αντικείμενό του την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οικονομικής κοινότητας, θα ανακαλύψει ενέργειες που θα έμοιαζαν αντιφατικές και διανοητικά ασυνάρτητες»(1) 

  Το 1976, το ΔΝΤ επεμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά από πρόσκληση του Εργατικού Κόμματος, για να σώσει τη λίρα που είχε κακοποιηθεί από τις αγορές. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε έγινε η αφορμή για ένα δάνειο 3,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η πιο σημαντική συμφωνία  μέχρι τότε. Οι κοινωνικές επιπτώσεις από τα μέτρα που επιβλήθηκαν από το ΔΝΤ εκείνη την εποχή ήταν τόσο καταστροφικές, που το Εργατικό Κόμμα εκδιώχτηκε από την εξουσία τρία χρόνια αργότερα, ανοίγοντας το δρόμο στην υπερφιλελεύθερη πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ. Την ίδια εποχή, δυο συνθήκες υπογράφηκαν ανάμεσα στην Πορτογαλία και το ΔΝΤ, η μια το 1977 και η άλλη το 1983. Στη δεύτερη περίπτωση, η εφημερίδα Le Figaro υπενθυμίζει πως «Η βοήθεια του ΔΝΤ, την οποία διαπραγματεύτηκε η κυβέρνηση του Μάριο Σοάρες (σοσιαλιστής), δόθηκε με αντάλλαγμα δρακόντεια μέτρα: αύξηση των επιτοκίων, των φόρων, δραστική αποδυνάμωση του εσκούδο, περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και μείωση των μισθών μέχρι 25% μέσα σε τρία χρόνια. Αποτέλεσμα: η κατανάλωση καταρρακώθηκε, η ανεργία σκαρφάλωσε στο 11% και η ανάπτυξη έπεσε δραματικά.»(2) Από τότε, ο οργανισμός που έχει σαν βάση της την Ουάσιγκτον δεν επενέβαινε πλέον άμεσα στα ζητήματα μιας χώρας της Δυτικής Ευρώπης.

  Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει πως το ΔΝΤ απουσίαζε από την Ευρώπη. Πρώτον, κάθε χρόνο, χρησιμοποιώντας το άρθρο IV του καταστατικού του, μια αντιπροσωπεία του ΔΝΤ επισκέπτεται τις Αρχές των κρατών μελών και μοιράζει συμβουλές, κάτι που του επιτρέπει να παρακολουθεί από κοντά και να επηρεάζει την οικονομική πολιτική που ασκούν οι διάφορες κυβερνήσεις. Δεύτερον, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και κυρίως μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το ΔΝΤ ήταν πολύ δραστήριο στην Κεντρική και στην Ανατολική Ευρώπη παρέχοντας συμβουλές στις κυβερνήσεις που αποκαθιστούσαν τον καπιταλισμό, πώς να εφαρμόζουν το «δόγμα του σοκ» το οποίο μελέτησε η Ναόμι Κλάιν. (3) Επιβλήθηκαν σκληρά μέτρα που αφορούσαν ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις, τη μείωση των κοινωνικών προνομίων, πράγμα που συνέβαλε στην σοβαρή πτώση του επιπέδου της ζωής για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού αυτών των χωρών.

  Από το 2008 και μετά, με αφορμή τη διεθνή κρίση, το ΔΝΤ ενισχύει ακόμα περισσότερο τις επεμβάσεις του στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, μέλη ή μη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και πατάει το πόδι του στην Ισλανδία(4), στην οποία χορηγεί ένα δάνειο 2,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Είναι η πρώτη χώρα της Δυτικής Ευρώπης από το 1983 που καταφεύγει σε ένα τέτοιο μέτρο, μετά από δημοψήφισμα όμως, οι Ισλανδοί αρνούνται να αποπληρώσουν ένα παράνομο τραπεζικό χρέος, και το ΔΝΤ αντιδρά παγώνοντας τη τρίτη δόση του δανείου. Από το Μάιο του 2010, δανείζει μαζικά την Ελλάδα(5) και συμμετέχει στην εφαρμογή ενός προγράμματος λιτότητας ιδιαίτερα αντιλαϊκού. Αργότερα, με την επιδείνωση της κρίσης, το ΔΝΤ συμμετέχει ενεργά και στην εφαρμογή ενός σχεδίου λιτότητας στην Ιρλανδία, ένα κράτος που θεωρείτο επί σειρά ετών ως μοντέλο προς μίμηση.(6) Τώρα πλέον, υφαίνει τον αράχνινο νεοφιλελεύθερο ιστό της στο Νότο: στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, χώρες τις οποίες αναμφίβολα θα ακολουθήσουν και άλλες. 

 

Μια κρίση που ξεσπάει απότομα 

Τον Απρίλιο του 2009 στο Λονδίνο, οι ηγέτες των κυριότερων βιομηχανικών χωρών και των αναπτυσσόμενων κρατών που προσκλήθηκαν στο G20, αποφασίζουν να φέρουν στην επιφάνεια το ΔΝΤ, επιτρέποντάς του να επεμβαίνει στα κράτη τα οποία είχε χτυπήσει μια νέα κρίση  χρέους που άγγιζε αυτή τη φορά κυρίως το Βορρά του πλανήτη. Ο μεγάλος νικητής της υπόθεσης, το ΔΝΤ, βλέπει να τριπλασιάζεται η ικανότητά του να δανείζει, από τα 250 στα 750 δισεκατομμύρια δολάρια «χάρη σε μια άμεση χρηματοδότηση από τα μέλη του με 250 δισεκατομμύρια δολάρια, […] που έφθασε μέχρι τα 500 δισεκατομμύρια». Το ΔΝΤ επίσης θα μπορεί πλέον «να αναζητεί δάνεια στην αγορά, αν κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο».(7) Η εποχή των ισχνών αγελάδων έχει παρέλθει προ πολλού για το ΔΝΤ, το οποίο έχει ανοίξει μια σειρά από πιστώσεις σε καμιά δεκαριά χώρες της Ευρώπης τουλάχιστον για ένα χρόνο και παρεμβαίνει πλέον σε πολλά μέτωπα.

  Το ΔΝΤ επιστρέφει από τα παλιά. Από το 2004, η σημαντική άνοδος του κόστους των πρώτων υλών προκάλεσε την αύξηση των συναλλαγματικών αποθεμάτων των αναπτυσσόμενων κρατών. Το 2008 έφθαναν στο τριπλάσιο των αντίστοιχων της Ιαπωνίας, της Δυτικής Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής μαζί. Ένας αριθμός κρατών του Νότου τα χρησιμοποίησαν για να εξοφλήσουν πρόωρα το ΔΝΤ, μειώνοντας έτσι την εξάρτησή τους από αυτό.(8) Το ύψος των δανείων του ΔΝΤ, που έφθανε ακόμη στα 107 δισεκατομμύρια δολάρια το 2003, έπεσε στα 16 δισεκατομμύρια το 2007. Χάρη στην κρίση, οι δουλειές ξανάρχισαν: στα τέλη Ιανουαρίου του 2011, τα εκκρεμή χρέη προς το ΔΝΤ ανέρχονταν στα 254 δισεκατομμύρια δολάρια, από τα οποία τα 64 είχαν εκταμιευτεί και τα 190 βρισκόντουσαν σε αναμονή. Οι κυριότεροι δανειολήπτες είναι Ευρωπαίοι: Ρουμανία, Ουκρανία, Ελλάδα.

 

Πίσω από τη ρητορική της αλλαγής, βρίσκεται πάντα το ΔΝΤ

Ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, επιδιώκει να διαδώσει την ιδέα ενός «νέου ΔΝΤ», απαλλαγμένου από τα λάθη του παρελθόντος…Κι όμως η λογική της πολιτικής την οποία επιβάλλει δεν έχει αλλάξει. Παντού οι όροι είναι αυστηροί: μείωση ή πάγωμα των μισθών στο δημόσιο τομέα, μείωση των συντάξεων, ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων επιχειρήσεων, παράταση των χρόνων εργασίας με αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, κλπ. Ένας πραγματικός τυφώνας λιτότητας προσγειώνεται στην Ευρώπη. Το ΔΝΤ προσλαμβάνει εκ νέου χαμηλόβαθμο προσωπικό, ενώ, ταυτόχρονα, αντιπροσωπείες του σπεύδουν στις μεγάλες πρωτεύουσες και μελετούν, από ψηλά, μέσα στα δωμάτια των πολυτελών ξενοδοχείων και τα γραφεία του Υπουργείου Οικονομικών, τα οποία καταλαμβάνουν λες και πρόκειται για τα δικά τους γραφεία, τους ισολογισμούς των σχεδίων τους, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις κοινωνικές συνέπειες. Αν μια χώρα δεν θέλει να υποταχθεί στα μέτρα λιτότητας τα οποία επιβάλλει το ΔΝΤ, η πίεση αυξάνεται και η κάνουλα της πίστωσης ξαφνικά κλείνει.

  Τα παραδείγματα είναι πολλά. Το ΔΝΤ αναστέλλει ένα δάνειο προς την Ουκρανία σαν επακόλουθο της απόφασης της κυβέρνησης να αυξήσει τον κατώτατο μισθό. Για να εξακολουθήσει να λαμβάνει τις χρηματοδοτήσεις του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Λεττονία πρέπει να μειώσει δραστικά τους μισθούς των δημόσιων λειτουργών και τις συντάξεις. Η Ελλάδα πρέπει να δεχτεί να ιδιωτικοποιήσει πολύ περισσότερα από όσα ήταν στο πρόγραμμα, έστω κι αν θυσιάσει τις τουριστικές της πλαζ στον ιδιωτικό τομέα και η Ρουμανία πρέπει να αναμορφώσει το σύστημα των συντάξεων και να περικόψει τους μισθούς του δημόσιου τομέα. Τέλος, η Ισλανδία, πρέπει να βρει έναν τρόπο να αντιστρέψει τη λαϊκή βούληση που εκφράστηκε ενάντια στην αποπληρωμή του χρέους.   

  Ας μην γελιόμαστε όμως. Αν το ΔΝΤ καταφέρνει να επιβάλλει τη λογική του, είναι επειδή οι κυβερνήσεις σέβονται τις επιταγές του. Παίρνουν την απόφαση να μην ακολουθήσουν ένα δρόμο διαφορετικό από την υποταγή στα συμφέροντα των μεγάλων κεφαλαιοκρατών. Για να δικαιολογήσουν την αντιλαϊκή πολιτική τους, οι ηγέτες καταφεύγουν συχνά στο επιχείρημα πως δεν έχουν άλλη επιλογή. Ακολουθούν τις οδηγίες που δημοσιεύτηκαν στις ιστοσελίδες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης το 1996(9), ανάμεσα στις οποίες βρίσκει κανείς δυο ξεκάθαρες παραγράφους: «Τονίζουμε πως κάθε τροποποίηση αποτελεί μια πράξη πολιτικά παρακινδυνευμένη. Από τη μια μεριά, η αντιπολίτευση θα καταλογίσει το συνολικό κόστος των τροποποιήσεων στην κυβέρνηση. Από την άλλη, αν η κυβέρνηση, φοβούμενη την αντιπολίτευση, περιμένει την οικονομική κρίση για να προβεί σε μεταρρυθμίσεις, θα έχει πολύ μικρότερα περιθώρια ευελιξίας, σε περίπτωση πολιτικής κρίσης. Επειδή όμως δεν μπορεί πλέον να κάνει παραχωρήσεις αφού έχει δεσμευτεί απέναντι στο ΔΝΤ, η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσει στην αντιπολίτευση πως η συμφωνία με το ΔΝΤ την δεσμεύει, είτε θέλει είτε όχι […] Η κυβέρνηση μπορεί να τους εξηγήσει πως,  όταν το ΔΝΤ επιβάλλει, για παράδειγμα, μια μείωση της τάξης του 20% στη μεγάλη μάζα των μισθωτών, πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην κατάργηση ή τη μείωση των μισθών και εκείνη προτιμάει τη δεύτερη λύση χάρη του γενικού συμφέροντος». Αυτό το σύνολο προτάσεων παραμένει ολόιδιο μέχρι σήμερα.

Η επανεξέταση των λεπτομερειών της πρόσφατης δράσης του ΔΝΤ στην Ευρώπη επιβάλλεται.

 

Η Ουγγαρία εμποδίζεται να επιλέξει έναν διαφορετικό δρόμο

Αν και βρισκόταν κοντά στους στόχους του Μάαστριχτ όσον αφορά το έλλειμμα (3,8% το 2008), η Ουγγαρία ήταν η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έλαβε οικονομική στήριξη σαν επακόλουθο της κρίσης. Τον Οκτώβριο του 2008, ένα πρόγραμμα βοήθειας 20 δισεκατομμυρίων ευρώ εγκρίθηκε για την Ουγγαρία: 12,3 δισεκατομμύρια ευρώ δόθηκαν ως δάνειο από το ΔΝΤ, 6,5 από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 1 από την Παγκόσμια Τράπεζα. Το χρέος αυξάνεται αυτόματα. Οι επιπτώσεις είναι σοβαρές για τους πολίτες: ο ΦΠΑ αυξάνεται κατά 5%, το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης φθάνει στα 65 έτη, οι μισθοί των δημόσιων λειτουργών παγώνουν για δυο χρόνια, η δέκατη τρίτη σύνταξη καταργείται, η κρατική βοήθεια στη γεωργία και στις δημόσιες συγκοινωνίες μειώνεται…

Από τη στιγμή που οι σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι υπέστησαν μια ιστορική ήττα, ανοίγουν το δρόμο στην άκρα δεξιά που μπαίνει στο Κοινοβούλιο για πρώτη φορά με ένα ποσοστό 16,6%, ο οίκος αξιολόγησης  Fitch Ratings χαιρετίζει τον Απρίλιο του 2010 τη νίκη του νέου συντηρητικού πρωθυπουργού, Βίκτωρ Όρμπαν, και εκτιμάει πως το κόμμα του, το Fidesz, παίρνοντας την απαραίτητη πλειοψηφία ώστε να τροποποιήσει το Σύνταγμα, «αντιπροσωπεύει μια ευκαιρία εισαγωγής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».(10) Το Δεκέμβριο του 2010 όμως, ο οίκος αξιολόγησης υποβαθμίζει τη πιστοληπτική ικανότητα της Ουγγαρίας (από «ΒΒΒ» σε «ΒΒΒ») εν όψει της ψήφισης του προϋπολογισμού του 2011. «Η νέα κυβέρνηση Fidesz έβαλε τις βάσεις ενός σχεδιασμού του προϋπολογισμού που βρίσκεται σε λανθασμένη κατεύθυνση», εκτιμάει ο Fitch. Πράγματι, ο προϋπολογισμός στηρίζεται σε μέτρα αντίθετα προς τις προσδοκίες της αγοράς, ειδικά σε ό, τι αφορά την φορολόγηση του κύκλου εργασιών των τραπεζών ή την αύξηση των προσωρινών φόρων στις πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στην Ουγγαρία, αντί να περικόπτει ακόμα περισσότερο τις δημόσιες δαπάνες όπως ορίζει το ΔΝΤ. Αυτός ο προϋπολογισμός αποσκοπεί, παρόλα αυτά, να επαναφέρει το δημόσιο έλλειμμα στο 3% το 2011, όπως προβλέπει η συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στο ΔΝΤ, την ΕΕ και την σημερινή ουγγρική κυβέρνηση. Η διαφωνία επομένως δεν σχετίζεται με το αντικείμενο του στόχου, αλλά με τον τρόπο επίτευξής του. Η εφαρμογή ενός ειδικού φόρου πάνω στον κύκλο εργασιών των κυριότερων επιχειρήσεων στον τομέα της διανομής, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, που είχε υιοθετηθεί από τη Βουλή τον Οκτώβριο του 2010 και προβλεπόταν μέχρι το τέλος του 2013, δεν χαροποιεί τις πολυεθνικές εταιρίες που είναι εγκατεστημένες στην Ουγγαρία. Δεκατρείς μεγάλοι όμιλοι εταιριών (AXA, Allianz, Deutsche Telekom, κλπ) ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιβληθούν κυρώσεις εναντίον του κράτους, μέσω επιστολής που απευθύνεται στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο, και ανακηρύσσουν τα εν λόγω μέτρα «αντί-ανταγωνιστικά», απειλώντας ταυτόχρονα να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους στην Ουγγαρία. Σύμφωνα με τον Κριστόφ Ρόζενμπεργκ, επικεφαλής της επιτροπής του ΔΝΤ στην Ουγγαρία, η ουγγρική οικονομική πολιτική είναι «πολύ παρακινδυνευμένη»: «Η σημερινή πολιτική δεν μπορεί να εξασφαλίσει μια βιώσιμη φορολογία». Γι’ αυτόν τον λειτουργό του ΔΝΤ, οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να μειωθούν «σταθερά».

  Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση δεν παριστάνει την κουφή απέναντι στις σειρήνες του ΔΝΤ αφού, για να ικανοποιήσει τις αγορές, έχει ήδη περικόψει ξεκάθαρα τις δημόσιες δαπάνες στο ύψος του 2,5% του ΑΕΠ, στον τομέα των δημόσιων μεταφορών, των αναπηρικών συντάξεων, των συνταξιοδοτήσεων και των επιδοτήσεων του κράτους στα φάρμακα.

 

Η Ουκρανία εμποδίζεται να αυξήσει τους μισθούς

Το Νοέμβριο του 2008, ένα μήνα μετά την Ισλανδία και την Ουγγαρία, η Ουκρανία πέφτει στην παγίδα του ΔΝΤ. Σε αντάλλαγμα ενός δανείου 16,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων (13 δισεκατομμύρια ευρώ) για 15 χρόνια με ετήσιο επιτόκιο της τάξης του 4%, η Βουλή καλείται να υιοθετήσει ένα δρακόντειο πρόγραμμα «διάσωσης», με ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές στον προϋπολογισμό. Η Ουκρανία πρέπει να μεταθέσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών από τα 55 στα 60 έτη και να αυξήσει κατά 20% τις τιμές του γκαζιού της εταιρίας Naftogaz.

  Η άνοδος όμως του κατώτατου μισθού κατά 11% και του επιπέδου ζωής κατά 12% από την 1η Νοεμβρίου 2009, και κατά 18%  από την 1η Ιανουαρίου 2010, ανησυχούν το ΔΝΤ που αναστέλλει το πρόγραμμά του. «Ανησυχώ πολύ για την έγκριση που δόθηκε από τον πρόεδρο σε αυτό το νομοσχέδιο που θέτει εκτός λειτουργίας το πρόγραμμα που είχαμε υπογράψει. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, φοβάμαι πως θα είναι πολύ δύσκολο να ολοκληρώσουμε το επόμενο στάδιο του προγράμματος», ανακοινώνει ο Ντομινίκ Στρος-Καν, ο οποίος, από τη μεριά του, είχε αυξήσει τον δικό του μισθό πάνω από 7% μόλις τέθηκε επικεφαλής του ΔΝΤ.(11) Για να δικαιολογήσει τους φόβους του απέναντι στη Ουκρανία, προσθέτει: «Ένας πρόσφατος έλεγχος στα Ταμεία της Ουκρανίας συμπέρανε πως η πολιτική σε ορισμένους τομείς, όπως ο καινούργιος νόμος για τον κατώτατο μισθό, απειλούσε την σταθερότητα» του κράτους. Και μέσα σε όλα αυτά, ο οίκος αξιολόγησης Standard &Poor’s προσδίδει αρνητικό πρόσημο στο χρέος της Ουκρανίας.

  Όταν επέρχεται το μπλοκάρισμα στο πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, η αντίδραση του ΔΝΤ είναι άμεση, αφού εκκρεμεί η εκταμίευση της τέταρτης δόσης, που ανέρχεται στα 3,8 δισεκατομμύρια δολάρια, προγραμματισμένη για το Νοέμβριο του 2009. Μετά όμως από την συγκρότηση τον Φεβρουάριο του 2009 μιας νέας φιλορωσικής κυβέρνησης, παρατηρείται μια συμφιλίωση του Ουκρανού προέδρου Βίκτωρ Γιανουκόβιτς με το ΔΝΤ. Ένα δάνειο 15,15 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατανεμημένο σε 29 μήνες εγκρίθηκε από το ΔΝΤ τον Ιούλιο του 2010 και αυτή τη φορά ο Standard and Poor’s αναθεωρεί την αξιολόγηση του για την Ουκρανία. Ως αντάλλαγμα γι’ αυτό το δάνειο, η Ουκρανία ήταν υποχρεωμένη να εφαρμόσει μια μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό μέχρι τον Μάρτιο του 2011, μεταθέτοντας το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση στις γυναίκες από τα 55 στα 60 έτη, προτού φτάσει στα 65 για όλους τους πολίτες, μια αναμόρφωση του δημόσιου τομέα, και μια σημαντική αύξηση στις τιμές του αερίου που παρέχει η εθνική εταιρία Naftogaz. Το ΔΝΤ πέτυχε λοιπόν τους στόχους του και η Ουκρανία επέστρεψε στην τάξη.  

 

Το ΔΝΤ χαιρετίζει τη λιτότητα, η Λετονία την κρίνει αντισυνταγματική

Η Λετονία, αφού σημείωσε τον υψηλότερο βαθμό ανάπτυξης της ΕΕ (10% κατά μέσο όρο την περίοδο 2003-2007), υπέστη την πιο μεγάλη οικονομική ύφεση το 2009. Η χώρα ελπίζει να μπει στην ευρωζώνη το 2014, για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει να μειώσει τα ελλείμματα εφαρμόζοντας μέτρα λιτότητας που αποτελούν προϋπόθεση για ένα δάνειο 7,5 δισεκατομμυρίων ευρώ από το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

  Τον Δεκέμβριο του 2008, το ΔΝΤ, η ΕΕ και διάφορες βόρειες χώρες δεσμεύονται να χορηγήσουν 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ στην οικονομία αυτού του μικρού βαλτικού κράτους των 2,2 εκατομμυρίων κατοίκων. Παλιά σοβιετική δημοκρατία, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ από το 2004, η Λετονία είδε τα ποσοστά της ανεργίας να εκτοξεύονται από το 6,1% στο 22,5% ανάμεσα στο Μάιο του 2008 και τον Απρίλιο του 2010. Το ΑΕΠ της υποχώρησε κατά 4,6% το 2008 και 18% το 2009, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη πτώση ανάμεσα στα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

  Αντί να θιχτούν τα κέρδη του κεφαλαίου και οι περιουσίες των πλουσιότερων, επιβλήθηκε πρώτα μια θεραπεία λιτότητας δυο ετών στους εργαζόμενους, στους συνταξιούχους και στους ανέργους, συνοδευόμενη με περικοπές στις δαπάνες ίσες με το 15% του ΑΕΠ. Με το κόστος των ανήκουστων θυσιών της πλειοψηφίας του πληθυσμού, η παλιά «τίγρης της Βαλτικής» βγήκε επώδυνα από την ύφεση στην αρχή του 2010. Σαν συνέπεια του δανείου του ΔΝΤ και της ΕΕ που είχε εγκριθεί το 2008, οι μισθοί μειώθηκαν κατά 20% στον δημόσιο τομέα, και οι συντάξεις κατά 10%. Το Δεκέμβριο του 2009, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Λετονίας έκρινε τη μείωση των συντάξεων που είχε τεθεί σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2009 αντισυνταγματική και αντίθετη στο ατομικό δικαίωμα της κοινωνικής ασφάλισης,  βασικό δικαίωμα που καταγράφεται στο άρθρο 109 του Συντάγματος της Λετονίας και στο άρθρο 9 του Διεθνούς Συμφώνου, το οποίο αναφέρεται σε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα. Συνεπώς, το Δικαστήριο διέταξε τη Βουλή να καταρτίσει ένα σχέδιο αποζημιώσεων στους συνταξιούχους για τα ποσά που είχαν περικόψει από τις συντάξεις τους.(12) Επίσης, επικαλούμενο την αρχή της κυριαρχίας, το Δικαστήριο διακήρυξε πως αυτές οι συνθήκες «δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τα δικαιώματα που ορίζει το Σύνταγμα», αρνούμενο επομένως να αναγνωρίσει τους όρους του δανείου ως έγκυρη συμφωνία. Κατά τους δικαστές, «η απόφαση μείωσης των συντάξεων παρέβαινε συγχρόνως το ατομικό δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και την αρχή του  Κράτους Δικαίου».

  Ωστόσο, η λιτότητα συνεχίζεται για να υποχωρήσει το έλλειμμα από το 10% του ΑΕΠ το 2009 στο 3% το 2012, όρος απαραίτητος για μια ενδεχόμενη ένταξη στην ευρωζώνη το 2014. Το ΔΝΤ χαιρετίζει τις «εκπληκτικές προσπάθειες» που υιοθετούνται ώστε να ξαναβρεθεί ο δρόμος της ανάπτυξης χάρη στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών, όχι μέσω της υποτίμησης του νομίσματος, αλλά από μια μείωση των μισθών που μπορεί να αγγίξει ακόμα και το 80%. Σχολεία και νοσοκομεία κλείνουν κατά δεκάδες και ο ΦΠΑ περνάει από το 18% στο 22%, τη στιγμή που οι εταιρίες επωφελούνται από ένα φορολογικό συντελεστή, που είναι από τους πλέον προνομιούχους όσον αφορά την ΕΕ (15% έναντι 23,5% κατά μέσο όρο στην ΕΕ).

  Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός Βάλντις Ντομπρόβσκις, που δεν διστάζει να διαβεβαιώνει: «δεν θα συμβούλευα καμία χώρα να λάβει παρόμοιο φάρμακο», επανεκλέχτηκε τον Οκτώβριο του 2010. Για να προστατευτεί από  ενδεχόμενες λαϊκές διαμαρτυρίες επεκτείνει τη διάρκεια καταβολής του επιδόματος ανεργίας και θέτει σε εφαρμογή το πρόγραμμα των «100 λατ» (γύρω στα 140 ευρώ), το οποίο προτείνει εργασία στον δημόσιο τομέα επί έξι μήνες με την αμοιβή των 100 λατ το μήνα. Πέραν τούτου, διατηρεί την πολιτική της λιτότητας. Για να λάβει τον Φεβρουάριο του 2011 την τρίτη δόση του δανείου του ΔΝΤ, το ποσό των 200 εκατομμυρίων ευρώ, η Λετονία έπρεπε ακόμα να μειώσει τις ετήσιες δαπάνες κατά 500 εκατομμύρια λατ (703 εκατομμύρια ευρώ), την περίοδο 2009-2012. Υιοθετήθηκε ο πιο αυστηρός προϋπολογισμός των τελευταίων ετών, με περικοπές κοντά στο 11%. Επομένως, ναι, με αυτό το κόστος, η Λετονία ίσως να μπορέσει να ενταχτεί στη ζώνη του ευρώ το 2014…

 

Η Ρουμανία και η Σερβία υπό το σοκ της λιτότητας

Η κρίση χτύπησε εξίσου και τη Ρουμανία, η οποία ύστερα από μια δεκαετία ισχυρής ανάπτυξης, πολύ γρήγορα βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Το Μάρτιο του 2009, λαμβάνει ένα δάνειο περίπου 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Από το ποσό αυτό, 12,9 δισεκατομμύρια δίνονται από το ΔΝΤ, 5 από την ΕΕ, 1 με 1,5 δισεκατομμύριο από τη Παγκόσμια Τράπεζα και τα υπόλοιπα από διάφορους άλλους οργανισμούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη. Ως αντάλλαγμα, το Βουκουρέστι υποχρεούται αρχικά να μειώσει το δημόσιο έλλειμμά του από το 7,2% του ΑΕΠ το 2009 στο 5,9%, έπειτα, βλέποντας πως αυτή η προοπτική ήταν εξωπραγματική, στο 6,8% το 2010 (ή στην καλύτερη περίπτωση στο 6,6%). Στο μενού προστέθηκαν, πάγωμα συντάξεων και μισθών με συγκράτηση του κατώτατου μισθού στα 600 λέι (145 ευρώ μικτά), κατάργηση 100.000 θέσεων εργασίας στο δημόσιο το 2010 (7,5% του δυναμικού του δημόσιου τομέα)…Εκεί μάλιστα, το πρόγραμμα προσαρμογής είναι κατηγορηματικό: το Μάιο του 2010 αποφασίστηκε μείωση των μισθών των δημόσιων υπαλλήλων κατά 25%  και 15% του επιδόματος ανεργίας και των συντάξεων. Σε μια χώρα όπου η φορολόγηση των εταιριών έπεσε κατά 9 μονάδες, περνώντας από το 25% το 2000 στο 16% το 2009, τη στιγμή που ο φόρος κατανάλωσης (ΦΠΑ) περνάει από 19% στο 24%, οι εργαζόμενοι έχουν λόγο να εξεγερθούν.

  Αντιπροσωπεία  του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής , φθάνοντας στο Βουκουρέστι στις 14 Δεκεμβρίου 2009, επεμβαίνουν άμεσα στην επεξεργασία του προϋπολογισμού του 2010, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για την εξασφάλιση του δανείου. Έτσι, ο Μ.Λάιμπεκ, εκπρόσωπος του ΔΝΤ στο Βουκουρέστι, δηλώνει: «Μια περιορισμένη τεχνική αντιπροσωπεία του ΔΝΤ και της ΕΕ επισκέπτεται το Βουκουρέστι για να συνεχίσει τις συνομιλίες πάνω στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2010 με ειδικούς του Υπουργείου Οικονομικών». Από τη μεριά του, ο πρωθυπουργός Εμίλ Μποκ τονίζει: «Ο προϋπολογισμός βασίζεται πάνω σε δείκτες αποδεκτούς από το ΔΝΤ[…] Οι προτεραιότητές μου είναι οι ακόλουθες: να εκπληρώσω τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από τη συμφωνία με το ΔΝΤ και όσες αφορούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».  Η κυριαρχία του ρουμάνικου λαού ποδοπατήθηκε, οι «ειδικοί» του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπαγορεύουν και η κυβέρνηση συμμορφώνεται. Όπως δήλωνε λίγους μήνες αργότερα ο Τζέφρυ Φρανκς, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ στο Βουκουρέστι τον Αύγουστο του 2010: «Όταν οι αρχές εκπληρώσουν τις προαπαιτούμενες προϋποθέσεις, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ θα συνεδριάσει και θα δώσει έγκριση για την εκταμίευση μιας νέας δόσης του δανείου».(13)

  Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς καλά πως με έναν τέτοιο έλεγχο πάνω στο μηχανισμό του κράτους και στους πολιτικούς που βρίσκονται στα πράγματα, το ΔΝΤ δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει τη χώρα. Μετά το 2010, ο προϋπολογισμός του 2011 υποκύπτει στην ίδια μοίρα: η εκταμίευση της έβδομης δόσης των 900 εκατομμυρίων ευρώ, η οποία προβλεπόταν αρχικά να δοθεί τον Δεκέμβριο του 2010, παρατάθηκε για τον Ιανουάριο του 2011, ένα χρονικό διάστημα που θα εξασφάλιζε πως οι νόμοι για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και του προϋπολογισμού του 2011θα είχαν εγκριθεί από τη Βουλή. Μετά τη λήξη του δανείου που είχε εγκριθεί το 2009 με το ξεμπλοκάρισμα της τελευταίας δόσης του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ που είχε χορηγηθεί από το ΔΝΤ, η Ρουμανία υπογράφει μια νέα «προληπτική» συμφωνία για ένα δάνειο δυο ετών με το ΔΝΤ (το ανώτατο 3,6 δισεκατομμυρίων ευρώ), την ΕΕ (1,4 δισεκατομμύρια) και την Παγκόσμια Τράπεζα (400 εκατομμύρια).  Η μέγγενη του χρέους σφίχτηκε ξανά δυνατά γύρω από τη Ρουμανία…

  Η κατάσταση είναι παρόμοια στη Σερβία, όπου ένα εκατομμύριο συνταξιούχοι είδαν τις συντάξεις τους να παγώνουν μετά τη σύναψη ενός δανείου από το ΔΝΤ 2,87 δισεκατομμυρίων ευρώ το Μάιο του 2009. Με αυτή τη συμφωνία, η Σερβία είναι στην ουσία δεσμευμένη, ανάμεσα σε άλλα μέτρα,  να μειώσει τα κόστη της δημόσιας διοίκησης, να ξεκινήσει μια μεταρρύθμιση στη συνταξιοδότηση και να παγώσει τους μισθούς του δημόσιου τομέα και τις συντάξεις μέχρι τον Ιανουάριο του 2011. Η εκταμίευση της τελευταίας δόσης αυτού του δανείου θα καθυστερήσει άλλωστε εξαιτίας των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στα συνδικάτα και το ΔΝΤ για την αύξηση των μισθών και των συντάξεων που ο λαός αξιώνει.

 

Η άρνηση της δημοκρατίας στην Ελλάδα

Σοβαρά κλονισμένη από αυτή την κρίση, η Ελλάδα είδε γρήγορα το ΔΝΤ να καταφθάνει, και να δίνει την έγκρισή του στις 9 Μαΐου 2010 για ένα «επείγον» δάνειο στην Αθήνα 30 δισεκατομμυρίων ευρώ σε τρία χρόνια, τα 5,5 από τα οποία ήταν άμεσα διαθέσιμα. Η ΕΕ θα διαθέσει τα υπόλοιπα 80 δισεκατομμύρια ευρώ για να φθάσουμε στο κολοσσιαίο ποσό των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρέπει να πούμε πως η κατάσταση στην Ελλάδα επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο από τους στατιστικούς χειρισμούς που επέτρεψαν με την πάροδο των χρόνων την απόκρυψη του πραγματικού μεγέθους  του χρέους, με τη συνενοχή της αμερικανικής τράπεζας Goldman Sachs, η οποία συμβούλευε την ελληνική κυβέρνηση να συμπεριφέρεται κατ’ αυτό τον τρόπο απομυζώντας μεγάλα κέρδη, κερδοσκοπώντας πάνω στην πτώχευση του κράτους!

  Ενώ η ανεργία εξακολουθεί να καλπάζει, ανεβαίνοντας από το 9,7% στο 12,9% του ενεργού πληθυσμού ανάμεσα στο 3ο τρίμηνο του 2009 και το 3ο τρίμηνο του 2010 (14) (σχεδόν το 34% των νέων κάτω των 25 ετών είναι  χωρίς δουλειά), η Ελλάδα ακολουθεί το πρόγραμμα λιτότητας που υπαγορεύει το ΔΝΤ. Αυτή η πολιτική που προωθείται από την τρόικα ΔΝΤ/Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι πιο σημαντική από εκείνη που οδήγησε την Αργεντινή, μαθήτρια-μοντέλο του ΔΝΤ, σε μια αξιομνημόνευτη κρίση το 2001.

  Το Δεκέμβριο του 2010, οι Έλληνες βουλευτές αποδέχτηκαν μια νέα σειρά περικοπών στον προϋπολογισμό που συμπεριλαμβάνει τη μείωση των μισθών των εργαζομένων στην τηλεόραση και στις δημόσιες μεταφορές. Τον Φεβρουάριο του 2011 η ΕΕ και το ΔΝΤ αξίωσαν μια μείωση 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ στις δαπάνες για την υγεία, ενώ καμιά εκατοστή γιατροί είχαν κατασκηνώσει μπροστά στο Υπουργείο Υγείας στην Αθήνα. Η αντιπροσωπεία του ΔΝΤ και της ΕΕ έσπευσε επί τόπου τον Φεβρουάριο του 2011 περιμένοντας την εφαρμογή της μεταρρύθμισης στο χώρο της υγείας, προτού δώσει το πράσινο φως για την εκταμίευση της τέταρτης δόσης του δανείου- το ποσό των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ- η οποία ήταν αρχικά προγραμματισμένη για το Φεβρουάριο του 2011. Οι πιστωτές αυξάνουν την πίεση: «Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο στο οποίο υπάρχει η ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων» ανακοινώνει ο Πωλ Τόμσεν, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ, ο οποίος προτείνει να «πουληθούν εκτάσεις, συμπεριλαμβανομένου και του παλιού αεροδρομίου» της Αθήνας (σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή). Ο στόχος των ιδιωτικοποιήσεων της  δημόσιας περιουσίας του Κράτους αναθεωρήθηκε προς τα πάνω, περνώντας από τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ εισπράξεων από ρευστοποιήσεις μέχρι το 2013 (από τα οποία το 1 δισεκατομμύριο το 2011) στα 50 δισεκατομμύρια μέχρι το 2015. Βρίσκονται λοιπόν στο στόχαστρο τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, οι σιδηρόδρομοι, ο ηλεκτρισμός όπως επίσης οι τουριστικές πλαζ της χώρας. Κάθε φορά, απαιτούνται εκ των προτέρων νέα δρακόντεια μέτρα από την ΕΕ και το ΔΝΤ για να ξεκλειδώσουν οι επόμενες δόσεις αυτού του μέγα-δανείου που διαιωνίζει τη νεοφιλελεύθερη κυριαρχία.

 

Η Ιρλανδία ακολουθεί κατά βήμα

 Η συνέχεια αυτού του τρομερού παιχνιδιού-ντόμινο παίζεται στην Ιρλανδία που ζαλίζεται με τη σειρά της τον Οκτώβριο-Νοέμβριο 2010 από τα χτυπήματα των κερδοσκόπων. Το ΔΝΤ της χορηγεί λοιπόν τον Δεκέμβριο του 2010 ένα δάνειο 22,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για το ΔΝΤ, η ενδεχόμενη αλλαγή κυβέρνησης μετά τις βουλευτικές εκλογές τον Φεβρουάριο του 2011, δεν θα έπρεπε να έχει καμιά επίπτωση στους όρους εκταμίευσης των δυο νέων δόσεων του δανείου: «οι γενικοί στόχοι θα παραμείνουν ίδιοι», είχε δηλώσει η εκπρόσωπος Καρολάιν Άτκινσον. Με λίγα λόγια, όλα δείχνουν πως ο λαός είχε το δικαίωμα να ελπίζει ότι η άποψη που θα εξέφραζε μέσω της ψήφου του θα γινόταν σεβαστή μόνο αν έλεγε υπάκουα «ναι» στο ΔΝΤ. Διαφορετικά, οι επιλογές του θα σβήνονταν με μια κίνηση στο όνομα ενός ανώτερου συμφέροντος: τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΔΝΤ και την εξόφληση των πλούσιων πιστωτών, ακόμα κι αν έπρεπε να πολλαπλασιαστούν τα σχέδια για διαρθρωτικές προσαρμογές, που συμπεριλάμβαναν δεκάδες μέτρα κοινωνικής οπισθοδρόμησης και παραβίασης των βασικών δικαιωμάτων. Αυτό δείχνει πολύ καλά τη δύναμη εξουσίας ενός ΔΝΤ που έχει τεράστιο πρόβλημα με την ιδέα της δημοκρατίας: δεν είναι μόνο ο εσωτερικός του κανονισμός αντιδημοκρατικός, αλλά δεν σέβεται ούτε τις επιλογές των λαών των χωρών στις οποίες επεμβαίνει, διατηρώντας τις ίδιες απαιτήσεις όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών. (15)

 

Προετοιμάζοντας την κοινή γνώμη

Ο Τζον Λίπσκι, υπ’ αριθμόν 2 ιστάμενος του ΔΝΤ και τέως υψηλό στέλεχος της τράπεζας J.P.Morgan, είχε προειδοποιήσει από το Μάρτιο του 2010 τις κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών πως θα έπρεπε να «προετοιμάζουν» την κοινή γνώμη για τα μέτρα λιτότητας που θα έρχονταν, όπως οι μειώσεις στα επιδόματα υγείας και στις συντάξεις. Σύμφωνα με τον ίδιο, «το μέγεθος των προσαρμογών που θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή είναι τόσο τεράστιο που κινδυνεύουν να μεταφραστούν σε υποχώρηση των επιδομάτων υγείας και των συντάξεων, τη μείωση στις δημόσιες δαπάνες και την αύξηση των φόρων». Για να προλάβει και να συγκρατήσει πιθανές λαϊκές εξεγέρσεις σαν αντίδραση σε αυτά τα μέτρα, ο υπ’ αριθμόν 2 του ΔΝΤ, συνειδητοποιώντας τις κοινωνικές επιπτώσεις που προαναγγέλλουν, συμβουλεύει: «Οι αναπτυγμένες χώρες με τα ψηλά δημόσια ελλείμματα πρέπει να αρχίσουν σήμερα κιόλας να προετοιμάζουν τη κοινή γνώμη για τα μέτρα λιτότητας που θα είναι απαραίτητα ήδη από το επόμενο έτος».(16)

  Τον επόμενο μήνα, κατά τη διάρκεια μιας διήμερης συνδιάσκεψης, που είχε διοργανωθεί στην Ουάσιγκτον πάνω στη στρατηγική του προϋπολογισμού μετά την κρίση, προσδιορίζει τη σκέψη του για το ζήτημα της μείωσης στις δημόσιες δαπάνες: «μια αύξηση κατά δυο έτη στο όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση μπορεί να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών για μακρύ χρονικό διάστημα με την πιθανότητα νέων επικερδών αποτελεσμάτων στον τομέα της υγείας».  Το δελτίο του ΔΝΤ προσθέτει: «Πιο συγκεκριμένα, ο κύριος Λίπσκι ανακοίνωσε πως, σχεδόν σε όλες τις χώρες, ήταν ακόμα δυνατό να αυξηθούν σημαντικά οι εισπράξεις που προέρχονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ)».(17)

  Για την περίπτωση της Γαλλίας, το ΔΝΤ γράφει στο δελτίο του στις 30 Ιουλίου 2010 κάτω από τον τίτλο: «Γαλλία: Η ανάκαμψη είναι επιτακτική, πρέπει όμως να μειωθεί το δημόσιο χρέος»: «Η Γαλλία πρέπει τώρα να προσπαθήσει να πετύχει τον στόχο που έχει οριστεί από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, να επαναφέρει δηλαδή το συνολικό έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 3% του ΑΕΠ έως το 2013». Η στήριξη του ΔΝΤ στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι κατηγορηματική, αφού καταγράφεται ξεκάθαρα μέσα στις προτάσεις που διατυπώνει ο οργανισμός: «Για να διαφυλαχτεί η βιωσιμότητα του προϋπολογισμού χωρίς να ανακοπεί η ανάκαμψη, οι προσπάθειες της προσαρμογής πρέπει να επικεντρώνονται πάνω στα μέτρα που θα βλάψουν όσο το δυνατόν λιγότερο την οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή στη μεταρρύθμιση στα συστήματα συνταξιοδότησης και υγείας. Κάτω από αυτή την σκοπιά, η μεγάλη και δύσκολη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό που ανακοινώθηκε πρόσφατα στοχεύει στη μείωση μακροπρόθεσμα του ελλείμματος στο σύστημα της συνταξιοδότησης. Επικεντρώνεται στην αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, αυξάνοντας προοδευτικά τη νόμιμη ηλικία για συνταξιοδότηση από το 60ο  στο 62ο  έτος και από το 65ο στο 67ο ως κατώτατο όριο ηλικίας για το δικαίωμα σε πλήρη σύνταξη». Και τελικά το ανέκδοτο τελειώνει ως εξής: «Για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της γαλλικής οικονομίας και να αξιοποιηθεί η επέκταση του διεθνούς εμπορίου, πρέπει να ευνοηθούν εκ νέου μέτρα ικανά να μετριάσουν την αύξηση του μισθολογικού κόστους, να εντατικοποιηθεί ο ανταγωνισμός και προωθηθεί η καινοτομία […] η μείωση του κατώτατου μισθού θα έπρεπε να υιοθετηθεί ώστε να εδραιωθεί προοδευτικά μια κλίμακα στους μισθούς ελκυστική για τους νέους και τους εργαζόμενους με χαμηλά προσόντα».

  Με λίγα λόγια, το ΔΝΤ κατευθυνόμενο από έναν διαπρεπή υπεύθυνο του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος υποστηρίζει και προωθεί τη μεταρρύθμιση στις συντάξεις της κυβέρνησης της δεξιάς, ενάντια στην οποία διαμαρτύρονται και παίρνουν θέση πολλοί αγωνιστές της αριστεράς. Η προκλητική μεταρρύθμιση των συντάξεων στη Γαλλία δεν είναι παρά ένα παράδειγμα ανάμεσα σε άλλα. Με την πίεση του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των χρηματοοικονομικών αγορών, η κυβέρνηση του ισπανικού σοσιαλιστικού εργατικού κόμματος  υιοθέτησε τον Ιούνιο του 2010 μια προκλητική  μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας, η οποία δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη αβεβαιότητα στους εργαζόμενους και διευκολύνει την απόλυσή τους.  

 

Η Ευρώπη των λαών

Αυτός ο τυφώνας λιτότητας θέτει σε μεγάλη δοκιμασία την ικανότητα αντίστασης της πλειοψηφίας του πληθυσμού που πλήττεται σκληρά. Η άνοδος της ανεργίας στην καρδιά της Ευρωπαϊκής  Ένωσης συνεχίζεται, έχοντας ήδη πραγματοποιήσει ένα ιστορικό άλμα: το 2008, ανερχόταν σε ποσοστό 7,0% του ενεργού πληθυσμού, πριν περάσει στο 8,9% το 2009, μετά στο 9,6% το 2010.(18) Μόνο για το 2009, το ποσοστό ανεργίας  αντιπροσωπεύει πάνω από 4 εκατομμύρια άτομα που έχασαν τη δουλειά τους. Πρέπει να λάβει ακόμα κανείς υπόψη του αυτά τα επίσημα στοιχεία σαν μια απλή απεικόνιση της κοινωνικής καταστροφής στην πράξη και να μην αγνοήσει όλα τα επισφαλή συμβόλαια και τους ανέργους που δεν υπολογίζονται, τους παντοτινά «ξεχασμένους» από τις στατιστικές. Απέναντι σε αυτή τη σοβαρή κοινωνική κατάπτωση, το 2010 εκτυλίχτηκε μια αναγέννηση των κινημάτων ενάντια στη λιτότητα που επιβάλλεται τους ευρωπαϊκούς λαούς με σκοπό την επίτευξη των στόχων μείωσης των ελλειμμάτων, στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους. Οι αντιδράσεις των ευρωπαϊκών λαών, οι οποίοι επλήγησαν ανελέητα από τις περικοπές στους προϋπολογισμούς, ενισχύονται και αντιμετωπίζουν τους υπεύθυνους: το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις κυβερνήσεις που υποτάσσονται στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου.

  Οι διαδηλώσεις που διεξήχθησαν τον Ιανουάριο του 2009 κόντρα στη βία της λιτότητας στη Λιθουανία και τη Λετονία είναι οι σημαντικότερες που είχαν δει οι Βαλτικές χώρες μετά την αποχώρησή τους από τη Σοβιετική Ένωση το 1991. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ υπογραμμίζουν με αυτή την ευκαιρία τη «βιαιότητα» αυτών των «ταραχών», ξεχνώντας να αναφέρουν πως βία χρησιμοποιούν πρώτα από όλα εκείνοι που επιβάλλουν αθέμιτα μέτρα. Στη Ρουμανία, ο Υπουργός Εσωτερικών, Βαζίλ Μπλαγκά, αναγκάζεται να παραιτηθεί στις 27 Σεπτεμβρίου 2010 σαν επακόλουθο των διαδηλώσεων χιλιάδων αστυνομικών που διαμαρτύρονται ενάντια στη μείωση των μισθών τους κατά 25% που είχε τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιουνίου 2010.

  Στις 24 Νοεμβρίου 2010, στην Ιταλία, οι διαδηλωτές ενάντια σε μια μεταρρύθμιση που έθετε, μέσω μιας ύπουλης ιδιωτικοποίησης, σε αμφισβήτηση το δικαίωμα σε μια ποιοτική εκπαίδευση για όλους, εισβάλουν στη Γερουσία και καταλαμβάνουν τον Πύργο της Πίζας και το Κολοσσαίο της Ρώμης για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στις περικοπές στον προϋπολογισμό και στην απόλυση 130.000 εργαζομένων στην δημόσια εκπαίδευση κατά τη πενταετία 2009-2013. Την ίδια μέρα στην Πορτογαλία, οι δυο κυριότερες συνομοσπονδίες των πορτογαλικών συνδικάτων, η CGTP και η UGT, ενεργούν από κοινού για πρώτη φορά από το 1988 και καλούν σε γενική απεργία κόντρα στη λιτότητα και την αύξηση της ανεργίας. Λίγες μέρες αργότερα, στις 27 Νοεμβρίου 2010 στο Δουβλίνο, περίπου 100.000 άνθρωποι διαδηλώνουν μετά από έκκληση του Irish Congress of Trade Unions ενάντια στο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών, που είχε τεθεί σε εφαρμογή από το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στη Δημοκρατία της Τσεχίας, στις 8 Δεκεμβρίου 2010, λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη συνδικαλιστική κινητοποίηση μετά την πτώση του σταλινισμού σε μια μέρα απεργίας και διαδηλώσεων, με τους αστυνομικούς και τους πυροσβέστες να διαμαρτύρονται μπροστά στο Κοινοβούλιο της Πράγας για τη μείωση της τάξης του 10% στους μισθούς του δημόσιου τομέα. 

  Στην Πορτογαλία, όπου το μέγεθος της ανεργίας, στην αρχή του 2011, ξεπερνάει το 11% του ενεργού πληθυσμού, οι διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση που αυτοαποκαλείται αριστερή, εφαρμόζοντας μια δεξιά, φιλελεύθερη πολιτική, διαδέχονται η μια την άλλη. Ο πρωθυπουργός Ζοζέ Σόκρατες δεν περιμένει τις προτάσεις του ΔΝΤ για να αποφασίσει ένα νέο πακέτο λιτότητας, το οποίο ανακοίνωσε ο Υπουργός Οικονομικών στις 11 Μαρτίου 2011. Αυτό το σχέδιο, το οποίο «χαιρέτισε» και «στήριξε» ο Ευρωπαίος Επίτροπος επί Οικονομικών Υποθέσεων Όλι Ρεν, προβλέπει μια μείωση στις δαπάνες για την υγεία και ορισμένες κοινωνικές παροχές με σκοπό την επαναφορά του ελλείμματος του προϋπολογισμού στο 2% του ΑΕΠ το 2013. Από την επομένη, μετά από έκκληση του κινήματος ενάντια στην αβεβαιότητα Geracao rascal («Άφραγκη Γενιά»), γύρω στα 300.000 άτομα βγαίνουν στο δρόμο κατά της ανεργίας και των προγραμμάτων λιτότητας προτού ακολουθήσουν και άλλες διαδηλώσεις μερικές μέρες αργότερα. Η λαϊκή πίεση είναι πολύ έντονη και, στις 23 Μαρτίου 2011, το Κοινοβούλιο απορρίπτει αυτό το τέταρτο σχέδιο λιτότητας. Λιγότερο από δυο ώρες αργότερα, ο πρωθυπουργός Ζοζέ Σόκρατες παραιτείται. Μη μπορώντας να κρύψει την απογοήτευσή της, η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δηλώνει: «Είναι λυπηρό που το πορτογαλικό πρόγραμμα λιτότητας απορρίφθηκε από την πορτογαλική Βουλή», προτού προσθέσει: «Λέω απλά πως ήταν ένα θαρραλέο μέτρο, ένα μέτρο δίκαιο».(19) Μερικές ώρες μετά τον ομόλογό του Fitch, ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s υποβαθμίζει το δημόσιο χρέος της Πορτογαλίας κατά δυο μονάδες (από Α- σε ΒΒΒ), προκαλώντας μια άνοδο των πορτογαλικών επιτοκίων. Η Πορτογαλία θα πληρώσει επομένως παραπάνω, επειδή ο λαός της και το Κοινοβούλιο είπαν «όχι» στο τέταρτο σχέδιο λιτότητας. Τα πάντα δείχνουν λοιπόν πως οι χρηματοοικονομικές αγορές τιμωρούν εκείνους που δεν λυγίζουν εύκολα το γόνατο μπροστά στην επιθυμία τους για άμεσο και ανώτατο κέρδος. 

  Στις 10 Νοεμβρίου 2010, στο Λονδίνο, φοιτητές εισβάλουν στην έδρα του Συντηρητικού Κόμματος κατά τη διάρκεια διαδήλωσης κατά των μέτρων λιτότητας της βρετανικής κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ανακοινώνει πως η κυβέρνηση είναι «έτοιμη να πάρει δύσκολα μέτρα για να αναχαιτίσει το χρέος και το έλλειμμα», ανάμεσα στα οποία είναι η αύξηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια, από τις 3.290 λίρες (3.913 ευρώ) στις 6.000 λίρες ανά έτος, και σε «ιδιαίτερες περιπτώσεις» στις 9.000 λίρες (πάνω από 10.500 ευρώ) μέχρι το 2012. Καταλήγει: «Δεν θα κάνουμε πίσω. Ακόμα κι αν το θέλαμε, δεν θα έπρεπε να επανέλθουμε στην ιδέα ενός δωρεάν Πανεπιστημίου».(20) Η κοινωνική κινητοποίηση, η σημαντικότερη μετά τις ταραχές που επίσπευσαν την πτώση της Μάργκαρετ Θάτσερ εδώ και δυο δεκαετίες, δεν παραμένει απαθής και η συμμαχία ενάντια στη λιτότητα στις 26 Μαρτίου 2011 στο Λονδίνο είχε μέγεθος ανάλογο με τη διαδήλωση ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ, που είχε συγκεντρώσει ένα εκατομμύριο άτομα το 2003. 

  Από τη στιγμή που η λιτότητα μεταφράζεται με την απόλυση τουλάχιστον 300.000 εργαζομένων και το πάγωμα των μισθών στο δημόσιο τομέα ώστε να εξοικονομηθούν 81 δισεκατομμύρια λίρες (γύρω στα 92 δισεκατομμύρια ευρώ) μέχρι το 2015, η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον πρέπει, μπροστά στην ολοένα αυξανόμενη αγανάκτηση, να επανέλθει στο σχέδιό της να πουλήσει 150.000 εκτάρια δασικών εκτάσεων.(21) Η λαϊκή κινητοποίηση είχε πετύχει να σταματήσει αυτό το σχέδιο το 2011, που είχε ανακηρυχτεί από τον ΟΗΕ «Διεθνές Έτος Δασών», αφού χωρίς αυτήν η αγγλική δασική κληρονομιά θα είχε ριχτεί βορά στις ορέξεις του ιδιωτικού τομέα, με αποτέλεσμα τις κατατμήσεις οικοπέδων, την κατασκευή γηπέδων του γκολφ ή τουριστικών χωριών σε τόπους που κάποτε ήταν προστατευόμενοι. 

  Όμως, παρά τις κοινωνικές κινητοποιήσεις, οι προσβολές των δικαιωμάτων συνεχίζονται από εκείνους που θέτουν σε εφαρμογή τα μέτρα που απαιτεί το ΔΝΤ. Παρά τις δυναμικές κινητοποιήσεις στην Ελλάδα και τις κυρώσεις των εκλογέων στην Ιρλανδία ενάντια στην κυβέρνηση η οποία υποτάχθηκε στις υπαγορεύσεις τους, οι υπεύθυνοι του ΔΝΤ εμμένουν πάση θυσία στην επιβολή της λιτότητας.

 

Μερικές χρήσιμες αναφορές πάνω στον Ντομινίκ Στρος-Καν

1. Είχε υπηρετήσει ως Υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου από το 1991 έως το 1993, περίοδο κατά την οποία πήρε μέρος στο γύρο διαπραγματεύσεων της Ουρουγουάης για την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, ο οποίος ήταν προάγγελος της δημιουργίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

2. Το 1994, συμμετέχει μαζί με τον Ρεϊμόντ Λεβί, τότε επικεφαλής της Ρενό, στη δημιουργία του Κύκλου Βιομηχανίας, οργανισμού ειδικευμένου στην υπεράσπιση της γαλλικής βιομηχανίας στις Βρυξέλλες, του οποίου γίνεται αντιπρόεδρος και συναναστρέφεται τα μεγάλα αφεντικά. 

3. Το 1997, ο Λιονέλ Ζοσπέν, ο νέος πρωθυπουργός, τον διορίζει Υπουργό  Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας. Είναι ο καλλιτέχνης των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων, για παράδειγμα της France Telecom, αν και το πρόγραμμα του Λιονέλ Ζοσπέν την απέκλειε κατηγορηματικά. Με τη δική του παρότρυνση, η κυβέρνηση του Λιονέλ Ζοσπέν (1997-2002) προέβη σε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις από ότι οι δεξιές κυβερνήσεις των Μπαλαντίρ και Ζιπέ μαζί (31 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι 25,7), ειδικά μερικών μπουμπουκιών της γαλλικής οικονομίας που ξέφυγαν έτσι από τον κρατικό έλεγχο: της Air France, της Aerospatiale (EADS), της Thomson, της Autoroutes du Sud de la France, της France Telecom, της Eramet,  των ασφαλιστικών εταιριών (GAN, CNP), των τραπεζών (Credit Lyonnais, CIC, Marseillaise de Credit, Credit Foncier de France)…

4. Το Μάιο του 2005, κυκλοφορεί ένα DVD υπέρ του «ναι» στην πρόταση για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Το «όχι» θα ξεπεράσει στη Γαλλία το 54%. 

5. Στις 17 Σεπτεμβρίου 2006, ανακοινώνει: «Τα γαλλικά πανεπιστήμια είναι έτοιμα να καταποντιστούν στη διεθνή  αξιολόγηση. Πρέπει να δημιουργήσουμε έναν ανταγωνισμό ανάμεσα στα ιδρύματα και να βάλουμε τέλος στην υποκρισία του ενιαίου πτυχίου. Διαφυλάσσοντας το δημόσιο χαρακτήρα του συστήματος είναι σαν να διατηρούμε μια εξισωτική οπτική». Προσθέτει: «Για μένα, δεν αποτελεί σκάνδαλο αν η έδρα της πυρηνικής φυσικής του ιδρύματος Paris-VI χρηματοδοτείται από την EDF, αν η EDF θεωρεί πως αυτό ωφελεί την εικόνα της. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι ηθικό».(22)

6. Το Νοέμβριο του 2008, σε συνέχεια της επίσκεψής του στη Λιβύη, ανακοινώνει: «Η περιοχή του Μαγκρέμπ έχει κάνει αξιοπρόσεκτη πρόοδο και έχει σημαντική δυναμική […]Συγχάρηκα όσους συμμετείχαν στη Διάσκεψη της Τρίπολης επειδή έχουν υιοθετήσει πρόγραμμα δράσης ώστε να επιταχύνουν τις μεταρρυθμίσεις που αφορούν την διευκόλυνση των συναλλαγών, τη δημοσιονομική ολοκλήρωση και τη προώθηση του ιδιωτικού τομέα και των κοινών προγραμμάτων. […] Η κύρια πρόκληση είναι να διατηρηθεί ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη με την προοπτική, ανάμεσα σε άλλα, μείωσης του μεγέθους του Κράτους. Σε αυτό το πλαίσιο, το Πρόγραμμα διανομής του πλούτου περιλαμβάνει ταυτόχρονα μια καλή ευκαιρία και μερικά ρίσκα. Αν δομηθεί και αναπτυχθεί κατάλληλα, αυτό το πρόγραμμα θα μπορούσε να προωθήσει τον ιδιωτικό τομέα ελαχιστοποιώντας συγχρόνως τους κινδύνους που δημιουργούνται στην παροχή των κυριότερων δημόσιων υπηρεσιών».(23)

7.  Στις 18 Νοεμβρίου 2008, τιμήθηκε με τη διάκριση του Μεγάλου Αξιωματούχου της Δημοκρατίας από το Τυνήσιο δικτάτορα Μπεν Αλί. Με αυτή την ευκαιρία, ο κύριος Στρος-Καν ανακοινώνει: «Η οικονομία της Τυνησίας πάει καλά, παρ’ όλη την κρίση , […] η οικονομική πολιτική που τηρείται είναι υγιής, και νομίζω πως είναι ένα καλό παράδειγμα που θα έπρεπε να ακολουθήσουν πολλές χώρες […] η άποψη του υιοθετεί το ΔΝΤ για την πολιτική της Τυνησίας είναι πολύ θετική […] τα πράγματα θα συνεχίσουν να λειτουργούν σωστά.»(24)

8. «Ζούμε 100 χρόνια, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να παίρνουμε σύνταξη στα 60» (Le Figaro, 20 Μαΐου 2010). Ο Υπουργός Εργασίας του Νικολά Σαρκοζί, Ερίκ Βερτ, τον ευχαριστεί δημοσίως για τη θέση του υπέρ της μεταρρύθμισης στις συντάξεις.(25)

 

Υπερφιλελεύθερο, αντιδημοκρατικό και υπέρ της Ουάσιγκτον

 

Το 2008 και μετά το 2010, το ΔΝΤ αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή δυο διαδοχικές μεταρρυθμίσεις σε μια απόπειρα αντιμετώπισης της κριτικής εκ μέρους των αναπτυσσόμενων χωρών που θεωρούνται, δικαίως, κάτω από την επιρροή του.(28)Η μεταρρύθμιση του 2008 τέθηκε τελικά σε ισχύ το Μάρτιο του 2010, επειδή η επικύρωση από ένα ικανό αριθμό χωρών είναι συχνά μια μακρά διαδικασία…Αυτή η μεταρρύθμιση στο δικαίωμα ψήφου που υιοθετήθηκε από κράτη μέλη του ΔΝΤ παρουσιάζεται ως «μια ιστορική απόφαση» από τον Γενικό Διευθυντή του στη Διάσκεψη των G20 τον Οκτώβριο του 2010, ο οποίος προσθέτει: «Το ερώτημα που τίθεται από παλιά γύρω από τη νομιμότητα του Ταμείου λύθηκε. Είναι ένα βήμα πολύ σημαντικό στην πορεία ενός οργανισμού απόλυτα νόμιμου».

  Ας μη γελιόμαστε: αυτή η μετατροπή στα δικαιώματα ψήφου δεν είναι παρά μια «μεταρρυθμισούλα», η οποία δεν αλλάζει τις ισορροπίες δυνάμεων στην καρδιά αυτού του οργανισμού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, στην πραγματικότητα, διατηρούν το δικαίωμα βέτο πάνω σε όλες τις μεγάλες αποφάσεις κάτι που τους επιτρέπει να μπλοκάρουν οποιαδήποτε ουσιαστική μεταρρύθμιση. Οι αναπτυγμένες χώρες δέχτηκαν μια ελαφριά αλλαγή στο δικαίωμα ψήφου τους στο Διοικητικό Συμβούλιο  (το οποίο αριθμεί 24 συμβούλους) προς όφελος της Νότιας Κορέας, της Κίνας, της Τουρκίας, της Βραζιλίας και του Μεξικού. Τα νούμερα όμως δεν κάνουν λάθος: στο τραπέζι του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, οι εκπρόσωποι των πλουσιοτέρων κρατών (Ηνωμένες Πολιτείες, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Αυστραλία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Ελβετία, Σαουδική Αραβία) έχουν στη διάθεσή τους πάνω από τα δυο τρίτα των δικαιωμάτων ψήφου. Κατά συνέπεια, η μεγάλη πλειοψηφία των αναπτυσσόμενων χωρών δεν έχει πάντα δικαίωμα γνώμης…Όπως και να ‘χει, οι περισσότεροι ηγέτες των αναπτυσσόμενων κρατών, οι οποίοι ήταν απόλυτα συμβιβασμένοι πριν ακόμα αναλάβουν την εξουσία, υπερασπίζονται σε διεθνές επίπεδο οικονομικές πολιτικές απόλυτα εναρμονισμένες με την σημερινή λογική του ΔΝΤ.

  Τα παραδείγματα που παρουσιάζονται εδώ δείχνουν πως η λογική της διαρθρωτικής προσαρμογής δεν υπονομεύεται σε καμιά περίπτωση, παρ’ όλα όσα λέει το ΔΝΤ, το οποίο χρησιμοποίησε μάλιστα τη σημερινή κρίση για να ενισχύσει την επιρροή του πάνω στην οικονομία των ευρωπαϊκών χωρών, όπως είχε συμβεί στο Νότο μετά την κρίση χρέους του 1982. Το ΔΝΤ υπαγορεύει τις επιθυμίες του στις κυβερνήσεις, επιβάλλει μέτρα πολύ αντιλαϊκά και επεμβαίνει έως και στην επεξεργασία του κρατικού προϋπολογισμού και στις μακροοικονομικές οικονομίες. Η μεταρρύθμιση στη διανομή των δικαιωμάτων ψήφου δεν είναι παρά μόνο διακοσμητική. Αυτή η «μεταρρυθμισούλα» του ΔΝΤ έχει ωστόσο τη σπουδαιότητά της: έρχεται να επιβεβαιώσει πως δεν πρέπει να περιμένει κανείς τίποτα από ένα ΔΝΤ που δεν αλλάζει ποτέ.

 

Σημειώσεις κεφ. 3

 

(1) Joseph Stiglitz, La grande désillusion, Fayard, 2002

(2) Anne Cheyvialle, «La population traumatisée par deux interventions passes du FMI», Le Figaro, 26-27 Μαρτίου 2010, σελ. 22

(3) Οp. cit.

(4) Βλ. κεφ.4

(5) Βλ. κεφ.5

(6)  Βλ. κεφ.6

(7) Renaud Vivien, «L’annulation de la dette du Tiers Monde», Courier hebdomadaire no 2046-2047, CRISP, 2010

(8) Ειδικά η Αργεντινή και η Βραζιλία (9,9 και 15,4 δισεκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα στο τέλος του 2005), αλλά και η Ταϊλάνδη, η Ουρουγουάη, οι Φιλιππίνες, η Ινδονησία, η Τουρκία.

(9) www.oecd.org/dataoecd/24/23/1919068

(10) Le Figaro, «Hongrie: Fitch salue le résultat électoral», 26 Απριλίου 2010.

(11) Ο ετήσιος μισθός του για το 2010 ήταν 441.980 ευρώ, χωρίς να υπολογίσουμε ένα επίδομα 79.120 δολαρίων για την κάλυψη των εξόδων παρουσίας του. 

(12) http://fr.reuters.com/article/frEuroRpt/idRLDE5BK14A20091221

(13) Jérôme Duval, «Le FMI dicte, la Roumanie abdique», 4 Ιανουαρίου 2010, http://www.cadtm.org/Le-FMI-dicte-la-Roumanie-abdique

(14) Eurostat, 1η Φεβρουαρίου 2011, http://epp.eurostat.eu/cache/ITY_PUBLIC/3-01022011-AP/FR/3-01022011-AP-FR.PDF. Το επίσημο μέγεθος της ανεργίας είχε αγγίξει το 13,9% του ενεργού πληθυσμού το Νοέμβριο του 2010.

(15) Μπορούμε να αναφέρουμε την περίπτωση της Βραζιλίας, όπου οι δυο πρωταγωνιστές των προεδρικών εκλογών, Φερνάντο Καρντόσο και Λούλα ντα Σίλβα, αναγκάστηκαν να υπογράψουν ένα έγγραφο πριν τις εκλογές το οποίο τους υποχρέωνε, σε περίπτωση εκλογής τους, να σεβαστούν την συμφωνία που ήδη υπήρχε με το ΔΝΤ και η οποία σφράγιζε το οικονομικό μέλλον της χώρας.

(16) Πρακτορείο Reuters, 21 Μαρτίου 2010, http://fr.reuters.com/article/businessNews/idFRPA62K05V20100321

(17) Απρίλιος 2010, Δελτίο ΔΝΤ, http://www.imf.org/external/french/pubs/ft/survey/so/2010/new042310af.pdf

(18) Eurostat, Ετήσια στοιχεία, http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/table.do?tab=table&init=1&plugin=1&language=fr&pcode=tsiem110. Στην αναφορά του για το 2010, ο Οργανισμός Συνεργασίας και Οικονομικής Ανάπτυξης αναφέρει: «Φτάνοντας στα τέλη του 2007 το ποσοστό 5,6%, το χαμηλότερο εδώ και 28 χρόνια, η ανεργία άγγιξε το 8,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2010, ποσοστό που μεταφράζεται σε αύξηση του αριθμού των ανέργων σε 17 εκατομμύρια άτομα…»

(19)  Γαλλικό Πρακτορείο, «Η Μέρκελ λυπάται για την απόρριψη του προγράμματος λιτότητας από το Πορτογαλικό Κοινοβούλιο», 24 Μαρτίου 2010.

(20) «We won’t go back. Look, even if we wanted to, we shouldn’t go back to the idea that university is free». The Guardian, 11Νοεμβρίου  2010, http://www.guardian.co.uk/politics/2010/nov/11/cameron-no-turning-back-tuition-fees-rise

(21) The Guardian, «Forests sell-off plan by government is ‘asset-stripping our natural heritage’», 24 Οκτωβρίου 2010. Η Υπουργός Περιβάλλοντος Καρολάιν Σπέλμαν, ανακοίνωσε την εγκατάλειψη του σχεδίου στις 17 Φεβρουαρίου 2011.

(22) Liberation, 19 Σεπτεμβρίου 2006 και http://www.dskpour2012.cpm/dominique-strauss-kahn.html

(23) http://www.imf.org/external/french/np/sec/pr/2008/pro8290f.htm

(24) Βλ. βίντεο: http://www.cadtm.org/Strauss-Kahn-decoe-par-Ben-Ali

(25) Γαλλικό Πρακτορείο, 7 Οκτωβρίου 2010

        

Κεφάλαιο 4

 

Ισλανδία: Από τον Παράδεισο στην Κόλαση χάρη στις Αγορές

 

«Εκείνοι που μας οδήγησαν στη χρέωση έπαιξαν όπως στο καζίνο. Όσο κέρδιζαν, δεν υπήρχε λόγος συζήτησης. Τώρα που χάνουν το παιχνίδι, απαιτούν από εμάς να πληρώσουμε. Και μιλούν για κρίση. Όχι, κύριε Πρόεδρε, έπαιξαν, έχασαν, αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού. Και η ζωή συνεχίζεται.[…] Δεν μπορούμε να αποπληρώσουμε το χρέος γιατί δεν είμαστε υπεύθυνοι για το χρέος.»

           Τόμας Σάνκαρα, ομιλία στην Αντίς-Αμπέμπα, 29 Ιουλίου 1987

 

Κοιτώντας την από έξω, η Ισλανδία, η οποία φιγουράριζε στην πρώτη σειρά του δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη το 2007, πολύ πιο μπροστά από χώρες της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο έμοιαζε με ένα μικρό παράδεισο. Με προσδόκιμο ζωής από τα υψηλότερο στον κόσμο, ανεργία σχεδόν ανύπαρκτη, οι δύσκολες συνθήκες ζωής των λαών του τρίτου κόσμου έμοιαζαν πολύ μακρινές για τους 320.000 Ισλανδούς. Παρ’ όλα αυτά, το δημόσιο χρέος της χώρας είχε ανέβει κατακόρυφα από το 2003, χρονιά ολοκλήρωσης της ιδιωτικοποίησης των τραπεζών. Στο ακόλουθο γράφημα, η πάνω καμπύλη δείχνει την εξέλιξη του συνολικού εξωτερικού χρέους ενώ η κάτω καμπύλη δεν αφορά παρά το μακροπρόθεσμο εξωτερικό χρέος. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, είναι φανερό πως η προσφυγή σε βραχυπρόθεσμους δανεισμούς εντάθηκε.

Σήμερα, σε αυτή τη μικρή χώρα που ζει από την αλιεία του μπακαλιάρου, λίγο αλουμίνιο, τον τουρισμό, μερικά πρόβατα και πολύ γεωθερμία, περισσότερα από το ένα τρίτο των νοικοκυριών είναι υπερχρεωμένα. Σύμφωνα με την κυρίαρχη νοοτροπία, η κυβέρνηση παρότρυνε τις οικογένειες να γίνουν ιδιοκτήτριες των σπιτιών τους. Όμως η καταστροφή πλησίαζε. Από τη δεκαετία του 1980, όλα τα δάνεια καθορίζονταν σύμφωνα με τις τιμές, και όχι σύμφωνα με τους μισθούς. Η υποτίμηση του ισλανδικού νομίσματος (κορώνα) κατά 50% το 2008 και ένας διψήφιος πληθωρισμός έσπρωξαν τους Ισλανδούς στο γκρεμό. 

  Το Ρέικιαβικ αντιμετωπίζει πλέον τα ίδια προβλήματα με τις πρωτεύουσες που βρίσκονται χαμηλά στην κατάταξη του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη: έλλειψη ρευστού, σκληρές διαπραγματεύσεις με δυσπρόσιτους πιστωτές, πολύ υψηλά ασφάλιστρα κινδύνου, υποβαθμισμένες βαθμολογίες από οίκους όπως ο Fitch ή ο Standard & Poor’s, επέμβαση του ΔΝΤ ως έσχατη λύση για δανεισμό.

 

Καταστροφικές ιδιωτικοποιήσεις

Όλα άρχισαν με ένα χρηματοοικονομικό σύστημα που είχε ως απόλυτη  προτεραιότητα την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, σαν συνέχεια στη νεοφιλελεύθερη επανάσταση της περιόδου Ρέιγκαν-Θάτσερ τη δεκαετία του 1980. Όπου και αν εφαρμόστηκε, οι ανισότητες εντάθηκαν. 

  Η Ισλανδία συμμετείχε σε αυτή την ισχυρή τάση, ειδικά μετά το 1999 όταν η ισλανδική κυβέρνηση άρχισε να ιδιωτικοποιεί τον τραπεζικό τομέα.

  Ήδη, μετά τη μίνι κρίση του 2006, ο Fitch ανακοίνωσε την υποβάθμιση του ισλανδικού δημόσιου χρέους και χρηματιστηριακοί οίκοι σύγκριναν την κατάσταση της Ισλανδίας με εκείνη της Ταϊλάνδης το 1997 ή της Τουρκίας το 2000. Αυτός ήταν ο πρώτος συναγερμός. 

  Οι τρεις κυριότερες ισλανδικές τράπεζες (η Kaupthing, η Glitnir και κυρίως η Landsbanki μέσω της θυγατρικής της Icesave), που ιδιωτικοποιήθηκαν το 2003, βρήκαν γρήγορα το δρόμο τους στον κόσμο της μεγάλης χρηματοδότησης. Οι κύριες δραστηριότητές τους λάμβαναν χώρα  στο Λονδίνο, στο Λουξεμβούργο και στα σκανδιναβικά κράτη. Γρήγορα αυτές οι τρεις τράπεζες προικίστηκαν με κερδοσκοπικά κεφάλαια. Το Σίτι του Λονδίνου ήταν το αγαπημένο τους γήπεδο. 

    Μέσα από μια αγωνιώδη προσπάθεια εξεύρεσης πλεονεκτημάτων για τους μετόχους, επωφελήθηκαν από το φαινόμενο μιας μάλλον οργανωμένης χαλάρωσης του τραπεζικού ελέγχου για να μπορέσουν να επενδύσουν στις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές αγορές χωρίς πραγματική ασπίδα προστασίας. 

  Καθώς ο πληθυσμός της  Ισλανδίας δεν ήταν αρκετός ώστε να παράγει ένα κύκλο εργασιών διεθνούς μεγέθους, αυτές οι τράπεζες προσπάθησαν να απλώσουν τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό, προτείνοντας τρέχοντες λογαριασμούς σε ξένο νόμισμα, οι οποίοι μπορούσαν να εξοφληθούν σε άλλες χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο(Οκτώβριος 2006) και στην Ολλανδία(Μάιος 2008). Μετά τη μίνι κρίση του 2006 οι οίκοι αξιολόγησης πίεσαν έτσι ώστε οι τράπεζες να διαφοροποιήσουν τη βάση χρηματοδότησης.

  Η αγορά αποδέχτηκε την προσφορά τους αφού οι τρέχοντες λογαριασμοί σπανίως εξοφλούνταν σε ευρωπαϊκές τράπεζες. Μπροστά σε αυτήν την επιτυχία, αποβλέποντας σε αύξηση των δικών τους αποθεματικών, αυτές οι τράπεζες απέκτησαν τη δυνατότητα προσφοράς δελεαστικών δανείων, προσαρμοσμένα πάντα σε ισχυρά νομίσματα. 

  Ακολουθώντας στο έπακρο την τραπεζική λογική, τοποθέτησαν το υπόλοιπο των αποθεματικών τους σε διάφορα ξένα οικονομικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θα αποδεικνύονταν στη συνέχεια τα πλέον ριψοκίνδυνα και επιβλαβή. 

  Η κρίση λοιπόν χτυπάει και, στις 6 Οκτωβρίου 2008, οι υπερτροφικές ισλανδικές τράπεζες καταρρέουν. Εκείνη τη στιγμή, τα χρέη τους ανέρχονται σε ποσό δεκαπλάσιο του ΑΕΠ της χώρας. Το Κράτος δεν έχει τα μέσα να τις ξεμπλέξει, αφού οι ανάγκες τους ξεπερνούν κατά πολύ τις δυνατότητές του. Για να αποφευχθεί ο τραπεζικός πανικός, οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ολλανδίας δέχονται να αποζημιώσουν τους υπηκόους τους που είναι κάτοχοι λογαριασμών σε ισλανδικές τράπεζες. Αυτές οι κυβερνήσεις όμως  στέλνουν το λογαριασμό (3,9 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά, 2,6 για το Ηνωμένο Βασίλειο και 1,3 για την Ολλανδία) στην Ισλανδία! Το παράδοξο στην υπόθεση,  είναι το μέγεθος του ισλανδικού πληθυσμού το οποίο είναι μικρότερο από τους 400.000 εν λόγω λογαριασμούς.

 

Η άφιξη του ΔΝΤ

  Την ίδια μέρα που ξεσπάει η κρίση, το ΔΝΤ στέλνει μια αντιπροσωπεία του στο νησί. Στις 24 Οκτωβρίου 2008, επιστρέφει στην Ευρώπη από τη Δύση με μια  συμφωνία για ένα δάνειο 2,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων (που επικυρώθηκε στις 19 Νοεμβρίου), μετατρέποντας την Ισλανδία στη πρώτη δυτική χώρα που στράφηκε σε τέτοια βοήθεια εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα. Η χρηματοδότηση θα ολοκληρωθεί σε δυο χρόνια, με μια πρώτη άμεση εκταμίευση 830 εκατομμυρίων δολαρίων. Οκτώ ακόμα δόσεις 160 εκατομμυρίων δολαρίων θα ακολουθήσουν. Το δάνειο θα αποπληρωθεί από τους Ισλανδούς μεταξύ 2012 και 2015. 

  Ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ διευκρινίζει πως η Ισλανδία θα πρέπει να βρει τέσσερα επιπλέον δισεκατομμύρια: «Για μια διετή περίοδο, το πακέτο βοήθειας είναι γύρω στα έξι δισεκατομμύρια δολάρια από τα οποία τα τέσσερα προέρχονται από άλλα κράτη». Οι χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά (η Φινλανδία, η Σουηδία, η Νορβηγία και η Δανία με 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια) και η Πολωνία συμπληρώνουν αυτό το ποσό.

  Όπως συμβαίνει πάντα με το ΔΝΤ, η Ισλανδία υποχρεούται, ως αντάλλαγμα, να εφαρμόσει ένα «πρόγραμμα ανάκτησης» της οικονομίας της, με άμεσα μέτρα, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Αυτό το πολύ δεσμευτικό πρόγραμμα απαιτεί σημαντικές προσπάθειες μείωσης των εξόδων, με άλλα λόγια πρόκειται για μια θεραπεία λιτότητας.

  Η πιο εξευτελιστική κίνηση για τους Ισλανδούς είναι, από την αρχή της κρίσης, το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων των ισλανδικών τραπεζών από το Ηνωμένο Βασίλειο στα νομικά πλαίσια ενός «αντί-τρομοκρατικού νόμου», ο οποίος θέτει την Ισλανδία στον κατάλογο των «τρομοκρατικών» κρατών για το Λονδίνο. Η χώρα θα βγει από αυτό τον κατάλογο στις 15 Ιουνίου 2009.

  Ακριβώς πέντε χρόνια μετά την ιδιωτικοποίηση των τριών τραπεζών της, το Σεπτέμβριο του 2008, η Ισλανδική κυβέρνηση αναγκάζεται να αποκτήσει ξανά το 75% της τράπεζας Glitnir. Τον επόμενο μήνα, κρατικοποιεί εκ νέου την Kaupthing και την Landsbanki. Τον Φεβρουάριο του 2009, η Glitnir κρατικοποιείται απολύτως με το παλιό της όνομα «Islandsbanki». Η διαδικασία είναι ξεκάθαρη: πριν το 2003, όταν αυτές οι τράπεζες είχαν κολοσσιαία κέρδη, έπρεπε να ιδιωτικοποιηθούν, όταν όμως χτύπησαν κόκκινο, το κράτος εκλήθη να τις ανακτήσει, να αναλάβει τα βάρη τους, να δανειστεί βαριά για να αντιμετωπίσει τα προθεσμιακά χρέη, να τις ιδιωτικοποιήσει και πάλι το συντομότερο δυνατό χωρίς να αμελήσει να μεταρρυθμίσει την οικονομία του με νεοφιλελεύθερο τρόπο για να πληρώσει το λογαριασμό μέσω του ισλανδικού λαού. Ιδού πώς πληρώνει ο λαός για τα τεράστια λάθη των τραπεζιτών!

  Οι αντιδράσεις δεν λείπουν. Κάθε Σάββατο, επί πολλούς μήνες, ο λαός διαδήλωνε ενάντια στα μέτρα λιτότητας, ειδικά εκείνα που επιτίθενται με πολύ σκληρότητα  στο σύστημα κοινωνικής προστασίας και στις συντάξεις, προκαλώντας για παράδειγμα το κλείσιμο νοσοκομείων.

  Κάτω από αυτή την πίεση, ο Πρωθυπουργός ανακοινώνει τον Ιανουάριο του 2009  την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών για τις 9 Μαΐου. Οι Ισλανδοί δεν ικανοποιούνται με αυτή την πρόταση. Το Σάββατο 24 Ιανουαρίου, μαζεύονται όπως κάθε σαββατοκύριακο τις τελευταίες δεκαέξι εβδομάδες, και αξιώνουν την παραίτηση της κυβέρνησης. Δυο μέρες αργότερα, ο Πρωθυπουργός, προερχόμενος από το Κόμμα της Ανεξαρτησίας, έναν κεντροδεξιό σχηματισμό ο οποίος μοιραζόταν την εξουσία με το Σοσιαλδημοκρατικό  Κόμμα από τον Μάιο του 2007, ανακοινώνει την άμεση παραίτηση της κυβέρνησής του.

  Μια ενδιάμεση κυβέρνηση σχηματίστηκε μέχρι τις εκλογές, στις 25 Απριλίου 2009, που έφεραν στην εξουσία μια συνεργασία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και του Κόμματος Αριστεράς-Πρασίνων. Στις 16 Ιουλίου 2009, η Ισλανδία καταθέτει επίσημα την υποψηφιότητά της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

Icesave: Ο λαός αρνείται να πληρώσει

Στις 30 Δεκεμβρίου 2009, το Αλθίνγκι (το Ισλανδικό Κοινοβούλιο) ψηφίζει νόμο γνωστό με το όνομα «Icesave», κατόπιν απαίτησης των εναγουσών χωρών, ο οποίος προβλέπει την αποπληρωμή των 3,9 δισεκατομμυρίων ευρώ στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ολλανδία. Αυτό ισοδυναμεί περίπου με μια μηνιαία πληρωμή 100 ευρώ ανά κάτοικο επί οκτώ χρόνια, εξαιτίας της πτώχευσης μιας τράπεζας που προέβη σε ριψοκίνδυνες επενδύσεις. Ο λαός εκδηλώνει την αντίθεσή του ζητώντας, μέσω μιας διαδήλωσης και κατεβαίνοντας επί πολλές ημέρες με τις κατσαρόλες του απέναντι από το Κοινοβούλιο, από τον Πρόεδρο Όλαφ Ράγκναρ Γκρίμσον να μην επικυρώσει το νόμο. Αυτές οι διαδηλώσεις ξυπνούν επίσης την ευαισθητοποίηση μιας μερίδας του πληθυσμού γύρω από τις ατασθαλίες του χρηματοοικονομικού τομέα.

  Κάτω από την πίεση του δρόμου, που αποδεικνύει πως όταν οι λαοί δραστηριοποιούνται εισακούονται, ο Πρόεδρος αρνείται να υπογράψει και καλεί, στα πλαίσια του άρθρου 26 του Ισλανδικού Συντάγματος, τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος το οποίο είναι δεσμευτικό για την κυβέρνηση.

  Στις 6 Μαΐου 2010, μετά από ισχυρή κινητοποίηση, το 93% των Ισλανδών απορρίπτουν τη συμφωνία, πράγμα που αναγκάζει τους Υπουργούς Οικονομικών των τριών κρατών τους οποίους αφορούσε (Ισλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ολλανδία) να ξαναρχίσουν τις διαπραγματεύσεις. Από τότε, οι τρεις αντιπροσωπείες συναντιούνται τακτικότατα στο Λονδίνο, μέσα σε μια εκρηκτική ατμόσφαιρα εκβιασμού.

  Παράλληλα, διεξάγονται οι προκαταρκτικές διαπραγματεύσεις για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα να γίνει σύνδεση δυο τύπων συζητήσεων. Παρά τις επαναλαμβανόμενες αιτήσεις της Ισλανδικής κυβέρνησης για αποσύνδεση των διαφορετικών διαπραγματεύσεων, δέχεται ισχυρές πιέσεις να προχωρήσει σύμφωνα με τις επιθυμίες των πιστωτών. Δίνοντας, δίνοντας…

  Ενώ το ΔΝΤ υπερασπίζεται τον εαυτό του θεωρώντας τη ρύθμιση αυτής της διαφοράς  ως όρο για την εκταμίευση, τα κράτη-μέλη του αποφασίζουν να παγώσουν την τρίτη δόση (160 εκατομμύρια δολάρια), για να την ξεμπλοκάρουν οριστικά στις 9 Απριλίου 2010. Μετά το ΔΝΤ, η Σουηδία, η Φινλανδία και η Δανία ανακοινώνουν το ξεμπλοκάρισμα της δεύτερης δόσης του δικού τους διμερούς δανείου.

  Στις 17 Ιουνίου 2010, 66η επέτειο της ανεξαρτησίας της, η Ισλανδία λαμβάνει επίσημα την υποψηφιότητα μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Νέα Συμφωνία εν όψει;

Οι διαπραγματεύσεις με το Λονδίνο και τη Χάγη οδηγούν, στις 8 Δεκεμβρίου 2010, σε μια νέα συμφωνία, υποτίθεται περισσότερο αποδεκτή από το λαό. Το επιτόκιο επανήλθε στο 3,3% για την βρετανική πλευρά και στο 3% για την ολλανδική, αντί του 5,5% και η διάρκεια αποπληρωμής παρατάθηκε από τα οκτώ στα τριάντα χρόνια (μεταξύ 2016 και 2046 αντί για 2024). Η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Landsbanki υπολογίστηκε καλύτερα.

  Στις 10 Ιανουαρίου 2010, το ΔΝΤ ανακοινώνει την εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανείου του προς την Ισλανδία, ποσό 160 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι όροι αυτής της νέας συμφωνίας συζητήθηκαν στο Αλθίνγκι στις 16 Φεβρουαρίου 2011 και ψηφίστηκαν με 44 ψήφους υπέρ, 13 κατά και 3 απουσίες.

  Για την πλειοψηφία των βουλευτών, πρόκειται για έναν φόρο που πρέπει να πληρωθεί για να επιτευχθεί η ειρήνη με τη «διεθνή κοινότητα», να αρέσουν στο ΔΝΤ, στους οίκους αξιολόγησης, να αποκτήσουν εκ νέου πρόσβαση στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές και να διευκολυνθούν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη στην ΕΕ.

   Αλλά, στις 20 Φεβρουαρίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφασίζει τη διοργάνωση ενός νέου δημοψηφίσματος, μετά από μια ακόμα έκκληση που περιελάμβανε πάνω από 40.000 υπογραφές. Το δημοψήφισμα θα γίνει στις 9 Απριλίου 2011. Η Ισλανδή Πρωθυπουργός, Τζοάννα Σιγκουρνταρντότιρ, παίρνει το θάρρος να δηλώσει: «Είναι απογοητευτικό. Πιστεύαμε πως ο Πρόεδρος θα υπέγραφε τη συμφωνία για το Icesave…Η συμφωνία εγκρίθηκε από την πλειοψηφία του Κοινοβουλίου και δεν είναι σύνηθες ένας πρόεδρος να αντιτίθεται σε μια συμφωνία αποδεκτή από τέτοια πλειοψηφία», προσθέτοντας πως, κατά τη γνώμη της, υπάρχει «μικρή πιθανότητα να επαναδιαπραγματευθούν αυτή τη συμφωνία η Μεγάλη Βρετανία και η Ολλανδία». Πράγματι, η Ολλανδία και η Μεγάλη Βρετανία είχαν προειδοποιήσει πως δεν θα προβούν σε νέες διαπραγματεύσεις και θα προσφύγουν στα διεθνή δικαστήρια επικαλούμενες τη διαιτησία της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) (2) αν το αποτέλεσμα δεν τις ικανοποιήσει. Πάντα έτοιμοι να κάνουν τις χώρες να γονατίσουν μπροστά στους πιστωτές τους, οι οίκοι αξιολόγησης απειλούν να υποβαθμίσουν και άλλο το Ισλανδικό δημόσιο χρέος αν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν τους ικανοποιήσει. 

 

Ένα νέο Σύνταγμα;

Αφού έλαβε την ανεξαρτησία της από τη Δανία μετά από μια μάλλον βιαστική διαπραγμάτευση το 1944, το ερώτημα της αναθεώρησης του Ισλανδικού Συντάγματος, το οποίο βασιζόταν ακόμα κατά κύριο λόγο στο Δανικό, ήρθε πολλές φορές στην επιφάνεια. Η κρίση «Icesave» επίσπευσε αυτή τη συζήτηση στο Ισλανδικό Κοινοβούλιο. Η Βουλή αποφασίζει λοιπόν, σύμφωνα με την κοινοβουλευτική διαδικασία, τη δημιουργία μιας Συντακτικής Συνέλευσης με σκοπό την εκπλήρωση αυτού του έργου. Στις 27 Νοεμβρίου 2010, είκοσι πέντε μέλη εκλέχτηκαν με τη λαϊκή ψήφο ανάμεσα σε πάνω από πεντακόσιους υποψηφίους.  

  Λίγο καιρό προτού αυτή η Συνέλευση αρχίσει να συσκέπτεται, η εκλογή των μελών της κρίθηκε άκυρη από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ισλανδίας λόγω διαδικαστικών προβλημάτων. Στα τέλη Φεβρουαρίου 2011, η Συντακτική Συνέλευση μετατράπηκε σε Συνταγματικό Συμβούλιο, το οποίο απαρτιζόταν από τα ίδια πρόσωπα που είχαν εκλεγεί προηγουμένως. Έπρεπε να παρουσιάσει τις προτάσεις του τον Ιούνιο του 2011.

 

Η θλιβερή κατάσταση των εγκαταστάσεων

Εξαιτίας της συστημικής κρίσης του καπιταλισμού, η Ισλανδία υποβιβάστηκε το 2010 στη δέκατη έβδομη θέση της κατάταξης του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη σύμφωνα με το δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης. Υποφέρει από ένα βαθύ πλήγμα στην κοινωνία και την οικονομία, που άφησε έναν αξιοσημείωτο αριθμό εργοταξίων ημιτελή, πιθανότατα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ένα σημαντικό πληθωρισμό, την υπερχρέωση των νοικοκυριών και υψηλό ποσοστό ανεργίας. Την στιγμή της κρατικοποίησής τους, οι τρεις τράπεζες απέλυσαν αμέσως το 20% των υπαλλήλων τους.

  Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση όσον αφορά τους μισθούς του 2010/11 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (3) γύρω από την μισθολογική πολιτική σε εποχή κρίσης, ο Ισλανδός μισθωτός είναι  αυτός που έχει περισσότερο πληγεί, με μια μέση μείωση μισθού της τάξης του 8% το 2009, η οποία ακολούθησε τη μείωση κατά 4,9% του 2008. Μια έρευνα εμφανίζει το ένα τρίτο του πληθυσμού να σκέφτεται να εγκαταλείψει τη χώρα.

  Επικρατεί επίσης ένα τεράστιο αίσθημα ματαιότητας στον κόσμο που δεν μπορεί να δεχτεί πώς καμιά δεκαριά υπεύθυνοι κοιμούνται ακόμα ήσυχοι. Οι Ισλανδοί τραπεζίτες και επιχειρηματίες, υπό ποινική έρευνα στην Ισλανδία, δραστηριοποιούνται στον τραπεζικό κλάδο, μερικοί μάλιστα έχουν γίνει χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι στο Λονδίνο, στο Λουξεμβούργο ή στον Καναδά. 

Οι Ισλανδοί δεν δέχονται να μπορεί ένας τραπεζίτης να δημιουργήσει μια αξιόλογη περιουσία παίρνοντας υπερβολικά ρίσκα με αντίκτυπο σε ολόκληρη την κοινωνία και μετά να στέλνει το λογαριασμό στο κράτος και στους πολίτες. Όπως έλεγε ο Γουίλιαμ Κ. Μπλακ: « The best way to rob a bank is to own one» (Ο καλύτερος τρόπος να ληστέψεις μια τράπεζα είναι να είσαι ο ιδιοκτήτης της). Είναι πεπεισμένοι πως μπορούν να βρεθούν αρκετά χρήματα στις περιουσίες των τραπεζών ώστε να πληρωθούν τα χρέη που προκύπτουν. Δεν καταλαβαίνουν γιατί οι υπεύθυνοι της κρίσης δεν αποδυναμώθηκαν: οι περισσότεροι ηγέτες των μεγάλων δυνάμεων και οι επικεφαλής των μεγάλων τραπεζών οι οποίοι οδήγησαν την οικονομία σε αυτό το αδιέξοδο δεν ανησύχησαν στιγμή για τη θέση τους, αν και η ταυτότητά τους είναι απολύτως γνωστή. Ούτε καταλαβαίνουν γιατί οι κανόνες του παιχνιδιού δεν ρυθμίζονταν πάντα σε διεθνές επίπεδο, με αποτέλεσμα οι συνθήκες ζωής των λαών, που είναι τα κύρια θύματα, να υποβαθμίζονται διαρκώς. Προς το παρόν, οι ένοχοι έχουν πετύχει να πληρώνουν το κόστος τα θύματά τους. Πού είναι η κοινωνική δικαιοσύνη;

  Τα εθνικά αγαθά εξακολουθούν να ξεπουλιούνται σε ξένες κοινωνίες. Η Ισλανδία είναι ο έβδομος παραγωγός παγκοσμίως και ο δεύτερος παραγωγός στην Ευρώπη γεωθερμικής ενέργειας. Το 2010, η Ισλανδή τραγουδίστρια Μπιόρκ, με την υποστήριξη της ευρωβουλευτού Εύα Τζολί, ηγήθηκε μιας καμπάνιας ενάντια στην ολοκληρωτική σχεδόν εξαγορά της δημόσιας επιχείρησης  HS Orka, η οποία παράγει γεωθερμική ενέργεια, από την καναδική Magma Energy Corp. Ανεπιτυχώς. Επειδή οι εταιρίες που βρίσκονταν έξω από τον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο δεν είχαν το δικαίωμα στην Ισλανδία να κατέχουν μια εταιρία παραγωγής ηλεκτρισμού, η Magma  χρησιμοποίησε για να την αποκτήσει μια θυγατρική της στη Σουηδία. Από το τέλος του 2010, η Magma  κατέχει λοιπόν το 98,33% της HS Orka.(4)

   Λαϊκές κινητοποιήσεις, δημοψηφίσματα ενάντια στις υπαγορεύσεις των πιστωτών, η Ισλανδική πραγματικότητα έχει κάτι να ελπίζει. Δεν έχει όμως τίποτα να την κάνει να νιώθει ευφορία. Πράγματι, πέρα από αυτές τις εστίες αντίδρασης, δεν είναι λογικό, όπως έκαναν μερικοί, να μιλάμε για μια επανάσταση σε εξέλιξη. Αυτή η κοινωνική κινητοποίηση δεν έχει προς το παρόν τη δύναμη να αμφισβητήσει την ένταξη στις αρχές της ελεύθερης αγοράς, στο νεοφιλελευθερισμό και στην οικονομική ορθοδοξία. Οι εκλογές δεν άλλαξαν αληθινά τα δεδομένα: ο καπιταλισμός είναι ακόμα το ίδιο δομικά κυρίαρχος όσο ήταν πριν την κρίση. Η περιορισμένη ελίτ του νησιού παραμένει πάντα στη θέση της. Η εκλογή της Συντακτικής Συνέλευσης δεν ξύπνησε πραγματικά τα πάθη: μόνο το 36% των εγγεγραμμένων μετέβησαν στις κάλπες για να εκλέξουν τα μέλη της. Και παρά τη δυναμική συμμετοχή στις εκκλήσεις και στις διαδηλώσεις, η κρίση «Icesave» δεν δημιούργησε κανένα τεράστιο ενδιαφέρον των Ισλανδών για την πολιτική, ούτε καμιά ιδιαίτερη επιθυμία να ρίξουν το σύστημα που τους κατέστρεψε. 

  Οι πρόσφατες έρευνες δείχνουν πως πάνω από το ήμισυ των πολιτών δεν θέλουν να μπλεχτούν σε μια πολιτική περιπέτεια. Αν όμως προκύψει μέσα από αυτή τη διαδικασία ένα καινούργιο, αληθινά προοδευτικό Σύνταγμα, παρά την κόπωση που παρατηρείται στους Ισλανδούς πολίτες, μπορεί να θεωρηθεί ένα πραγματικό βήμα προς μια θετική κατεύθυνση.

  Η Ισλανδία δείχνει πόσο το ΔΝΤ ήξερε να χρησιμοποιήσει την κρίση για να επανέλθει στην επιφάνεια. Πριν από μερικά χρόνια αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες αφού ήταν ελλειμματικό, έχοντας χάσει την πελατεία του και όντας αναγκασμένο να πουλήσει μέρος του χρυσού του για να πληρώσει τους μισθούς. Η υπόθεση «Icesave» ήταν μια ευκαιρία να ξαναπατήσει το πόδι του στη Δυτική Ευρώπη. Μπαίνοντας από την πόρτα της Ισλανδίας, η αλεπού είναι πλέον μέσα στο κοτέτσι, και οι κότες έχουν αρχίσει να χάνουν τα φτερά τους.

  Από την Ανατολή (Ουκρανία, Λετονία, Ουγγαρία, Ρουμανία) ως τη Δύση (Ισλανδία, Ιρλανδία), περνώντας από τη Μεσόγειο (Ελλάδα…), ορισμένες κυβερνήσεις υποτάσσονται στους δανειστές και δέχονται να εφαρμόσουν τα σχέδια διαρθρωτικών προσαρμογών για να λάβουν μια οικονομική βοήθεια. Αυτή η βοήθεια όμως χρησιμεύει κυρίως για να ξεμπλέξουν οι τράπεζες και να πλουτίσουν οι δανειστές, ενώ οι συνθήκες ζωής επιδεινώνονται άμεσα δραματικά. Το ΔΝΤ αναμιγνύεται στις υποθέσεις του πρώτου και του δεύτερου κόσμου, κάνοντας ένα σημαντικό βήμα προς το στόχο του, να θέσει όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη υπό την κηδεμονία του, όπως το είχε κάνει ήδη τόσο καλά στον Τρίτο Κόσμο. Η αθέμιτη και θνησιγενής λογική του είναι πάντα παρούσα και αυτό είναι αναμφισβήτητα το πιο ανησυχητικό.

 

Σημειώσεις κεφ. 4

(1) Stefan Olaffson, From Neo-Liberalism to Increasing Income Inequality, Nona Research Institute, Oslo, 2010. http://www.thjodmalastofnun.hi.is/english/php.

(2) EFTA (European Free Trade Association) http://www.efta.int

(3) http://www.ilo.org/global/publications/ilo-bookstore/order-online/books/WCMS-146706/lang-fr/index.htm

(4) http://www.magmaenenergycorp.com/Properties/Operations/Iceland/default.aspx