Πόλεμος ή ειρήνη; Ένα λάθος δίλημμα στη διαμάχη γύρω από το ουκρανικό ζήτημα

της Daria Saburova

Daria SaburovaΕλλείψει προϋποθέσεων για διαπραγματεύσεις, η συζήτηση για άμεση κατάπαυση του πυρός ως εναλλακτική λύση στη στρατιωτική υποστήριξη είναι απλώς κούφια ρητορική που απευθύνεται στο γαλλικό κοινό στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας. Ελλείψει άλλων ρεαλιστικών επιλογών, η πρακτική αλληλεγγύη απαιτεί τη συνέχιση της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία.Το κείμενο αυτό προέρχεται από ομιλία που στη συνεδρίαση της L'assemblée féministe - Paris banlieue, στις 12 Μαρτίου 2024 στο La Belleviloise. Δημοσιεύθηκε ως ιστολόγιο του Mediapart.

Θα ήθελα να εκμεταλλευτώ αυτή την πρόσκληση για να διευκρινίσω μερικά σημεία σχετικά με τις αντιπαραθέσεις που μαίνονται γύρω από την Ουκρανία εδώ και αρκετές εβδομάδες. Η πρώτη είναι η διαμάχη που πυροδότησε το κίνημα των Ευρωπαίων αγροτών για την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η δεύτερη προκλήθηκε από τη δήλωση του Μακρόν σχετικά με το ενδεχόμενο αποστολής στρατευμάτων στην Ουκρανία. Και στις δύο περιπτώσεις, το ουκρανικό ζήτημα χρησιμοποιείται κυνικά από όλες τις πολιτικές δυνάμεις σε ένα προεκλογικό παιχνίδι. Αναπτύσσεται με επιχειρήματα που είναι αποσυνδεμένα από την τοπική πραγματικότητα, και έχουν σαν μοναδική συνέπεια να υπονομεύουν την υποστήριξη της κοινής γνώμης στην ουκρανική αντίσταση. Θα επικεντρωθώ στη δεύτερη αντιπαράθεση, επειδή η στρατιωτική υποστήριξη παραμένει στο επίκεντρο των αιτημάτων που οι Ουκρανοί και οι Ουκρανές απευθύνουν στους Ευρωπαίους.

Τα σχόλια του Μακρόν, που επικρίθηκαν από άλλους Ευρωπαίους ηγέτες και από τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, διαψεύστηκαν αμέσως από την ουκρανική κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, η Ουκρανία δεν ζήτησε ποτέ την αποστολή στρατευμάτων. Ζητάει όπλα και κυρίως πυρομαχικά. Από αυτή την άποψη, ό,τι κι αν λέγεται, η συμβολή της Γαλλίας έχει παραμείνει μέχρι στιγμής σχετικά μέτρια: σύμφωνα με στοιχεία της γαλλικής κυβέρνησης, ανέρχεται σε 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ για 2 χρόνια, από έναν στρατιωτικό προϋπολογισμό που ξεπερνά τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, δηλαδή περίπου το 4% των συνολικών στρατιωτικών δαπανών της. Στην πραγματικότητα, όπως δείχνει πρόσφατη έρευνα του Mediapart, τα στοιχεία αυτά είναι πολύ φουσκωμένα, με την πραγματική αξία της βοήθειας να είναι πολλές φορές μικρότερη.

Με τους φανφαρονισμούς για την αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία, ο Μακρόν όχι μόνο απέτυχε να πετύχει τον δικό του στόχο στον ανταγωνισμό για την ευρωπαϊκή ηγεσία, αλλά και έδωσε τροφή για σχόλια σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις που, λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτά, όταν το επιτρέπει η πολιτική κατάσταση, ήταν εξαρχής αντίθετες στη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας: Φυσικά, στο Rassemblement National (της Μαρίν Λε Πεν), αλλά και στα κόμματα της θεσμικής αριστεράς, όπως το Κομμουνιστικό Κόμμα και η France Insoumise (“Ανυπότακτη Γαλλία” του Ζαν-Λυκ Μελανσόν). Είμαστε αναγκασμένοι να πούμε ότι, πιασμένοι χέρι-χέρι, ξεκινούν μια νέα αντι-ουκρανική εκστρατεία, που αφορά τόσο την είσοδο της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και τη διμερή συμφωνία ασφαλείας.

Αυτό που ενοχλεί την Ανυπότακτη Γαλλία είναι οι δηλώσεις αρχών που περιέχονται σε αυτό το ντοκουμέντο: "Η Γαλλία επιβεβαιώνει τον στόχο της ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση" και "επιβεβαιώνει ότι η μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα ήταν μια χρήσιμη συμβολή στην ειρήνη και τη σταθερότητα στην Ευρώπη". Αλλά αν εξετάσουμε λεπτομερώς αυτό το κείμενο, όχι μόνο δεν υπάρχει τίποτα για την αποστολή χερσαίων στρατευμάτων στην τρέχουσα φάση του πολέμου, αλλά δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο ούτε για την περίπτωση που θα γίνει νέα εισβολή στην Ουκρανία μετά την κατάπαυση του πυρός ή την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Συγκεκριμένα, τσιτάρω: "Σε περίπτωση μελλοντικής ένοπλης ρωσικής επίθεσης κατά της Ουκρανίας, [...] η Γαλλία θα παράσχει στην Ουκρανία ταχεία και διαρκή βοήθεια στον τομέα της ασφάλειας, σύγχρονο στρατιωτικό εξοπλισμό σε όλους τους τομείς, ανάλογα με τις ανάγκες, και οικονομική βοήθεια". Το υπόλοιπο ντοκουμέντο περιγράφει λεπτομερώς το περιεχόμενο αυτής της βοήθειας, η οποία περιλαμβάνει εκπαίδευση, κυβερνοάμυνα, οπλισμό κ.λπ. Συγκεκριμένα, αντί να προτείνει τροποποιήσεις, η France insoumise αντιτίθεται σε αυτές τις ελάχιστες εγγυήσεις ασφαλείας, οι οποίες ουσιαστικά δεν διαφέρουν από αυτές που απολαμβάνει σήμερα η Ουκρανία.

Τι προτείνει αντ' αυτού; Σε ένα βίντεο που δημοσιεύτηκε στις 7 Μαρτίου, ο Mélenchon προσφέρει το όραμά του για αυτό που αποκαλεί "σύγκρουση Ουκρανίας-Ρωσίας". Κατά την άποψή του, "η μόνη στρατηγική που έχει νόημα" είναι να προταθεί ένα "ειρηνευτικό σχέδιο". Για να γίνει αυτό, πρέπει να κατανοήσουμε τη φύση αυτής της "σύγκρουσης Ουκρανίας-Ρωσίας". Για να παραθέσω τα λόγια του Mélenchon: "Ο πόλεμος μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών αφορά δύο πράγματα: πρώτον, τα σύνορα [...] και δεύτερον, την αμοιβαία ασφάλεια. Οι Ουκρανοί δεν θέλουν πλέον να ζουν με τον φόβο της εισβολής των Ρώσων. Και οι Ρώσοι δεν θέλουν πλέον να ζουν σε συνθήκες όπου, σύμφωνα με όσα λένε, δεν θέλουν πλέον να βρίσκονται υπό την απειλή της στρατιωτικής επέμβασης του ΝΑΤΟ, πρώτον, και δεύτερον, να βλέπουν να απειλούνται πληθυσμοί που ζήτησαν να αφομοιωθούν στη ρωσική οντότητα. Για να επιτευχθεί μια συμφωνία, το ζητούμενο είναι να οργανωθεί μια "διάσκεψη για τα σύνορα", όπου, παραθέτω, "οι ενδιαφερόμενοι πληθυσμοί θα ερωτηθούν σε τι θέλουν να ενταχθούν και σε ποιον. Η φωνή του λαού είναι η λύση, όχι το πρόβλημα. [...] Αν αυτά τα ζητήματα διευθετηθούν με δημοψήφισμα, τότε έχουμε όλα τα στοιχεία μιας ειρήνης”.

Δεν θα σταθώ σε αυτή την επιχειρηματολογία. Θα θυμίσω απλώς ότι δεν πρόκειται για μια σύγκρουση Ουκρανίας-Ρωσίας σχετικά με τα σύνορα και την αμοιβαία ασφάλεια, αλλά για μια βάναυση, εντελώς αδικαιολόγητη εισβολή και κατοχή ουκρανικού εδάφους από τον ρωσικό στρατό. Ότι η απειλή από το ΝΑΤΟ και το υποτιθέμενο αίτημα των ρωσόφωνων πληθυσμών για στρατιωτική επέμβαση για την προστασία τους από την ουκρανική κυβέρνηση είναι καθαρή ρωσική προπαγάνδα. Ότι το να μιλάς για δημοψηφίσματα στα κατεχόμενα εδάφη είναι μια άθλια πρόταση, καθώς ο κ. Mélenchon γνωρίζει πολύ καλά ότι είναι αδύνατο να οργανωθούν δημοκρατικά. Η Ρωσία έχει ήδη οργανώσει μια επίφαση δημοψηφισμάτων στα κατεχόμενα εδάφη, με πάνω από το 90% των ψήφων να είναι υπέρ της επανένταξης στη Ρωσία. Πώς μπορούμε να επιβάλουμε στη Ρωσία την ασφαλή επιστροφή των προσφύγων ώστε να μπορούν να ψηφίσουν, την αποχώρηση των Ρώσων εποίκων ώστε να μην μπορούν να ψηφίσουν και την εποπτεία αυτών των δημοψηφισμάτων από ανεξάρτητους διεθνείς οργανισμούς; Είναι εντελώς ανεύθυνο να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι αυτό είναι εφικτό υπό τις παρούσες συνθήκες.

Ας δούμε την κατάσταση ρεαλιστικά. Δεδομένης της κατάστασης στην οποία βρίσκεται σήμερα η Ουκρανία, είναι λογικό να σκεφτεί κανείς ότι μια κατάπαυση του πυρός κατά μήκος της γραμμής του μετώπου είναι η λιγότερο κακή επιλογή. Τα ουκρανικά στρατεύματα είναι αποθαρρυμένα από τον μεγάλο αριθμό νεκρών και τραυματιών, την έλλειψη πυρομαχικών και επαρκούς εξοπλισμού κ.ο.κ. Οι Ουκρανοί πολίτες, με τη σειρά τους, δεν δείχνουν μεγάλη επιθυμία να αντικαταστήσουν αυτούς που βρίσκονται ήδη στο μέτωπο: μετά την αποτυχία της θερινής αντεπίθεσης, η διαχωριστική γραμμή δεν κινείται πλέον υπέρ της Ουκρανίας και δεν υποχωρεί αρκετά ώστε όσοι βρίσκονται στα μετόπισθεν να αισθανθούν και πάλι μια υπαρξιακή απειλή που θα τους παρακινούσε να καταταγούν εθελοντικά, όπως έκαναν στην αρχή. Οι εντάσεις εντός της ουκρανικής κοινωνίας είναι πολύ πραγματικές. Όλοι θα ήθελαν να τελειώσει ο πόλεμος.

Όμως, πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις για μια τέτοια κατάπαυση του πυρός, και πρώτα απ' όλα ο Πούτιν πρέπει να έχει συμφέρον να σταματήσει ο πόλεμος και να σεβαστεί τη δέσμευση για μη επίθεση στο μέλλον. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει: ο ρωσικός στρατός έχει ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ο πόλεμος επιτρέπει στο καθεστώς να ενισχυθεί στο εσωτερικό της χώρας, η οποία έχει περάσει σε κατάσταση "πολεμικής οικονομίας". Η πρόσφατη δολοφονία του αντιπολιτευόμενου Αλεξέι Ναβάλνι σηματοδοτεί ένα νέο στάδιο στην πολιτική καταστολή. Όλος ο κόσμος δικαίως συγκινήθηκε από το θέαμα χιλιάδων αντιπολεμικών Ρώσων να διαδηλώνουν και να καταθέτουν λουλούδια στον τάφο του Ναβάλνι στη Μόσχα. Δυστυχώς, παρά τη συγκίνηση και την ελπίδα που γεννάει αυτή η χειρονομία, τίποτα δεν επιτρέπει να προβλεφθεί μια λαϊκή εξέγερση ικανή να αλλάξει κάτι από τα μέσα. Το πουτινικό καθεστώς τρέφεται πλέον από τον πόλεμο, τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς, και ξεκάθαρος στόχος του είναι να χρησιμοποιήσει την επιθετικότητα στην Ουκρανία για να αναδιατάξει τις γεωπολιτικές ισορροπίες δυνάμεων. Προς το παρόν, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα το ικανοποιούσε κάτι που θα ήταν λιγότερο από τη συνθηκολόγηση της Ουκρανίας.

Από την πλευρά τους, στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι Ουκρανοί δεν είναι διατεθειμένοι να δεχτούν τη συνθηκολόγηση. Μπορούμε να μιλάμε όσο θέλουμε για την άμεση κατάπαυση του πυρός ως εναλλακτική λύση στη στρατιωτική υποστήριξη, αλλά πρέπει να έχουμε συνείδηση του γεγονότος ότι αυτά είναι απλώς κούφια λόγια που απευθύνονται στο γαλλικό κοινό στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας. Φυσικά, οι μάχες θα πρέπει να σταματήσουν μια μέρα, και θα υπάρξει κατάπαυση του πυρός με τη μία ή την άλλη μορφή. Το ερώτημα είναι να μάθουμε υπό ποιες συνθήκες θα γίνει αυτό από την Ουκρανία: θα περάσει στην επίθεση; Θα είναι επαρκώς εξοπλισμένη και υποστηριγμένη ώστε να βρίσκεται στην πιο πλεονεκτική κατάσταση; Τι εγγυήσεις ασφαλείας είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε στην εξαιρετικά πιθανή περίπτωση μιας νέας εισβολής; Βρισκόμαστε σε μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας για το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, η οποία θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Και με δεδομένη την αβεβαιότητα, το πιο λογικό και δίκαιο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τη στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία.

Έχω συνείδηση ότι ως φεμινίστρια είναι δύσκολο να επωμιστείς μια τέτοια θέση. Αγγίζει το ζήτημα της ταυτότητας του κινήματος, του αντιμιλιταρισμού του και της αντίθεσής του στο κράτος. Η ουκρανική αντίσταση έχει γίνει αγκάθι για όλες τις αντικαπιταλιστικές, φεμινιστικές και αντιιμπεριαλιστικές οργανώσεις. Κάποιοι προτίμησαν να διατηρήσουν την καθαρότητα των αρχών τους σε βάρος της ανάλυσης της κατάστασης και της συγκεκριμένης αλληλεγγύης. Ωστόσο, πιστεύω - και αυτό είναι που δήλωσε το ουκρανικό φεμινιστικό μανιφέστο ήδη από το 2022 - ότι η φεμινιστική σκέψη και πρακτική είναι οι πιο κατάλληλες για να τοποθετηθούν συστηματικά στο πλευρό της εμπειρίας, με βάση τα άμεσα συμφέροντα των γυναικών που είναι θύματα της καταπίεσης, αλλά και των γυναικών που αντιστέκονται, όπου κι αν αυτές βρίσκονται. Στην Ουκρανία, δεκάδες χιλιάδες γυναίκες αντιστέκονται στην εισβολή με τα όπλα, εκατοντάδες χιλιάδες εργάζονται σε κρίσιμες δημόσιες υπηρεσίες, εκατομμύρια συμμετέχουν σε εθελοντικές εργασίες. Σαν φεμινίστριες, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η δράση μας εξαρτάται από την οπτική γωνία σύμφωνα την οποία αγωνιζόμαστε.

Όσον αφορά την υποστήριξη της Παλαιστίνης, εμείς δρούμε στο εσωτερικό του στρατοπέδου που υποστηρίζει τον επιτιθέμενο. Έτσι, το πιο αποτελεσματικό είναι να αγωνιστούμε κατά των εξοπλισμών και για να σταματήσει άνευ όρων το Ισραήλ τον πόλεμο. Αυτό είναι το ίδιο είδος δράσης που οι Ρωσίδες και οι Λευκορωσίδες φεμινίστριες προσπαθούν να αναλάβουν, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, ενάντια στις κυβερνήσεις τους. Όσον αφορά όμως την Ουκρανία, βρισκόμαστε σε μια χώρα που παρέχει υποστήριξη στον αμυνόμενο. Όσο δεν υπάρχουν άλλες ρεαλιστικές επιλογές, η αλληλεγγύη απαιτεί να υποστηρίξουμε την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Και ότι, απέναντι στους καμπιστές όλων των πλευρών, διακηρύσσουμε: "Από την Ουκρανία μέχρι την Παλαιστίνη, η κατοχή είναι έγκλημα".

Επιμέλεια: Γιώργος Μητραλιάς