Πάνος Κοσμάς
Μπροστά σε μια νέα συγκυρία, προσωρινής-σχετικής σταθεροποίησης της κυβέρνησης, αλλά και μπροστά στο «απειλητικό» 2013 όπου θα κριθούν πολλά.
Η δανειακή «σούπερ δόση» των συνολικά 52,5 δισ. ευρώ εκταμιεύεται (έστω και σε… δόσεις), η κυβέρνηση πανηγυρίζει, υποκινούμενες πολιτικές διεργασίες με άδηλη την τελική τους έκβαση αλλά με προφανή στόχευση είναι σε πλήρη εξέλιξη, εγχώρια και ξένα κέντρα ετοιμάζουν «μεγάλη επιχείρηση» ικανοποίησης του «κοινού περί δικαίου αισθήματος του λαού» με διαπόμπευση ή και φυλάκιση επίλεκτων μελών του πολιτικού και επιχειρηματικού κατεστημένου, μια μεγάλη και γιορτινή χορωδία πολιτικών και στελεχών της αγοράς ψάλλει το ωσαννά της επερχόμενης ανάπτυξης που θα βάλει τέλος σε όλα τα δεινά… Και όλοι μαζί, αντιμετωπίζουν με δυσπιστία και αγωνία τους τρεις αστάθμητους παράγοντες που μπορούν να ανατρέψουν όλα τα σχέδια: την ύφεση (που είναι εκτός ελέγχου), την κοινωνία (που βράζει, έτοιμη να εκραγεί) και την Αριστερά-πάνω απ’ όλα τον ΣΥΡΙΖΑ (που, παρά τις προσπάθειές τους, δεν έχει ακόμη «εξημερωθεί»).
Το σίγουρο είναι ότι βαδίζοντας ολοταχώς σε ένα έτος καμπής και καθώς διαμορφώνεται μια νέα βραχυ-μεσοπρόθεσμη συγκυρία, η Αριστερά πρέπει να τα αναλύσει σε βάθος ώστε να πορευτεί αναλόγως.2013: έτος καμπής για την παγκόσμια κρίση
Οι προβλέψεις της τελευταίας έκθεσης του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία, τον περασμένο Οκτώβριο, προδιαγράφουν ότι το 2013 θα είναι έτος κλιμάκωσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, καθώς επιδεινώνονται δύο κρίσιμα μεγέθη: το δημόσιο χρέος των χωρών σε όλο τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο και οι ρυθμοί ανάπτυξης. Ως προς το πρώτο, το 2013 θα είναι το έτος καμπής, καθώς το δημόσιο χρέος των 22 πιο πλούσιων καπιταλιστικών χωρών θα ξεπεράσει μεσοσταθμικά το 105% του ΑΕΠ ενώ το ακαθάριστο δημόσιο χρέος θα κινηθεί αρκετά υψηλότερα, εισάγοντας τις οικονομίες του αναπτυγμένου δυτικού καπιταλισμού σε μια γενικευμένη κρίση χρέους. Ως προς το δεύτερο, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η Ευρώπη θα παραμείνει σε ύφεση ή κοντά σε μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η αμερικανική οικονομία θα έχει πολύ ισχνή ανάπτυξη ενώ οι αναπτυσσόμενες μεγάλες οικονομίες (Κίνα, Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία κ.λπ.) θα «λαχανιάσουν», παρουσιάζοντας σημαντική μείωση των -υψηλών όλα τα τελευταία χρόνια- ρυθμών ανάπτυξης. Ο συνδυασμός ύφεσης-επιβράδυνσης και κλιμάκωσης-γενίκευσης της κρίσης χρέους στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο μπορεί να αποδειχτεί «θανατηφόρος», δημιουργώντας μια γενικευμένη αρνητική δυναμική.
Τους νεοφιλελεύθερους ταγούς του συστήματος, που έχουν μάθει να αποτιμούν όλα τα «μεγέθη», ακόμη και τον αέρα που αναπνέουμε, με οικονομικούς όρους, απασχολούν επίσης όλο και περισσότερο και άλλα ρίσκα: το γεωπολιτικό ρίσκο (δηλαδή το «θερμό» ξέσπασμα των πολιτικών ανταγωνισμών ή και οι στρατιωτικές αναμετρήσεις, καθώς η διαχείριση της κρίσης γίνεται αναπόφευκτα όλο και πιο ανταγωνιστική και οι συναινέσεις της «παγκοσμιοποίησης» αδυνατίζουν ή και καταρρέουν), το πολιτικό ρίσκο (δηλαδή το πέρασμα της κρίσης στο πολιτικό εποικοδόμημα), αλλά και το ρίσκο μετάδοσης της κρίσης από τους «αδύναμους κρίκους» στο σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας (η επιβράδυνση στην Κίνα που μπορεί να εντείνει τις υφεσιακές τάσεις στην αμερικανική και την ευρωπαϊκή οικονομία ή η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, με ευρωπαϊκό «αδύναμο κρίκο» την Ελλάδα, που μπορεί επίσης να επιδεινώσει την παγκόσμια κρίση).
Η αδυναμία διεξόδου από την παγκόσμια κρίση, η οποία βαδίζει πλέον για τον 6ο συνεχόμενο χρόνο χωρίς να φαίνεται «φως στο βάθος του τούνελ», οξύνει και τους ανταγωνισμούς για τον τρόπο διαχείρισής της: σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εντάξουμε την αντιπαράθεση ΔΝΤ – Γερμανίας για τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης («κούρεμα» του χρέους και μεταρρυθμίσεις, αλλά όχι άλλη λιτότητα, λέει το ΔΝΤ, προτείνοντας μια πολιτική τύπου Ομπάμα, ενώ η Γερμανία επιμένει στη συνέχιση της πολιτικής της «εσωτερικής υποτίμησης»), αλλά και της κυπριακής… Στην πραγματικότητα βέβαια δεν πρόκειται για αντιπαράθεση μοντέλων διαχείρισης με κριτήριο την ορθολογικότερη (από καπιταλιστική σκοπιά) διαχείριση της κρίσης, αλλά για ανταγωνιστική διαχείριση της κρίσης με κριτήριο τα επιμέρους, ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι φανερό ότι αυτού του τύπου η αντιπαράθεση θα ενταθεί μέσα στο 2013, ίσως μάλιστα να έχουμε και κάποιου είδους «ξεκαθάρισμα λογαριασμών».
Ποια ενδεχόμενα γεννά η επιδείνωση και περιπλοκή της παγκόσμιας κρίσης το 2013; Το σίγουρο είναι ότι μιλάμε για έτος-καμπή της παγκόσμιας κρίσης, καθώς ο κόμπος των αντιφάσεων της κρίσης έχει φτάσει ξανά στο «χτένι». Όπως για την Ευρωζώνη, έτσι και για την παγκόσμια οικονομία τελείωσε η περίοδος της αγοράς χρόνου, των εμβαλωματικών λύσεων και του έρποντος ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων καπιταλιστικών-ιμπερια
Αν σκεφτούμε ότι χρειάστηκε μια «παγκόσμια επιχείρηση» στην οποία συμμετείχαν κυβερνήσεις, όλες οι κεντρικές τράπεζες του πλανήτη, μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, ακόμη και hedgefunds, για να γίνει το ελληνικό «κούρεμα» στις αρχές του 2012 (PSI) χωρίς να υπάρξει παγκόσμιο «οικονομικό ατύχημα», αντιλαμβανόμαστε την ανεδαφικότητα της ιδέας για ένα ταυτόχρονο παγκόσμιο «κούρεμα» μαζί με τη συνακόλουθη παγκόσμια διαχείριση του «τοξικού» ενεργητικού των τραπεζών. Πέρα και πάνω από αυτό όμως, δεν υπάρχει τρόπος να γίνουν όλα αυτά με τρόπο που θα συγκεράσει-εξισορροπή
Η τέτοια θεώρηση των προοπτικών της παγκόσμιας κρίσης για το 2013 είναι η πυξίδα για να εξετάσουμε τις προοπτικές της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού.
Ελλάδα: ο δεκάλογος του κυβερνητικού success story
Το ευρωπαϊκό success story, ύστερα από τις τελευταίες ευρωπαϊκές συμφωνίες (για την εκταμίευση της δόσης προς την Ελλάδα και για την τραπεζική εποπτεία) λέει ότι οι «γενναίες» αποφάσεις όσον αφορά την Ευρωζώνη έχουν πλέον ληφθεί: η Ευρωζώνη θα προχωρήσει προς την οικονομική και πολιτική ενοποίηση, υπό τη γερμανική ηγεμονική στρατηγική και με τη γενίκευση της λιτότητας. Όλες οι χώρες θα περάσουν από το «καθαρτήριο» της εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή θα εφαρμόσουν «διαρθρωτικές αλλαγές» (που θα καταστρέψουν και τα υπολείμματα οικονομικού και κοινωνικού προστατευτισμού) και προγράμματα λιτότητας στην ένταση που αντιστοιχεί στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητάς τους (το οποίο καθορίζεται βασικά από τα επίπεδα παραγωγικότητας).
Για τον ελληνικό καπιταλισμό όλα αυτά σημαίνουν ταυτόχρονα δύο πράγματα: το βάθεμα της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης μέσα στο 2013 αλλά και αναπτερωμένες ελπίδες ότι η «παρτίδα» για την παραμονή στο ευρώ μπορεί να σωθεί αν διέλθει αλώβητος το κρίσιμο νέο έτος. Αυτό το success story του Σαμαρά συνιστά μια ψυχαναγκαστική αυθυποβολή:
Το «παιχνίδι» δεν έχει κριθεί!
Να λοιπόν 10 σημαντικοί λόγοι που στηρίζουν το κυβερνητικό successstory. Αλλά γιατί τότε το χαρακτηρίσαμε «ψυχαναγκαστική αυθυποβολή»;
Από τη μία πλευρά, όλα αυτά δεν είναι φαντασιοκοπήματα, έχουν υλική βάση και ορίζουν μια δυνατότητα για τον ελληνικό καπιταλισμό. Ύστερα από τρία χρόνια υπαρξιακής αγωνίας που βάδιζε στα τυφλά, τώρα έχει μια «υπόθεση εργασίας» για να κινηθεί, μια προοπτική πάνω στην οποία να επενδύσει. Στο πλαίσιο αυτό, έχει τη δυνατότητα μιας προσωρινής σχετικής σταθεροποίησης, που θα του δώσει μια «ανάσα». Από την άλλη όμως πρόκειται απλώς για μια δυνατότητα, που για να υλοποιηθεί, πρέπει να περάσει «διά πυρός και σιδήρου». Συγκεκριμένα, για να έρθει αυτή η δυνατότητα πιο κοντά στην υλοποίηση, πρέπει το όλο σχέδιο να περάσει χωρίς απώλειες από τη μεγάλη δοκιμασία του σκληρού 2013. Αυτό σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι το 2013 παίρνει όλα τα χαρακτηριστικά έτους-καμπής για την ελληνική κρίση και συνακόλουθα για την ταξική αναμέτρηση στην Ελλάδα. Σημαίνει επίσης ότι η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, αλλά και το αστικό κράτος, βλέποντας κάποια προοπτική σταθεροποίησης ύστερα από τρία χρόνια υπαρξιακής αγωνίας που βάδιζαν στα τυφλά, θα είναι πιο αδίστακτοι και αμείλικτοι από ποτέ για να μη χάσουν την ευκαιρία που αχνοφαίνεται στον ορίζοντα ή για να επιβιώσουν στις ανεξέλεγκτες καταστάσεις που θα δημιουργηθούν αν το σχέδιο σταθεροποίησης για οποιοδήποτε λόγο αποτύχει. Τι όμως απειλεί αυτή την προοπτική;
· Πρώτα απ’ όλα οι αβεβαιότητες που συνοδεύουν την παγκόσμια οικονομία στο 2013, όπως τις περιγράψαμε στην αρχή.Αν οι προβλέψεις για την ύφεση στην Ευρώπη και για την παγκόσμια επιβράδυνση επιβεβαιωθούν, αυτό θα σημάνει βάθεμα της ύφεσης καις την Ελλάδα. Αν οι περιπλοκές από τη γενίκευση της κρίσης χρέους γίνουν απειλητικές, αυτό θα κάνει την κατάσταση στην Ευρωζώνη πολύ δύσκολη και ίσως μειώσει την «όρεξη» της Γερμανίας να «σώσει» την Ευρωζώνη στο σύνολό της, την όρεξη των οίκων αξιολόγησης να εξιδανικεύουν την εικόνα της ελληνικής οικονομίας στα μάτια των αγορών, αλλά και την όρεξη (που πάντως ακόμη δεν έχει καταγραφεί) των διεθνών επενδυτών να «αγοράσουν Ελλάδα».
Ήδη όλοι έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στο κρίσιμο πρώτο τρίμηνο του 2013, όταν θα διαφανούν οι τάσεις και θα έχουμε τις πρώτες απαντήσεις στα κρίσιμα αυτά ζητήματα. Οι πανηγυρίζοντες κυβερνητικοί εταίροι και οι τροϊκανοί σύμμαχοι και «προστάτες» τους έχουν στραμμένη όλη την προσοχή τους στους κρίσιμους δείκτες, για να διαγνώσουν αν «θα πιάσει το κόλπο»… Μέχρι τότε, το σχέδιο θα είναι «στον αέρα» και τίποτε δεν θα έχει κριθεί.
Κυρίως όμως το ζήτημα δεν έχει κριθεί γιατί όλα εξαρτώνται εν τέλει από τον «άγνωστο χ» των αντιστάσεων της κοινωνίας και της πολιτικής πάλης: η εσωτερική υποτίμηση δεν έχει κάποιο οικονομικό φυσικό όριο – τα όρια είναι κοινωνικά και πολιτικά. Ο καπιταλισμός δεν θα καταρρεύσει από μόνος του, και οι αποκλίσεις του προγράμματος μπορούν κάλλιστα να σημαίνουν νέα δεινά για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Ακόμη και ένα μεγάλο «οικονομικό ατύχημα» ή και μια κατάρρευση, μπορεί να σημάνουν τη συντριβή του στρατοπέδου της εργασίας αν δεν διαμορφώσουμε τις κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις για την ανατροπή.
Επομένως, όσα είπαμε ως εδώ δεν θα έχουν μεγάλη σημασία αν δεν συμπληρωθούν από την ανάλυση της κοινωνικής και πολιτικής διάστασης των σχεδίων των δύο στρατοπέδων.
Το σχέδιο σταθεροποίησης και το κράτος των τροϊκοφρόνων: Ο Σαμαράς θυμάται τον Παπάγο και τον Αντενάουερ…
Για να διεκδικήσει τις «τύχες» της για σταθεροποίηση, η ελληνική αστική τάξη έχει θέσει ήδη σε εφαρμογή ένα σχέδιο πολιτικής σταθεροποίησης. Το πολιτικό πρότζεκτ ξεκινάει από τη συστηματική προσπάθεια αλλαγής κλίματος (η «οικονομία είναι ψυχολογία»), με τους γνωστούς «ακτιβισμούς» για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, για την εμπέδωση κλίματος κατευθυνόμενης αισιοδοξίας και σταθερότητας κ.λπ. Όμως οι συνεταίροι της τρικομματικής κυβέρνησης γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν θα καταφέρουν τίποτε αν δεν «ξεδοντιάσουν» τη μαζική πολιτική έκφραση των αντιστάσεων, τον ΣΥΡΙΖΑ, και αν δεν επεκτείνουν το πεδίο της δράσης του κράτους «έκτακτης ανάγκης». Χρησιμοποιώντας λοιπόν πολλά και ποικίλα μέσα, θα επιδιώξουν πολιτική σταθεροποίηση του τρόμου:
Η Αριστερά δεν πρέπει να πάρει αψήφιστα αυτή την αφήγηση: η αστική τάξη ψάχνει αγωνιωδώς για διέξοδο από την κρίση και θα είναι αδίστακτη στο να διεκδικήσει μια τέτοια διέξοδο. Και αν τα καταφέρει πάνω στα συντρίμμια των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, για την Αριστερά θα ισχύσει ξανά το «ουαί τοις ηττημένοις»… Η ταξική αναμέτρηση είναι αμείλικτη και η έκβασή της δεν θα παραμένει ανοιχτή για μεγάλο διάστημα ακόμη. Ίσως μάλιστα το 2013 να είναι η αποφασιστική χρονιά...
Το σχέδιο της Αριστεράς;
Αν όλα τα προηγούμενα έχουν βάση, τότε το πρώτο και προφανές συμπέρασμα είναι ότι για την Αριστερά δεν υπάρχει χρόνος για να σπαταληθεί: αν η αστική τάξη και η κυβέρνησή της περάσει αλώβητη και το 2013, αν η εσωτερική υποτίμηση εμπεδωθεί και μπει στον αυτόματο πιλότο, τότε ο συσχετισμός δύναμης θα γείρει αποφασιστικά υπέρ της αστικής τάξης και ενάντια στο κίνημα και την Αριστερά. Και αν αυτό συμβεί, τότε μια συντριπτική ήττα θα είναι πολύ κοντά.
Αυτό σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι η Αριστερά πρέπει να στοχοθετήσει την ανατροπή απ’ τα κάτω αυτής της κυβέρνησης και να αποδυθεί σε ένα ανένδοτο πολιτικό καιν κοινωνικό αγώνα για να το πετύχει. Ούτε οι εκκλήσεις για εκλογές (ζητάμε από τους εκπροσώπους του κεφαλαίου να κάνουν εκλογές για να δώσουν την κυβέρνηση στην Αριστερά;) ούτε τα ανώδυνα σχήματα λόγου για «ειρηνική επανάσταση που θα επιβάλει τις εκλογές» ηχούν πειστικά. Μάλλον πολιτική αμηχανία και «βάλτωμα» αποκαλύπτουν. Χρειαζόμαστε μια επιθετική και πειστική πολιτική τακτική με κεντρικό στόχο την ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης. Το «κυβέρνηση της Αριστεράς» πρέπει να ηχήσει σαν πολεμική κραυγή και όχι σαν γλυκερή υπόσχεση μιας ήρεμης και «στην ώρα της» κυβερνητικής διαδοχής.
Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ξαναπροβάλει σαν πολιτικός ηγεμόνας και όχι σαν «θηρίο» που έχει μπει πρόθυμα σε «πρόγραμμα εξημέρωσης». Πρέπει επειγόντως η πολιτική πυξίδα του ΣΥΡΙΖΑ να ξαναγυρίσει στην κατεύθυνση της ρήξης και της ανατροπής. Η στροφή στο ανύπαρκτο κέντρο, η δεξιά μετατόπιση στο πρόγραμμα και το πολιτικό σχέδιο που εκφωνεί η ηγεσία, είναι συνταγή καταστροφής: οδηγούν ήδη σε στασιμότητα, που είναι ο προθάλαμος της υποχώρησης. Δεν μπορεί να τάζουμε σαν λύση του «κούρεμα» του χρέους που ήδη ετοιμάζουν το ΔΝΤ και η Μέρκελ στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής λύσης που θα αναδιαπραγματευτούμε! Δεν μπορεί να ξορκίζουμε τις «μονομερείς ενέργειες» που είναι συνώνυμες με τη ρήξη με το μνημόνιο και το σύστημα! Δεν μπορεί να τα μασάμε με τις τράπεζες όταν θυσιάζονται τα πάντα στο βωμό του «τοξικού» τους ενεργητικού! Δεν μπορεί να έχουμε διαγράψει τις εθνικοποιήσεις με κοινωνικό και εργατικό έλεγχο όταν οι άλλοι ετοιμάζουν το γενικό ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας! Δεν μπορεί να υποχωρούμε ενοχικά στις κατηγορίες για μη σεβασμό της αστικής νομιμότητας όταν προχωρεί ακάθεκτος ο εκφασισμός του κράτους, όταν η αστυνομία συνεργάζεται και είναι αλληλέγγυα με τη Χρυσή Αυγή, όταν ο κρατικός ρατσισμός αποχαλινώνεται.
Δεν μπορεί να αναζητούμε άλλοθι στο ότι «ο κόσμος δεν τραβάει» ή στο ότι «το κίνημα υποχωρεί» ή στο ότι «ο ευρωπαϊκός συσχετισμός είναι δυσμενής». Η εργατική τάξη δεν μπορεί να αγωνιστεί παρά και ενάντια στην ανεπάρκεια των κοινωνικών, συνδικαλιστικών και πολιτικών της οργανώσεων – εκτός αν τις αντικαταστήσει με άλλες, αλλά αυτό απαιτεί και μακρόχρονη διεργασία. Η ευθύνη είναι όλη στην ηγεσία, στο πολιτικό υποκείμενο, στην Αριστερά. Αν το πολιτικό υποκείμενο εκπέμπει αναποφασιστικότητα, πνεύμα υποχώρησης, αμφιταλάντευση ή, ακόμη χειρότερα, διάθεση «ιστορικού συμβιβασμού» και αναμονής, τότε οι αγωνιστές του κινήματος θα βγάλουν το συμπέρασμα ότι δεν έχουν άξια ηγεσία, ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να δοθεί αποφασιστικά η μάχη, ότι οι θυσίες τους θα πάνε χαμένες.
Με λίγα λόγια, ο ριζοσπαστισμός είναι η λύση και όχι το πρόβλημα!
Η επιστροφή στην πολιτική κατεύθυνση της ρήξης σημαίνει επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να προβάλλει ένα σχέδιο «κάθαρσης» του ελληνικού καπιταλισμού από τη διαπλοκή και τη διαφορά – την «κάθαρση» θα κάνουν ο Σαμαράς και η τρόικα, ενάντια στο κίνημα και την Αριστερά!
Δεν μπορεί να διεκτραγωδούμε την «ανθρωπιστική καταστροφή» και ύστερα να περιορίζουμε όλη την κινηματική μας παρέμβαση στη δημιουργία δομών αλληλεγγύης ενώ ο ταξικός πόλεμος μαίνεται σε όλα τα επίπεδα. Αυτός ο περιορισμός, πέρα από το γεγονός ότι καταδικάζει σε ατροφία τα κινηματικά ανακλαστικά της Αριστεράς και υποσκάπτει τη μαχητικότητά της, πέρα από το ότι απογοητεύει τις μαχόμενες πρωτοπορίες των κοινωνικών αντιστάσεων που παλεύουν μόνες τους χωρίς ουσιαστική πολιτική στήριξη, καταδικάζει σε ήττα το ίδιο το έργο της κοινωνικής αλληλεγγύης, όπου το σύστημα ρίχνει στη μάχη μηχανισμούς πολύ πιο έμπειρους και οικονομικά ισχυρούς (εκκλησία, ΜΚΟ, κανάλια κ.λπ.). Αν ο ΣΥΡΙΖΑ εκπέμπει το μήνυμα ότι έχει αναδιπλωθεί αποκλειστικά στη δημιουργία δομών αλληλεγγύης, τότε το συμπέρασμα που θα βγει είναι ότι έχουμε ήδη χάσει τη μάχη και ότι αυτό που απομένει είναι να βοηθήσουμε τους εξαθλιωμένους να γλείψουν τις πληγές τους – αυτό θα είναι το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ σαν πολιτικού ηγεμόνα! Αν περιορίζουμε την αλληλεγγύη στη δημιουργία κοινωνικών ιατρείων και φαρμακείων και δεν ξεσηκώνονται και οι πέτρες για την υπεράσπιση των νοσοκομείων και των δομών του κοινωνικού κράτους που καταρρέουν, τότε η αλληλεγγύη εντάσσεται σε ένα ηττοπαθές σχέδιο μάχης οπισθοφυλακών.
Ο κύκλος της αυθόρμητης ανάπτυξης των κινημάτων, που πήγαιναν ένα βήμα μπροστά και τραβούσαν από το μανίκι την Αριστερά, έληξε. Τώρα, είναι η Αριστερά που πρέπει να πρωταγωνιστήσει στα κινήματα, να υποκινήσει και να οργανώσει τις κοινωνικές αντιστάσεις!
Η Αριστερά πρέπει έγκαιρα να προσανατολισθεί στο μετασχηματισμό της βουβής κοινωνικής ανυπακοής σε ένα νέο κίνημα «δεν πληρώνω» και να το καλύψει πολιτικά αδιαφορώντας για τις κατηγορίες περί μη σεβασμού της αστικής νομιμότητας.
Τέλος αλλά όχι έσχατο σε σημασία, η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζονται επίσης τη δική τους «μεγάλη αφήγηση». Η οποία δεν μπορεί να είναι ο εξορθολογισμός και η «κάθαρση» του ελληνικού καπιταλισμού, ο «ιστορικός συμβιβασμός» με την αστική τάξη και μια ουτοπική φιλολαϊκή διαχείριση του συστήματος στις συνθήκες της πιο βαθιάς του κρίσης. Αν η μεγάλη αφήγηση της αστικής τάξης είναι η ανοικοδόμηση πάνω στα ερείπια της εσωτερικής υποτίμησης και στη συντριβή των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, η μεγάλη αφήγηση της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί παρά να είναι η ρήξη με το μνημόνιο και την τρόικα, που θέλουμε να ξεδιπλώσει την πάλη για αλλαγή της κοινωνίας, για το σοσιαλισμό.
Αν ο Σαμαράς νοσταλγεί τον Παπάγο και φαντάζεται τον εαυτό του Αντενάουερ, αν σχεδιάζει τον εκφασισμό του κράτους και την «υιοθέτηση» των φασιστών, η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διδαχτούν από τα αντιπαραδείγματα της ΕΔΑ (που από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 1958, κατέληξε λίγα χρόνια αργότερα ουρά της Ένωσης Κέντρου) και της μεταπολίτευσης (όταν μάτωσε στον αντιδικτατορικό αγώνα, για να γίνει ουρά του ΠΑΣΟΚ στη Μεταπολίτευση).
Για όσους είναι πρότυπο το ΕΑΜ, τουλάχιστον ας φανταστούμε ένα ΕΑΜ χωρίς τα λάθη του που το οδήγησαν στην ήττα, και όχι ένα ΕΑΜ προσαρμοσμένο έτσι ώστε να μοιάζει με την ΕΑΔΕ και τον «ιστορικό συμβιβασμό» του Μπερλίνγουερ… Για όσους πάλι αναφέρονται στη Λατινική Αμερική, ας φανταστούμε τουλάχιστον κάτι που να παραπέμπει σε μια νικηφόρα εκδοχή της μπολιβαριανής επανάστασης στη Βενεζουέλα και όχι στο σοσιαλφιλελεύθερο πρότυπο του Λούλα ή στη νεκροθάφτη της Αριστεράς σοσιαλδημοκρατία της Αργεντινής. Δεν μπορεί να υστερούμε σε επιδόσεις από τον Σαμαρά, ούτε στο επίπεδο της ιστορικής φαντασίας ούτε στο επίπεδο των ιστορικών στόχων!